ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΠΑΥΛΟΣ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
Μετά ἀπό ἕνα κουραστικό καί πολύμοχθο ταξίδι, πού τό βάραινε ἡ σκέψη γιά τήν λύπη, πού θά προξενοῦσε ἡ εἴδηση πού μετέφεραν, οἱ τρεῖς ἄνδρες ἐπέστρεψαν στή Βασιλεύουσα ὕστερα ἀπό ἀρκετές ἑβδομάδες.
Ὅταν ἔφθασαν, κατευθύνθηκαν ἀπό διαφορετικούς δρόμους ὁ καθένας πρός τά δυτικά τείχη. Τά πέρασαν διά μέσου τῆς Μελανδησίας Πύλης καί προχώρησαν δυτικώτερα, ὅπου ὑπῆρχε μυστική Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων. Κοντά ἦταν καί τό ἁγίασμα τῆς Θεοτόκου.
Ἐκεῖνο τό βράδυ, χωρίς νά γνωρίζουν τόν ἐρχομό τους οἱ πιστοί, εἶχαν μεγάλη σύναξη, στήν ὁποία παρευρίσκετο καί ἕνας Ἐπίσκοπος, ἀρκετοί ἱερεῖς καί ὁ Μαρκιανός μέ τό Μαρτύριο.
Ὅταν ἄκουσαν καλπασμούς μές στήν νύχτα, τρόμαξαν. Φοβήθηκαν μήπως ἦσαν οἱ διῶκτες τους. Ὅταν ὅμως κοίταξαν, μέ χαρά καί συγκίνησι ἀναγνώρισαν τούς πολυπόθητους ἀδελφούς, πού τούς ἔφεραν νέα ἀπό τόν Πατριάρχη τους.
Πρῶτα ἀφίχθηκε ὁ ἕνας, σέ λίγο κατέφθασε ὁ ἄλλος καί τέλος ὁ τρίτος ἀπό ἄλλη ὁδό, γιά νά μή δώσουν στόχο. Μπῆκαν μέσα στήν ἁπλῆ ἀλλά κατανυκτική Ἐκκλησούλα, πού τούς εἶχε ἀπομείνει, καί βρέθηκαν ἀνάμεσα στό πλῆθος τῶν ἀδελφῶν.
Ἀμέσως τούς περικύκλωσαν καί ἄλλος τούς ἀσπαζόταν, ἄλλος τούς ἔσφιγγε τό χέρι καλοσωρίζοντάς τους, ἐνῶ ὅλα τά μάτια καρφώθηκαν ἐρωτηματικά ἐπάνω τους.
Οἱ τρεῖς ἄνδρες, ἄφωνοι ἀπό τή συγκίνηση, ἔμειναν νά τούς κοιτοῦν. Δέν εἶχαν τή δύναμη νά προφέρουν τήν θλιβερή εἴδηση. Τελικά, ὅταν συνῆλθαν λίγο, ὁ μεγαλύτερος ἀπό τούς τρεῖς κατόρθωσε καί εἶπε μέ ραγισμένη φωνή:
Ἐτελειώθη διά μαρτυρίου!
Τά λόγια του διαδέχτηκε ἡ ὀλιγόλεπτη σιγή, πού φέρνει πάντα μιά συγκλονιστική εἴδηση. Ἀμέσως μετά ἀκολούθησε ἕνα βουβό κλάμα.
Γιά λίγο ἐπικράτησε ὁ ἀνθρώπινος πόνος. Δέν ἄργησε ὅμως νά τόν ὑπερνικήση ἡ χαρά τοῦ θριάμβου τοῦ Ἱερομάρτυρος.
Πρῶτος ὁ Ἐπίσκοπος ὕψωσε τή φωνή του καί δοξολόγησε τόν ἐνισχύσαντα Θεό. Ἀμέσως δέ μετά, ἄρχισε νά ψάλλη τόν ὕμνο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων. Σιγόψαλλαν ὅλοι τά νικητήρια τοῦ Ἱερομάρτυρος Παύλου, ἐνῶ τά δάκρυα ἔτρεχαν ἄφθονα ἀπό τά μάτια τους.
Μέσα στίς ψυχές τῶν πιστῶν χωροῦσαν καί τά δύο δυνατά συναισθήματα. Καί ὁ πόνος καί ἡ χαρά. Ὁ πόνος σάν ἀποτέλεσμα τῆς τραυματισμένης ἀνθρώπινης φύσεως, ἡ χαρά σάν καρπός τοῦ Παναγίου Πνεύματος, πού χαρίζει προγεύσεις τῆς αἰωνιότητος καί παράκληση.
Καί κάτι ἄλλο παρηγοροῦσε τούς “δεδιωγμένους ἔνεκεν δικαιοσύνης” ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Ἡ βεβαία πίστη πώς ὁ καταξιωμένος πλέον ἁγιώτατος προστάτης τους θά τούς προστάτευε περισσότερο τώρα μέ τίς πρός τόν Χριστό εὐπρόσδεκτες πρεσβεῖες του.
Τώρα ἔπαψε νά εἶναι ἐξόριστος. Τώρα εἶναι μαζί μας! τόνισε ὁ Ἐπίσκοπος καί θύμισε τή μεγάλη ἀλήθεια πού εἶπε τό Θεϊκό στόμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. “ Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ κἄν ἀποθάνῃ ζήσεται”.
Οἱ δύο Νοτάριοι πόνεσαν μέ τήν εἴδηση τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου τοῦ “πολυφίλητου πνευματικοῦ των πατρός” περισσότερο ἀπό ὅλους τούς ἄλλους, γιατί καί περισσότερο τόν ἀγαποῦσαν. Χάρηκαν ὅμως καί περισσότερο γιά τήν ἱερή ἄθλησή του καί τή θριαμβευτική νίκη του ἐπί τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους. Ἀνάμικτα αἰσθήματα, πού ἐκφράζονταν καί τά δύο μέ τά δάκρυα.
Οἱ ἐχθροί τοῦ Ἁγίου μέσα στήν παχυλή ἄγνοιά τους καί τό σκοτασμό τῆς κακίας νόμιζαν ὅτι ἐξουδετέρωσαν ἕναν ἀντίπαλο. Ἡ ἀλήθεια ὅμως ἦταν ὅτι, ὁδηγώντας τόν Ἁγιώτατο Παῦλο στό μαρτύριο, ἀντί γιά ἕναν ἀγωνιζόμενο ἄνθρωπο, τώρα εἶχαν ἀντίπαλο ἕναν καταξιωμένο ἅγιο, ἀπείρως ἰσχυρότερο μέ τή Χάρι πού πῆρε ἀπό τό Χριστό.
Οἱ δύο Νοτάριοι μετά ἀπ᾿ αὐτό πῆραν οὐράνια ἐπιχορήγηση θάρρους καί ζήλου καί ἄνοιξαν τά φτερά τους ἄφοβα. Ἐνημέρωσαν τόν εὐσεβῆ λαό γιά τό μαρτύριο τοῦ Πατριάρχη καί δίδασκαν μέ παρρησία τόν λόγο τῆς Ἀληθείας, δηλαδή τό δόγμα τοῦ Ὁμοουσίου τοῦ Υἱοῦ μετά τοῦ Πατρός καί ὅσα ἄλλα ἐθέσπισε ἡ Ἁγία Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος.
Ὁ λαός εἶχε συσπειρωθεῖ γύρω τους καί ἀπειλοῦσε μέ τήν ἱερή ἀγανάκτησή του τόσο τούς μεταξοφορεμένους ραδιούργους τῶν ἀνακτόρων, ὅσο καί τούς ψευτορασοφόρους τῆς σπείρας τοῦ Μακεδόνιου. Ἐάν δέν τόν συγκρατοῦσαν οἱ ἴδιοι οἱ Νοτάριοι, οἱ ἐξελίξεις θά ἦσαν φοβερές.
Δέν θέλει ἐκδίκηση ὁ Χριστός καί ὁ Ἁγιός Του, τόνιζαν. Θέλει σωστή πίστη καί σωστή ζωή.
Οἱ αἱρετικοί στήν ἀρχή φοβήθηκαν τό λαό. Ὕστερα ἀπό λίγο ὅμως ξεθάρρεψαν καί ἐξαπέλυσαν ἰσχυρότερο διωγμό. Ἡ κυριώτερη ἐπιδίωξή τους ἦταν νά συλλάβουν καί νά θανατώσουν τούς δύο Νοτάριους. Δέν εἶχε ἔρθει ὅμως ἀκόμη ἡ μεγάλη ὥρα γι᾿ αὐτούς, ἄν καί ἔπεφταν ἄφοβα μέσα στόν κίνδυνο στήν προσπάθειά τους νά στηρίξουν τούς πιστούς.
Ἕνα φοβερό ἀνθρωποκυνηγητό εἶχε ξεσπάσει ἐναντίον τῶν δύο Ὁμολογητῶν. Ὁ γερο – Μακεδόνιος ἐμαίνετο.
Ἀλλά καί ἀπ᾿ αὐτό καλό προέκυπτε, γιατί οἱ πιστοί, προκειμένου νά τούς προφυλάξουν, τούς ἔκρυβαν πότε στό ἕνα σπίτι καί πότε στό ἄλλο, μέ ἀποτέλεσμα νά γίνωνται μυστικές συνάξεις στά περισσότερα σπίτια τῆς Βασιλεύουσας καί νά στηρίζωνται οἱ Ὀρθόδοξοι. Ἐκεῖ, κάτω ἀπό τό φῶς τῶν λυχναριῶν ξαναζοῦσαν τή Χάρι τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων.
Οἱ φλογεροί Νοτάριοι μαζί μέ ἐκλεκτούς μοναχούς καί κληρικούς μεταλαμπάδευαν καί θέρμαιναν τήν ἀγάπη καί τήν πίστη πρός τό Χριστό.
Ἔτσι κύλισαν ἀρκετοί μῆνες…
Στό μεταξύ βασιλικοί ἀλλά καί ἐκκλησιαστικοί ἀξιωματοῦχοι ἀρειανόφρονες, βλέποντας πόσο στήριζαν στήν Ὀρθοδοξία τό λαό οἱ δύο Νοτάριοι, σκέφτηκαν νά προσπαθήσουν νά πάρουν μέ τό μέρος τους τούς δύο ἄνδρες χρησιμοποιώντας δωροδοκία. Ζῶντας καθημερινά μέσα σέ ἄνομη καί βδελυκτή συναλλαγή πίστεψαν στήν παραζάλη τους ὅτι θά ἦταν δυνατόν νά διαφθείρουν τούς δύο ἀδάμαντες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τούς παρήγγειλαν λοιπόν καί τούς ἔταξαν ὑψηλά ἀξιώματα καί ὑπέρογκες ἀμοιβές, ἀρκεῖ νά σταματοῦσαν τήν ἰερή ἐργασία καί δραστηριότητά τους.
Μέ ἀγανάκτηση καί ἀπόστροφή ἀπέρριψαν οἱ δύο Νοτάριοι τίς ἀνίερες αὐτές προτάσεις. Ἀντιπαρήγγειλαν δέ στούς ἀμετανόητους αὐτούς αἱρετικούς ὅτι, ὅσο θά ζοῦσαν καί θά ἀνέπνεαν, θά διεκήρυτταν τή Θεότητα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τό Ὁμοούσιον μετά τοῦ Πατρός, ὁμολογῶντας τήν Ἀλήθεια γιά τή σωτηρία τή δική τους καί τῶν πιστῶν.
Μετά ἀπό αὐτή τή γενναία ἀπάντηση τό “συμβούλιο τῶν παρανόμων” ἀποφάσισε τήν “πάσῃ θυσίᾳ “ θανατική τους ἐκτέλεση μέ τόν πανοῦργο τρόπο τῆς δολοφονίας. Πληρωμένοι δολοφόνοι κατάσκοποι ἔρχισαν νά “χτενίζουν” τήν Πόλη, καθώς καί τά περίχωρα μέχρι τά δυτικώτερα τείχη, γιά νά τούς ἐντοπίσουν.
Ἔφθασε τό Φθινόπωρο τοῦ 352 μ. Χ., γλυκύτατο καί εἰρηνικό μέσα σέ μία πανδαισία χρωμάτων. Ἡ φύση γαλήνιαία πρόσφερε στόν ἄνθρωπο τό βάλσαμο τῆς εἰρήνης. Θύμιζε κάτι ἀπό τήν ἀκύμαντη γαλήνη καί τήν ὀμορφιά τῆς αἰωνιότητας.
Οἱ Ὀρθόδοξοι καταδιωγμένοι ἀπό τούς ἐχθρούς τῆς πίστεως, καθώς εἶχαν ἀναγκαστεῖ ν᾿ ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τήν Πόλη, ἔνοιωθαν περισσότερο παρά ποτέ τήν εὐεργετική ἐπίδραση τῆς θεόσδοτης αὐτῆς ὀμορφιᾶς.
Ἀκόμη καί ἡ θάλασσα ἐκεῖνο τό Φθινόπωρο ἡσύχαζε παράξενα. Ἡ ταραχή πήγαζε μόνο ἀπό τίς ταραγμένες ψυχές τῶν κακοδόξων.
Πλησίαζε τό τέλος τοῦ Ὀκτωβρίου. Συγκεκριμένα ἦταν ἡ παραμονή τοῦ μαρτυρίου τοῦ μεγάλου Θεσσαλονικέως Μάρτυρος, τοῦ Ἁγίου Δημητρίου.
Ἐκεῖνο τό βράδυ τά ὄργανα τῶν μισοχρίστων, πληροφορημένα ἀπό τούς κατασκόπους, γνώριζαν πώς οἱ δύο Νοτάριοι θά περνοῦσαν ἀπό τήν Μελανδησία Πύλη κατευθυνόμενοι πρός τό ἁγίασμα τῆς Θεοτόκου. Ἐκεῖ ἔστησαν ἐνέδρα, γιά νά τούς δολοφονήσουν.
Πράγματι, μόλις νύχτωσε, οἱ δύο ἄνδρες ἐπῆραν τόν δρόμο ἔφιπποι γιά τά δυτικά τείχη. Καθώς προχωροῦσαν ἤρεμα ὁ ἕνας δίπλα στόν ἄλλον, συνομιλοῦσαν καί μοιράζονταν τίς σκέψεις τους. Πρῶτος μίλησε ὁ Μαρκιανός:
Ἀπόψε στή σύναξη θά εἶναι καί ὁ Ἐπίσκοπος, Μαρτύριε;
Ναί, ἀδελφέ. Εἰδοποίησε πώς θά ἔλθη κατά τό μεσονύκτιον, ἀπάντησε ἐκεῖνος.
Καί μετά ἀπό λιγόλεπτη σιωπή πρόσθεσε:
Ἀπόψε, Μαρκιανέ, αἰσθάνομαι μιά ἀνεξήγητη καί πρωτόγνωρη χαρά, χωρίς νά γνωρίζω ποῦ ὀφείλεται. Καί…, γιά πρώτη φορά… νοιώθω τόσο ἔντονα τήν παρουσία τοῦ Μάρτυρος Δημητρίου. Νά, σάν νά πηγαίνη δίπλα μας καί νά μᾶς συντροφεύη!
Ὁ μαρκιανός τράβηξε τά χαλινάρια καί ἀνάγκασε τό ἄλογό του νά σταματήση. Τό ἴδιο ἔκανε καί ὁ Μαρτύριος.
Μέσα στήν ἡσυχία τῆς νύχτας, κάτω ἀπό τόν ἔναστρο οὐρανό, πού πρόσφερε στήν ἀνθρώπινη ὅραση τό ἀπερίγραπτο κάλλος του, ἀκούστηκε συγκινημένη ἡ φωνή τοῦ Μαρκιανοῦ νά βεβαιώνη πώς τά ἴδια ἀκριβῶς αἰσθανόταν κι ἐκεῖνος!
Τά δύο παληκάρια τοῦ Χριστοῦ ἔκαναν τό Σταυρό τους εὐχαριστώντας Τον καί συνέχισαν τό δρόμο τους. Εἶχαν τέτοια ψυχική εὐφροσύνη, σάν νά βρίσκονταν ἤδη μέσα στή μακαριότητα τῆς Βασλείας τοῦ Θεοῦ. Σάν νά βάδιζαν ὄχι τόν γνωστό δρόμο, πού ὁδηγοῦσε στήν Πύλη τῆς Μελανδησίας, ἀλλά κάποιον ἀπό τούς δρόμους τ᾿ Οὐρανοῦ!… Τούς εἶχε ἐπισκιάσει ἡ Χάρις, γιατί σέ λίγο δέ θά διάβαιναν τήν Πύλη τῶν τειχῶν ἀλλά τίς Πύλες τῆς αἰωνιότητος.
Ἔτσι καί ἔγινε κατά παραχώρηση Θεοῦ, γιά νά δοθῆ ὁ στέφανος τοῦ μαρτυρίου στούς δύο γενναίους, καθώς τό ποθοῦσαν.
Δέν εἶχαν προλάβει νά διαβοῦν τήν Πύλη, ὅταν οἱ πληρωμένοι δολοφόνοι τῶν ἀρειανῶν καί τῶν Πνευματομάχων, ἔφιποι καί αὐτοί, ἔπεσαν ἐπάνω τους μέ μαχαίρια!
Μέσα σέ λίγα λεπτά τελείωσαν ὅλα! Μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ στά χείλη τους, πού ἦταν καί τό μόνο πού πρόλαβαν νά προφέρουν, οἱ ἅγιοι Νοτάριοι ἔφυγαν γιά τήν αἰωνιότητα. Οἱ ἐξαγιασμένες ψυχές τους, καταξιωμένες ἀπό τήν ὑπέρτατη προσφορά τοῦ μαρτυρίου, ἔγιναν δεκτές θριαμβευτικά ἀπό τούς ἁγίου Ἀγγέλους καί τή Θριαμβεύουσα Ἐκκλησία1.
Τό Συναξάρι τους γράφει μέ τή χαρακτηριστική λιτότητα τῶν ἁγίων κειμένων:
“ Ἐθανατώθησαν διά μαχαίρας καί ἐτάφησαν εἰς τήν θύραν τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τήν καλουμένην Μελανδησίαν, εἰς τήν τοποθεσίαν τοῦ Δευτέρου.”
Πολλά δάκρυα ἀγάπης, πόνου καί χαρᾶς μαζί γιά τήν ἄθλησή τους ἐχύθησαν ἀπό τούς πιστούς ἐπάνω στόν ἀπέριττο τάφο τους.
Μέσα ἀπό τούς τάφους αὐτούς, καθώς καί ἀπό τόν Πατριαρχικό τάφο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τόν 4ο μ. Χ. αἰῶνα, ἡ ὁποία τήν κατέστησε ἰσάξια τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων αἰώνων.
Οὐρανομήκης θριαμβική ἰαχή ξεπηδοῦσε μέσα ἀπό τήν σιωπή τῶν μαρτυρικῶν αὐτῶν τάφων κι ἔφθανε ἀκατάπαυστα μέχρι τά κατάβαθα τῶν πιστῶν καί τούς μετέδιδε μαρτυρικό φρόνημα. Ἰαχή ὑπερκόσμια, πού ἔδινε γεύσεις θείας δυνάμεως καί χαρᾶς καί ἔλεγε καί λέγει πάντα:
“ Ὀρθοδοξία… Ὀρθοδοξία!
Εἷς Ἅγιος, Εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός,
εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός.
Ἀμήν! “
Στόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως
Ὁμολογητή Παῦλο,
ἀποπνιγέντα ὑπό τῶν ἀρειανῶν
διά τοῦ ὠμοφόρου του
καί στούς Ὁμολογητές τῆς ποίμνης του.
Στό νοητό στερέωμα
τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας
τ᾿ ὠμόφορό σου ἀστροβριθής
καί θεῖος γαλαξίας.
Φωτοπλημμύρα ἀπό Βορρᾶ
πού φτένει κι ἀστραποβολᾶ
στή γῆ τῆς ἐξορίας,
δόξα Ὀρθοδοξίας!
Κάθε ἀστέρι, καί ψυχή
καί κάθε ἥλιος, Μάρτυς·
καί τηλαυγέστερος, Ἐσύ,
ἡλίου, Ἱερομάρτυς!
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό τό βιβλίο: “ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ”
Διατίθεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν
Παναγίας Βαρνάκοβας Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φωκίδος
Εὐπάλιον – Δωρίδος
1Ἡ μνήμη τῶν ἁγίων Μαρτύρων Ὁμολογητῶν Μαρκιανοῦ καί Μαρτυρίου ἑορτάζεται ὑπό τῆς Ἐκκλησίας τήν 25η Ὀκτωβρίου.