Τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς τὸν βασανίζει τὸ ἐρώτημα: τί θὰ γίνει μέ μᾶς καὶ τί μᾶς περιμένει μετὰ τὸ θάνατο; Μία σαφῆ ἀπάντηση σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ τὴν βροῦμε. ἈλλὰἡἉγία Γραφὴ καὶ πρῶτα ἀπ’ ὅλαὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς ἀποκαλύπτουν αὐτὸ τὸ μυστικό.
Μᾶς τὸ ἀποκαλύπτουνἐπίσης τὸ ἀπολυτίκιο καὶ τὸ κοντάκιο τῆς μεγάλης αὐτῆς γιορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶὕμνοι ποὺ ψάλλονται σ’ αὐτὴ τὴ γιορτή.
Θέλω ὅλοι σας νὰ καταλάβετε, γιατί ὁ θάνατος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ Παρθένου Μαρίας λέγεται Κοίμησή της. Ὁ μέγας ἀπόστολοςἸωάννηςὁ Θεολόγος στὸ 20ο κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως μιλάει γιὰ τὸν πρῶτο καὶ τὸ δεύτερο θάνατο. Ὁ πρῶτος μόνο θάνατος, ὁὁποῖος εἶναι ἀναπόφευκτος γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους, περιμένει καὶ τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς δικαίους.
Ἀλλὰὁ δεύτερος, ὁ φοβερὸς καὶ αἰώνιος θάνατος, περιμένει τοὺς μεγάλους καὶ ἀμετανόητουςἁμαρτωλούς, οἱ ὁποῖοιἀρνήθηκαν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι καταδικασμένοι νὰ βρίσκονται αἰωνίως σὲ κοινωνία μὲ τὸ διάβολο καὶ τοὺς ἀγγέλους του.
Στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ ἴδιου μεγάλου ἀποστόλου καὶ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου διαβάζουμε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, τὰ ὁποῖα εἶναι πολὺ στενὰ συνδεδεμένα μὲ ὅσα γράφει ἡἈποκάλυψη: «ἀμὴνἀμὴν λέγω ὑμῖνὅτιὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» (Ἰωάν. 5, 24).
Τὸἀκοῦτε, τὸ καταλαβαίνετε; Νομίζω ὅτιἀκόμα καὶ θὰ πρέπει νὰ σᾶς κινήσει τὴν περιέργεια τὸ γεγονὸς ὅτιὅλοιὅσοιὑπακούουν στὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ πιστεύουν στὸν Οὐράνιο Πατέρα του, ὁὁποῖος τὸν ἔστειλε, ἀμέσως μετὰ τὸ θάνατό τους θὰ περάσουν στὴν αἰώνια ζωή. Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ δικαστοῦν αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ζωντανὴ πίστη στὸν Θεὸ καὶ ὑπακούουν στὶς ἐντολές του.
Καὶ στοὺς μεγάλους δώδεκα ἀποστόλους εἶπε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός: «ἀμὴν λέγω ὑμῖνὅτιὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσία, ὅταν καθίση ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπουἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖςἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλάς τοῦ Ἰσραὴλ» (Ματθ. 19, 28).
Δικαστὲς καὶ κατήγοροι θὰ εἶναι κατὰ τὴν Φοβερὰ Κρίση τοῦ Θεοῦ οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ καί, βεβαίως, εἶναι τελείως ἀδύνατο νὰ φανταστοῦμε νὰ δικάζονται ἡὙπεραγία Θεοτόκος καὶ Ἀειπάρθενος Μαρία, ὁ Βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου Ἰωάννης, οἱ μεγάλοι προφῆτες τοῦ Θεοῦ, ὁἨλίας καὶ ὁἘνὼχ τοὺς ὁποίους ζωντανούς τούς πῆρε ὁ Θεὸς στὸν Οὐρανό, ὅλο τὸ ἀμέτρητο πλῆθος τῶν μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ, οἱ δοξασμένοι ἀπὸ τὸν Θεὸ ἅγιοιἀρχιερεῖς καὶ θαυματουργοὶ μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν ἅγιο Νικόλαο, ἀρχιεπίσκοπο Μύρων τῆς Λυκίας.
Εἶναιἀδύνατονἀκόμα καὶ νὰ περάσει ἀπὸ τὸ μυαλό μας ἡ σκέψη πὼς θὰ δικαστοῦν αὐτοί, οἱ ὁποῖοιἄκουσανἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸςὑμῶνἐστὶν» (Λουκ. 17, 21). Σ’ αὐτοὺς τοὺς μεγάλους ἀγωνιστὲς τοῦ Χριστοῦ, σὰν σὲ πολύτιμους ναοὺς κατοικοῦσε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀκόμα καὶ ζώντας στὴ γῆ, αὐτοὶ βρισκόταν στὴν ἄμεση κοινωνία μὲ τὸν Θεό, ἐπειδὴἔτσι εἶπε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός: «ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν.» (Ἰωάν. 14, 23).
ἩὙπεραγία Παρθένος Μαρία ὑπῆρξεἄχραντος ναὸς τοῦ Σωτῆρος καὶ σ’ αὐτὴν κατοίκησε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀπὸ τὴν ἁγιότατη μήτρα της ἔλαβε τὸ ἀνθρώπινο σῶμα ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁὉποῖος κατέβηκε ἀπὸ τοὺς Οὐρανούς. Γι’ αὐτὸ ὁ σωματικός της θάνατος δὲν ἦταν θάνατος ἀλλὰ Κοίμηση, δηλαδὴ ἕναἄμεσο πέρασμα ἀπὸ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός της στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καὶ τὴν αἰώνια ζωή.
Μοῦἦρθε τώρα στὸ μυαλὸ καὶ κάτι καινούριο. Σ’ ἕναἀπὸ τὰ προηγούμενα κηρύγματά μου σᾶς ἔλεγα, ὅτιἔχουμε κάθε λόγο νὰ πιστεύουμε, ὅτι καὶ τὸ σῶμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἔγινεἄφθαρτο καὶ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς. Αὐτὸ μᾶς λέει καὶ τὸ κοντάκιο τῆς μεγάλης γιορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου:
«Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετονἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησενὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον».
Προσέξτε: «τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν». Σκεπτόμενοι αὐτό, ἂς θυμηθοῦμε καὶ τί γράφει ἡἉγία Γραφὴ γιὰ τὸ θάνατο τοῦ μεγαλύτερου προφήτη τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τοῦ Μωυσῆ στὸ 34ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τοῦ Δευτερονομίου, ὅτι πέθανε σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ στὸ ὅρος Νεβῶ καὶ τάφηκε στὴ γῆ Μωάβ. Ὁ τάφος τοῦ μεγάλου αὐτοῦ προφήτη ἔπρεπε νὰ εἶναι γιὰ πάντα τόπος προσκυνήματος γιὰ ὅλο τὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ. Ὅμως στὴ Βίβλο διαβάζουμε, ὅτι: «οὐκ οἶδεν οὐδεὶς τὴν ταφὴν αὐτοῦ ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης» (Δευτ. 34, 6). Ὅμως κατὰ τὴ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου στὸ ὅρος Θαβὼρ ἐμφανίστηκεὁ Μωυσῆς στὸν Κύριο καὶ Δεσπότη του τὸν Ἰησοῦ μαζὶ μὲ τὸν προφήτη Ἠλία, ὁὁποῖοςἁρπάχτηκε ζωντανὸς στοὺς οὐρανούς.
Νομίζω ὅτι δὲν θὰ εἶναι ἁμαρτίαἂν θὰ ποῦμε, ὅτι τὸ σῶμα τοῦ μεγάλου Μωυσῆ, ὅπως καὶ τὸ σῶμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἔμεινεἄφθαρτο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ τάφος του εἶναι ἄγνωστος.
Νὰ σκεφτόμαστε, ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές μου, τὴν μακάρια Κοίμηση τῆς Ὑπεραγίας Παρθένου Μαρίας καὶ νὰ θυμόμαστε τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ: «Ἀμὴνἀμὴν λέγω ὑμῖνὅτιὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» (Ἰωάν. 5, 24). Νὰ μᾶς ἀξιώσειὁ Θεὸς νὰ γευθοῦμε καὶ ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοὶ τὴ μεγάλη αὐτὴ χαρά, μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ᾧἡ δόξα καὶ τὸ κράτος σὺν τῷ ἀνάρχῳ αὐτοῦ Πατρὶ καὶ τῷ Παναγίῳ Αὐτοῦ Πνεύματι εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν.
(«Λόγοι καὶ ὁμιλίες», τόμος Γ΄, ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη)
http://www.alopsis.gr/alopsis/Koimhsi3.htm