Ἡ ἐπιστροφή στόν Χριστό. Πρώτο μέρος
Δέν εἴχαμε ρεαλισμό καί τρόπο προσωπικῆς μας διαφυλάξεωςν, δέν εἴχαμε πνευματική σοφία καί πέσαμε στό στόμα τοῦ λύκου, ἀλλά τι ἄλλο μπορούσαμε νά κάνουμε; Καί ὅλα αὐτά διότι δέν μπορούσαμε νά μολύνουμέ τίς ψυχές μας. Εἰσελθόντες σέ μιά τέτοια μάχη, δέν εἴχαμε αἴσθησι τῶν διαστάσεών της καί δεχθήκαμέ τό μαρτύριο.
Ναί, εἴμαστε ἔνοχοι διότι καταλάβαμε ὅπως ὁ Ντοστογιέβσκι, τί εἶναι ὁ ἀθεϊσμός καί ὅτι ταυτίσαμε τόν κομμουνισμό μέ τόν ἀντίχριστο, μέ τόν ὁποῖο δέν δεχθήκαμε καμμιά συνεργασία. Ναί, εἴμαστε ἔνοχοι διότι εἴμασταν ἀντικομμουνιστές καί μισούσαμέ τόν ναζισμό. Ἔχουμε κατηγορηθεῖ σάν ἀντισημίτες, ἀλλά ἐμεῖς ἀγαπᾶμε ἐν Χριστῶ τούς Ἑβραίους.
Μόνο ὁ Χριστός ἐνστάλλαξε τόση ἁγία τρέλλα στίς ψυχές μας καί, ἐκτός ἀπ᾿ αὐτό δέν ξέρουμε νά ἔχουμε καμμιά ἄλλη ἐνοχή. Οὐσιαστικά, ἐμεῖς ἐπιθυμούσαμε τήν εἰρήνη μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀλλά πολλοί δέν μᾶς ἄντεξαν δίπλα τους, παρότι κι ἐμεῖς εἴμασταν ἴσοι καί ὅμοιοι μαζί τους, κι ἔτσι ἄρχισε ἡ διαμάχη.
Τά βάσανα τά ὁποῖα ὑποφέραμε τελικά μᾶς ὡρίμασαν κι ἔτσι βρήκαμε τίς σωστές ἀπαντήσεις καί προσδιορίσαμέ τήν χριστιανική μας συνείδηση. Ὅμως τότε, στήν ἐνθουσιώδη μας νεανικότητα, ζωηρέψαμε ἀπό τά ὡραιότατα ἰδανικά. Ἀργά καταλάβαμε καί τό πολιτικό φαινόμενο, ἀλλά τό ἐγκαταλείψαμε ἐπειδή ἀφιερωθήκαμε στόν θρησκευτικό τομέα.
Ἕνα δράμι ἁγίας τρέλλας ἔμεινε μέσα μας ἕως καί σήμερα, διότι ὁ Χριστός ἀκόμη διώκεται, περιγελᾶται καί παρεξηγεῖται, ἐνῶ οἱ ἀντιχριστιανικές δυνάμεις πού ὑπάρχουν στόν κόσμο εἶναι γίγαντες.
Νά ἐπιστρέψουμε, ὅμως, στό Αϊούντ. Τό σύστημα ἦταν ἄγριο, τό φαγητό ἦταν ἄθλιο, ἡ ἀπομόνωση δύσκολη, τό νερό πάγωνε μέσα στά κρατητήρια μας. Ὁ στρατιωτικός δικαστής μᾶς τρομοκρατοῦσε. Κανένας, καμμιά δύναμη ἀπό τήν Χώρα (Ρουμανία) ἤ ἀπό τό Ἐξωτερικό δέν μᾶς στήριξε.
Τότε ἀνακαλύψαμε πνευματικά τόν Χριστό. Μολονότι μελετούσαμε πολύ, ἡ κυρία μας ἀπασχόληση ἦταν ἡ πνευματική. Προσευχόμασταν πολύ, ἐξωμολογούμασταν ὁ ἕνας στόν ἄλλον τήν ἐσωτερική μας κατάσταση καί τίς προσπάθειές μας γιά τήν τελειότητα. Καί ἔτσι φτάσαμε ν᾿ἀποκτήσουμε συνείδηση τῆς ἁμαρτίας, νά κλαῖμε πικρά γιά τά παλαιά μας σφάλματα καί γιά τίς ἁμαρτίες τῆς κοινωνίας. Ἐπιθυμήσαμε νά ζοῦμε χριστιανικά, ξέροντας ὅτι μέχρι τόν θάνατο του ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀγναντεύει τήν ψυχή του, ἄν ζῆ ἤ ὄχι ἐν Χριστῶ.
Ὅσον ἀφορᾶ γιά μένα, κάποιος μπορεῖ νά πιστέψει ὅτι ἐγώ ἔφτασα στόν Χριστό λόγῳ τῆς ἀπερίγραπτης θλίψης μέ προϋποθέσεις σκληρῆς ἀπομόνωσης, ἀλλά δέν εἶναι καθόλου ἔτσι. Εἶχα μέσα μου μερικές ἁμαρτίες τῆς νεότητάς μου οἱ ὁποῖες μέ δυσαρεστοῦσαν καί δέν μποροῦσα ὅμως νά τίς ἐξομολογηθῶ, παρόλο πού ἦταν συνηθισμένα στόν κόσμο πράγματα. Ὑπῆρχε μέσα μου μιά διαμάχη μεταξύ Θεοῦ, τόν ὁποῖο πίστευα, καί τοῦ ἀνθρώπου πού ἐγώ ἤμουνα.
Ἡ κατάσταση ἐπιβαρύνθηκε τήν ἡμέρα πού ἔπαθα μιά μεγάλη ἧττα τοῦ ἐγωϊσμοῦ μου, καί ντροπιασμένος γιά τόν ἑαυτό μου, ἠμπόρεσα νά εἰπῶ: Εἶμαι ἕνας παλιάνθρωπος! Τότε αἰσθάνθηκα τήν ἀνάγκη νά ἐξομολογηθῶ εἰλικρινά μπροστά σέ ὅλους, ἔχοντας μιά δίψα ταπεινοφροσύνης χωρίς τήν ὁποία ἔνοιωθα ὅτι δέν εἶμαι μέ τόν Θεό, μιά ταπεινοφροσύνη πού δέν τήν εἶχα πιά μέχρι ἐκείνη τήν στιγμή. Ἔτσι ὕστερα ἔκανα τήν πρώτη μου ἀληθινή ἐξομολόγηση, ἔχοντας ἕναν καλό Πνευματικό πατέρα καί ὑποβοηθούμενος μέ προθυμία ἀπό μιά ὁμάδα φίλων μαζί μέ τούς ὁποίους προσπαθούσαμε γιά τά πνευματικά.
Ἄρχισα ν΄ἀνακαλύπτω τους πνευματικούς θησαυρούς τῦς Ὀρθοδοξίας καί ἀναπτερώθηκα. Γινόταν φῶς ἡ καρδιά μου. Σέ μιά περίοδο ἤμουν κλειδωμένος στόν ἑαυτό μου, ὅπου ἐπρόσεχα μόνο τόν ἑαυτό μου. Τό ἐγώ μου πέθαινε καί ἀναγεννιόταν ἐν Χριστῶ. Μέσα μου εἶχα μιά θρησκευτική, μυστική, πνευματική ἀτμόσφαιρα. Ἀπέβαλλα εὔκολα τίς ἁμαρτίες, ἐφ᾿ ὅσον εἰσέβαλλε μέσα μου τό φῶς. Ἡ ἀρετή δέν ἦταν μιά ἀρχή, ἀλλά φῶς καί ζωή, ἦταν ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὅλο καί πιό τέλεια μέσα μου.
Ὡδηγούμουν διά τῆς Φιλοκαλίας καί τῆς ἁγίας Γραφῆς. Ὅ,τι εἶναι ὡραῖο καί καλό πλημμύριζε τήν ψυχή μου. Ἔμενα κατάπληκτος ἀπό τήν τόση πολλή ψυχική μου ὡραιότητα. Εὕρισκα καί πάλι τόν κόσμο σέ μιά ἄλλη παρουσία. Εἶχα πολλές ἐσωτερικές χαρές. Ζοῦσα τήν ἀναγέννηση πραγματικά, βαθμιαία καί μυστικά.
Ἐπιμέλεια κειμένου Αναβάσεις
Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.