…ὁ συγγραφεὺς  π ο υ θ ε ν ὰ  δὲν καλεῖ τοὺς ἀνθρώπους τῶν θρησκειῶν μὲ θέρμη καὶ παρρησία, μὲ ζῆλο πνευματικὸ στὴν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ παντοῦ ἐπαγγέλλεται καὶ κηρύσσει μία παγκόσμια κοινωνία ἀγάπης…

 Πρωτ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ

Ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ

Κριτικὲς τοποθετήσεις στό βιβλίο

«Παγκοσμιότητα καί Ορθοδοξία»

Ἀρχιεπ. Ἀλβανίας κ. Ἀναστασίου


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

 

1. Μία… «ἐλαστικὴ» Ἐκκλησιολογία;

Ἀφήσαμε τελευταία τὴ διαπραγμάτευση τῆς ἐντελέχειας, τοῦ οὐσιαστικοῦ στόχου τοῦ βιβλίου, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ὁ τίτλος του. Ἐκεῖνο ποὺ διατρέχει ὅλα τὰ κείμενα τοῦ τόμου εἶναι ἡ διακήρυξη τῆς παγκοσμιότητος τῆς Ὀρθοδοξίας. Πρὶν προχωρήσουμε ὀφείλουμε νὰ ποῦμε ὅτι γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ἡ οἰκουμενικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας θεωρεῖται δεδομένη. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι ἀκολούθησαν τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη» (Ματθ. 28, 19). Γι’ αὐτὸ ἐκήρυξαν μὲ κόπους πολλούς, κινδύνους καὶ μαρτύρια τὸ Εὐαγγέλιο σ’ ὅλο τὸν κόσμο, ἐβάπτισαν τοὺς πιστεύσαντας στὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, οἰκοδομώντας τους στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.Ἐξ ἄλλου ἡ καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας ποὺ διακηρύσσεται στὸ Σύμβολο τῆς πίστεως, περιλαμβάνει ὡς στοιχεῖο τῆς τὸ κήρυγμα σ’ ὅλα τὰ ἔθνη, τὴν ἐπέκταση τῆς Ἐκκλησίας σ’ ὅλο τὸν κόσμο, τὴν Οἰκουμένη.

Ἀξίζει ἐδῶ νὰ παραθέσουμε μερικὰ ἀπ’ ὅσα λέγει ὁ ἐν ἁγίοις Πατὴρ ἠμῶν Κύριλλος ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύμων περὶ τῆς Καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας: «Καθολικὴ μὲν οὒν καλεῖται διὰ τὸ κατὰ πάσης εἶναι τῆς οἰκουμένης ἀπὸ περάτων γὴς ἕως περάτων, καὶ διὰ τὸ διδάσκειν καθολικῶς καὶ ἀνελλιπῶς ἅπαντα τὰ εἰς γνῶσιν ἀνθρώπων ἐλθεῖν ὀφείλοντα δόγματα, περὶ τὲ ὁρατῶν καὶ ἀοράτων πραγμάτων, ἐπουρανίων τὲ καὶ ἐπιγείων, καὶ διὰ τὸ πᾶν γένος ἀνθρώπων εἰς εὐσέβειαν ὑποτάσσειν… καὶ διὰ τὸ καθολικῶς ἰατρεύειν… καὶ θεραπεύειν ἅπαν τὸ τῶν ἁμαρτιῶν εἶδος… Ἐκκλησία δὲ καλεῖται φερωνύμως διὰ τὸ πάντας ἐκκαλεῖσθαι καὶ ὁμοὺ συνάγειν…». Συνεχίζοντας δὲ ὁ ἅγιος γράφει ὅτι οἱ βασιλεῖς ἐξουσιάζουν ὅσα ἔθνη ἔχουν στὰ ὅρια τῆς βασιλείας τοὺς «μόνης δὲ τῆς ἁγίας καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν οἰκουμένην πάσαν ἀπεριόριστον ἐχούσης τὴν δύναμιν. Ἔθηκε γὰρ ὁ Θεὸς κατὰ τὸ γεγραμμένον τὸ ὅριον αὐτῆς εἰρήνην…»93.

Εἶναι λοιπὸν προτιμότερο ἀντὶ γιὰ παγκοσμιότητα νὰ ὁμιλοῦμε, ὅπως καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες, περὶ Καθολικότητος συνάπτοντας, ἐξαρτώντας αὔτη τὴν ἔννοια-ἰδιότητα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας, ὅπως τὸ κάμει καὶ τὸ Σύμβολο τῆς πίστεως. Οἱ ὄροι παγκοσμιότητα καὶ οἰκουμενικότητα ἔχουν ὑποστεῖ φθορὰ ὁ μὲν πρῶτος ἀπὸ τὴν προϊούσα ἀνθρωπόλεθρο νόσο τῆς παγκοσμιοποιήσεως ὁ δὲ δεύτερος, χωρὶς νὰ ἀποκλείεται παντελῶς ἡ χρήση του, ἀπὸ τὴ λύμη τοῦ διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοὺ οἰκουμενισμοῦ. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἡ χρήση τῶν ὅρων αὐτῶν δὲν παραπέμπει πάντοτε καὶ ἐπακριβῶς στὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά, ὅπως μπορεῖ νὰ διαπιστώσει καὶ ὁ ἀναγνώστης τοῦ ὑπὸ κρίσιν βιβλίου, πολλὲς φορὲς σὲ πάσης φύσεως «μαζέματα», συνονθυλεύματα, τὰ ὁποῖα εἶναι θλιβερὰ ὑποκατάστατα τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ.

Ἐξ ἄλλου ὁ ὅρος «καθολικὸς» καὶ «καθολικότης», παρμένος ἀπὸ τὴν ἀριστοτελικὴ φιλοσοφία, μεταμορφώθηκε στὸ χῶρο τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας καὶ ὅπως εἴδαμε στὸ κείμενο τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, δὲν ἔχει μόνο περιεχόμενο τοπικό, δηλ. δὲν ἐκφράζει μόνο τὸν παγκόσμιο χαρακτήρα τοῦ κηρύγματος τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ τὴν πληρότητα τῆς ἀληθείας καὶ τῆς χάριτος καὶ τῆς ζωῆς, τὸ «καθόλου» ποὺ ἔχει ἡ Ἐκκλησία σὲ κάθε ἐνορία, σὲ κάθε εὐχαριστιακὴ σύναξη τελούμενη στὸ ὄνομα τοῦ ὀρθοδόξου ἐπισκόπου. «Ὡς ἀκριβῶς διὰ τὸν Ἀριστοτέλη ἕκαστος συγκεκριμένος ἄνθρωπος ἀποτελεῖ τὴν πλήρη ἐνσάρκωσιν τοῦ καθόλου ἀνθρώπου, οὕτω καὶ διὰ τὸν Ἰγνάτιον (ἔνν. τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου) ἑκάστη τοπικὴ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὴν ἐνσάρκωσιν τοῦ ὅλου Χριστοῦ καὶ τῆς καθόλου Ἐκκλησίας»94.

Ἔτσι λοιπὸν χρησιμοποιώντας τὸν ὄρο «καθολικότης» μὲ τὸ πλῆρες ἐκκλησιολογικὸ τοῦ περιεχόμενο, ξέρουμε τί πιστεύουμε καὶ τί θέλουμε ὡς Ὀρθόδοξοι, ξέρουμε τί ἐπιδιώκουμε καὶ προφυλασσόμεθα ἀπὸ ἄτοπες καὶ συγκεχυμένες ἰδέες, ἀπὸ ἀνεδαφικοὺς καὶ ἀνεπίτρεπτους ὁραματισμοὺς «παγκόσμιας κοινωνίας ἀγάπης» καὶ «παγκόσμιας κοινότητος». Εἴπαμε στὸ τρίτο κεφάλαιο, τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται μεταξὺ ἄλλων καὶ στὴν ἐσφαλμένη Ἐκκλησιολογία τοῦ ὑπὸ κρίσιν βιβλίου, ὅτι ὁ Κύριος ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ συναγάγει εἰς ἐν τὰ διεσκορπισμένα τέκνα τοῦ Θεοῦ. Εἴπαμε ἐπίσης ποὺ καὶ πὼς γίνεται αὐτὴ ἡ συναγωγή. Ὁ Κύριος προσλαμβάνοντας τὴν ἀνθρώπινη φύση τὴν καθάρισε, τὴν ἀποκατέστησε καὶ τὴν ἔνωσε μὲ τὴν θεία φύση στὸ πρόσωπό Του. Αὐτὴ ἡ θεανθρωπίνη ἕνωση εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Αὐτὴ τὴν ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ οἰκειοποιεῖται, κάμει δική του, κάθε βαπτιζόμενος ὀρθοδόξως, καθένας ποὺ κοινωνεῖ τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὴν κάμει ζωντανότερη καὶ ἀληθέστερη ὅταν ἀγωνίζεται τὸν καλὸν πνευματικὸ ἀγώνα. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ ἑνότητα, τὴν ὁποία ἀναζητεῖ κάθε ἄνθρωπος, ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα: ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Ἄλλη ἀληθινὴ κοινότητα, κοινωνία ἀγάπης δὲν ὑπάρχει. Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία εἶναι «ἡ αὐλὴ» τῶν λογικῶν προβάτων γιὰ τὴν ὁποία κάμει λόγο ὁ Χριστός. Σ’ αὐτὴν ἐπιθυμεῖ νὰ ὁδηγήσει καὶ τὰ «ἄλλα πρόβατα» ποὺ εἶναι ἔξω καὶ ἔτσι νὰ γίνει «μία ποίμνη [ἡ Ἐκκλησία] εἰς ποιμὴν» [ὁ Χριστὸς] (Ἰω.10,16).

Γι’ αὐτὴν τὴν οἰκουμενικότητα-καθολικότητα ἄραγε ὁμιλεῖ ὁ συγγραφεύς; Ἀπὸ τὴν προσεκτικὴ μελέτη τοῦ βιβλίου δὲν μπορέσαμε νὰ πεισθοῦμε ὅτι μὲ τοὺς ὅρους «οἰκουμενικὸς» καὶ «παγκόσμιος» ἐννοεῖ τὴν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἂς δοῦμε σχετικὰ ἀποσπάσματα:

«Ἐπιβάλλεται», γράφει ὁ συγγραφεύς, «ἡ στενότερη συνεργασία ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκέφαλων Ἐκκλησιῶν, ἡ οὐσιαστικὴ ἀλληλοϋποστήριξη, ἀλλὰ καὶ ἡ καλλιέργεια τῆς οἰκουμενικῆς συνειδήσεως τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἑνωμένοι μὲ τὸν Χριστὸ μέσα στὴν Ἐκκλησία Τοῦ ὑπερβαίνουμε τὸ προσωπικό μας “ἐγώ”, ἢ τὸ ἐθνικό μας “ἐμεῖς”, γιὰ νὰ συναντήσουμε μὲ κατανόηση καὶ ἀγάπη ὅλους τους ἀνθρώπους καὶ ὅλους τους λαοὺς» (σ. 271).

Ἂν καὶ ἡ παρότρυνση γιὰ ὑπέρβαση τοῦ ἐθνικοῦ μας «ἐμεῖς», κατὰ τὴ γνώμη μας, θίγει τὴν ἑλληνορθόδοξη αὐτοσυνειδησία μας ποὺ βάλλεται ἀνελέητα ἀπὸ τοὺς ἰθύνοντες τῆς Παιδείας, τοὺς ἀνθρώπους τῆς ψευτοκουλτούρας καὶ τὰ Μ.Μ.Ε., τὸ πνεῦμα τῶν ἀνωτέρω λόγων εἶναι ὀρθό. Ἀλλὰ ποιὰ εἶναι ἡ συνέχεια; Ποῦ θὰ συναντήσουμε «ὅλους τους ἀνθρώπους καὶ τοὺς λαούς», ὅλες τὶς μυριάδες τῶν ἀβαπτίστων Εὐρωπαίων, Ἀσιατῶν, Ἀφρικανῶν, Ἀμερικανῶν καὶ Αὐστραλῶν; Μήπως στὴν Ἐκκλησία; Ὄχι! Θὰ τοὺς συναντήσουμε, ὅπως λέγει στὴ συνέχεια, «μὲ σταθερὸ ὅραμα: μία παγκόσμια κοινωνία ἀγάπης» (σ. 271). Γι’ αὐτὸ μέσα ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ ὁ συγγραφεὺς  π ο υ θ ε ν ὰ  δὲν καλεῖ τοὺς ἀνθρώπους τῶν θρησκειῶν μὲ θέρμη καὶ παρρησία, μὲ ζῆλο πνευματικὸ στὴν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ παντοῦ ἐπαγγέλλεται καὶ κηρύσσει μία παγκόσμια κοινωνία ἀγάπης, ὅραμα κοινωνίας ἀγάπης κ.λ.π.95. Μήπως ὅμως ὡς «παγκόσμια κοινωνία ἀγάπης» ἐννοεῖται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ; Ἂς τὸ ἐξετάσουμε.


93. Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις φωτιζόμενων ΙΗ’, ἐπιλογὴ ἀπὸ τὰ κεφάλαια ΚΓ’, ΚΔ’, ΚΖ’ ἀπὸ τὸ βιβλίο Κατηχήσεις Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων. Ἐκδόσεις ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ, σελ. 406-410.

94. Βλ. Ί. Ζηζιούλα (νῦν ἐπισκόπου Περγάμου Ἰωάννου), Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἐν τὴ Θεία Εὐχαριστία καὶ τῷ Ἐπισκοπῶ κατὰ τοὺς τρεῖς πρώτους αἰώνας, Ἀθῆναι 1965, σ. 99. Τὸ ὅλο θέμα περὶ καθολικότητος ἐξετάζεται στὶς σελίδες 88-110. Εἶναι παράδοξο πὼς μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς τόσο ἐπιτυχημένες τοποθετήσεις τοῦ Σεβασμιωτάτου στὸ θέμα τῆς καθολικότητος, κατέληξε σὲ ὁμιλία του στὴ Ρώμη νὰ εἰπεῖ ὅτι ὑπάρχουν δύο πνεύμονες τῆς Ἐκκλησίας, ἕνας στὴν Ἀνατολὴ καὶ ἕνας στὴ Δύση. Μία θέση ποὺ καταβιβάζει τὴν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας σὲ κάποιο κομμάτι «χριστιανικῆς» παγκοσμιότητας. Πιθανὸν ἡ στάση τοῦ αὐτὴ νὰ ὀφείλεται στὴν ὑπερέξαρση τῆς ὁπωσδήποτε ὑψηλῆς θέσεως τοῦ Ἐπισκόπου, τὴν ὁποία ὑποστηρίζει στὸ προαναφερθὲν βιβλίο του. Ἔτσι ὁ ὑπερτονισμὸς αὐτός, ἡ εἰδωλοποίηση τοῦ ἐπισκόπου καταλήγει στὸν ἕνα Ἐπίσκοπο, τὸν Πάπα!

95. Βλέπε σελίδες: 31,33,43,51,53,64,206,266,269.

 

Ἀντιαιρετικὸν Ἐγκόλπιον    www.egolpion.com

18   ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ  2012

http://www.egolpion.com/elastiki_eklisiologia.el.aspx