❈ Ὅταν ἡ ζωή τῶν γονέων εἶναι ἁγία μεταγγίζεται καί στά παιδιά. Θά πεῖ κανείς:
– Πῶς γίνεται κάποια παιδιά ἀπό Χριστιανούς γονεῖς νά ἐπιλέγουν τόν κακό τόν δρόμο;
Συμβαίνει ναί. Ἀλλά πολλές φορές οἱ γονεῖς εἶναι φαινομενικά τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί μέ τό νά πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία δέν σημαίνει ὅτι εἶναι ὀργανικά κύτταρα τοῦ σώματος, δηλαδή ὀργανικά ἐνταγμένοι στόν Χριστό. Πολλοί πᾶνε στήν Ἐκκλησία, ἀκόμα – ἀκόμα πολλοί ἐξομολογοῦνται καί πάλι δέν εἶναι τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή ζωντανά κύτταρα τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ γιατί δέν μετανοοῦν.
Ἀληθινό κύτταρο εἶσαι ὅταν μετανοεῖς, δηλαδή ὅταν ἀλλάζεις ζωή. Πολλοί πᾶνε στήν Ἐκκλησία καί ἀμέσως μετά πᾶνε καί στά μπουζούκια. Λένε:
– Κάναμε ἀγρυπνία, τώρα ἄς πᾶμε νά γλεντήσουμε ἤ τό πρωί θά πᾶμε νά κοινωνήσουμε.
Αὐτή εἶναι ἐκκοσμίκευση, δέν εἶναι σύμφωνο μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δέν τό ἐγκρίνει ὁ Χριστός. Κάποιοι πού θέλουν νά λέγονται ἀνοιχτόμυαλοι καί μοντέρνοι Χριστιανοί, λένε:
«γιατί ὄχι;» καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Δέν γίνεται. Εἶναι σάν νά περπατᾶς ταυτόχρονα σέ δυό δρόμους ἀντίθετους, μπορεῖς; Θά σκιστεῖς στή μέση, δέν μπορεῖς, θά διαλυθεῖς.
Ἐάν θέλεις νά εἶσαι φίλος τοῦ κόσμου, θά πρέπει νά γίνεις ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ξεκάθαρο αὐτό, εἶναι λόγος τοῦ Θεοῦ «ὅς ἄν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ἰακ. 4,4). Μόνο πού θά σκεφθεῖ κάποιος νά γίνει φίλος τοῦ κόσμου, τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος, ἀμέσως γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Μόνο πού θά σκεφτεῖ, ὄχι νά τό βάλει καί σέ πράξη.
Ὅταν λοιπόν οἱ γονεῖς εἶναι πραγματικά τῆς Ἐκκλησίας καί ζοῦνε σωστά, δύσκολα τά παιδιά ξεφεύγουν. Τόν κακό δρόμο παίρνουν τά παιδιά τῶν ὁποίων οἱ γονεῖς εἶναι ἐπιφανειακά τῆς Ἐκκλησίας καί δέν ζοῦνε σωστά τόν Χριστό, ὁπότε δέν τούς μεταγγίζουν καί τόν Χριστό. Τούς μεταδίδουν μιά καθηκοντολογία, μιά ἠθικολογία, ἕνα ξερό πράγμα, ἕνα σύστημα κανόνων, ἕνα τίποτα οὐσιαστικά.
Τό παιδί ἀντιδράει και λέει οὐσιαστικά στον γονέα:
– Ἐσύ ἔχεις αὐτούς τούς κανόνες, ἐγώ γιατί νά τούς ἀκολουθήσω, ἀφοῦ καί ἐσύ πού τούς ἔχεις, οὐσιαστικά δέν σέ ὠφέλησαν σέ τίποτα καί ἄγχος ἔχεις καί μέσα στά νεῦρα εἶσαι καί βρίζεις καί σκοτάδι ἔχεις καί κατάθλιψη ἔχεις, σέ τί σέ ὠφέλησε ἡ Ἐκκλησία;.
Δέν ζοῦνε δηλαδή οἱ γονεῖς τήν Ἐκκλησία, ὁπότε καί τά παιδιά ἀναγκαστικά θά ἀκολουθήσουν μέχρι κάποια ἡλικία καί μετά θά φύγουν.
Ἔτσι ἐξηγεῖται – κατά τήν ταπεινή μου γνώμη – τό φαινόμενο νά ἔρχονται πολλοί γονεῖς καί νά μοῦ λένε:
– Πάτερ, τό παιδί μου πήγαινε μέχρι τά δεκαπέντε – δεκαέξι, ντυνόταν καί παπαδάκι…
Ὅλα τά μικρά ἀγόρια στήν Ἑλλάδα ντυνόντουσαν παπαδάκια… καί μετά τί ἔγινε; Πάει τό χάσαμε τό παιδί. Ξέφυγε. Πῶς ξέφυγε; Τό εἶχες δεκαέξι χρόνια κοντά σου, σ’ ἔβλεπε ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ, εἶχες – ὑποτίθεται – μιά ζωή ἐν Χριστῷ, εἶσαι μέσα στό φῶς τοῦ Θεοῦ – ὑποτίθεται – καί μετά ξέφυγε; Ἔτσι εὔκολα ξεφεύγεις;
Γιά νά ξεφύγεις σημαίνει ὅτι καί ἐσύ δέν τό ζοῦσες ἤ τό ζοῦσες πολύ ἐπιφανειακά…
Ἱερομ. Σάββα Ἁγιορείτου (Ὁμιλία 19 – 3 – 2011)