«Τον 7ο αιώνα υψώθηκε πανηγυρικά ο τίμιος Σταυρός στα Ιεροσόλυμα, για να τον δει και να τον προσκυνήσει όλος ο λαός.*
Εκείνου του γεγονότος ανάμνηση είναι η τελετή της υψώσεως του Σταυρού, που γίνεται κάθε χρόνο, στις 14 Σεπτεμβρίου, στους ενοριακούς και μοναστηριακούς ναούς. Αυτή η Ύψωση, όμως, είναι εξωτερική. Υπάρχει, θα λέγαμε, και μια πνευματική Ύψωση του Σταυρού που συντελείται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου.
Όταν κάποιος σταθερά αποφασίζει να αυτοσταυρωθεί, νεκρώνοντας τα πάθη του. Όποιος δεν το κάνει, δεν είναι αληθινός Χριστιανός. Το λέει ξεκάθαρα ο απόστολος: «Οι του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλάτας 5, 24). Όσοι, δηλαδή, είναι του Χριστού, έχουν σταυρώσει τον αμαρτωλό εαυτό τους μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες του.


Σημείωση
* Ο Πέρσης βασιλιάς Χοσρόης Β’ (590- 628), που κατέλαβε την Αγία Πόλη το 614, άρπαξε το τίμιο Ξύλο και το μετέφερε στην Περσία. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα ο αυτοκράτορας Ηράκλειτος (610- 641) νίκησε τους Πέρσες και πήρε πάλι το Σταυρό. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 628 τον έφερε στο ναό της Αναστάσεως των Ιεροσολύμων, όπου τον ύψωσε ο πατριάρχης άγιος Ζαχαρίας (609- 631). Από τότε επικράτησε σε Ανατολή και Δύση η εορτή της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού ως λαμπρή πανήγυρη.
«Δεῦτε χαρμονικῶς, ἀσπασώμεθα πάντες, τὸ σωτήριον ξύλον, ἐν ὧ ἐξετανύθῃ, Χριστὸς ἡ ἀπολύτρωσις».
Απολυτίκιο
«Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοὶς Βασιλεύσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος καὶ τὸ σὸν φυλάττων διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα».
«Ὁ μετὰ τρίτον οὐρανὸν ἀρθεὶς ἐν Παραδείσῳ, καὶ ῥήματα τὰ ἄρρητα καὶ θεία, ἃ οὐκ ἐξὸν γλώσσαις λαλεῖν, τὶ τοὶς Γαλάταις γράφει, ὡς ἐρασταὶ τῶν Γραφῶν, ἀνέγνωτε καὶ ἔγνωτε, Ἐμοί, φησί, καυχάσθαι μὴ γένοιτο, πλὴν εἰ μὴ ἐν μόνῳ τῶ Σταυρῶ τῶ τοῦ Κυρίου, ἐν ὧ παθῶν, ἔκτεινε τὰ πάθη, Αὐτὸν οὖν καὶ ἡμεῖς βεβαίως κραιῶμεν τοῦ Κυρίου τὸν Σταυρὸν καύχημα πάντες, ἔστι γὰρ σωτήριον ἡμῖν τοῦτο τὸ ξύλον, ὅπλον εἰρήνης ἀήττητον τρόπαιον».
«Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῶ ἑκουσίως, τὴ ἐπωνύμω σου καινὴ πολιτεία, τοὺς οἰκτιρμούς σου δώρησαι, Χριστὲ ὁ Θεός, Εὔφρανον ἐν τῇ δυνάμει σου, τοὺς πιστοὺς Βασιλεῖς ἡμῶν, νίκας χορηγῶν αὐτοῖς, κατὰ τῶν πολεμίων, τὴν συμμαχίαν ἔχοιεν τὴν σήν, ὅπλον εἰρήνης, ἀήττητον τρόπαιον».