Ἕνα παράδειγμα πνευματικῆς σοφίας.
Ἐκλεκτές διηγήσεις καί προσευχές γιά μικρά παιδιά
Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι τό πανάγαθο, πανάγιο, παντοδύναμο, πάνσοφο καί πάμφωτο Πνεῦμα, τό ὁποῖον φωτίζει τόν ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο. Εἶναι τό Πνεῦμα πού φέρει φῶς στόν νοῦ τοῦ κάθε ἀνθρώπου, πού βαπτίζεται στό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἐμεῖς ἀπό τό ἱερό Βάπτισμα ἀνήκουμε στήν ζῶσα Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Δέν λέγει ἔτσι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; Ἐσεῖς εἶσθε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ τοῦ Ζῶντος καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ μέσα σας. Ὅταν ἔχουμε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέσα μας, τότε ὁ νοῦς μας εἶναι φωτεινός καί ἔχουμε ἀγαθούς λογισμούς.
Ὄντως αὐτό τό Πνεῦμα τοῦ φωτός καί τῆς ἁγιωσύνης ἀπομακρύνεται ἀπό ἐμᾶς ὅταν τό στενοχωροῦμε. Μέ κάτι πού στενοχωρούμεθα ἐμεῖς, στενοχωροῦμε ταυτόχρονα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τό διώχνουμε ἀπό ἐπάνω μας.
Ἐμεῖς διώχνουμε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἀπό ἐπάνω μας μέ τίς ἁμαρτίες μας. Μπορεῖ νά μείνη σ᾿ἕνα σκοτεινό τόπο τό φῶς; Ὄχι, βέβαια. Ἔτσι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν μπορεῖ νά μείνη ἐκεῖ ὅπου γίνονται τά ἔργα τοῦ σκότους, διότι ὁ Χριστός εἶναι τό Πνεῦμα τοῦ φωτός.
Τί μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; Νά ἀρνηθοῦμε τά ἔργα τοῦ σκότους καί νά ἐνδυθοῦμε τά ἐνδύματα τοῦ φωτός. Ποιά εἶναι τά ἔργα τοῦ σκότους; Οἱ ἁμαρτίες.
Ὅτι τά ἔργα τοῦ σκότους εἶναι οἱ ἁμαρτίες, ἔρχεται στόν νοῦ μας ὁ σκοτεινός ἄνθρωπος, ὁ ταραγμένος, ὁ ἀσθενής, ὁ τυφλός στήν πνευματική ζωή.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κάνει τό κακό, λυπᾶται καί ἀπομακρύνεται σιγά σιγά ἀπό κοντά του τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὁ φύλακας ἄγγελός του καί στήν θέσι τους ἔρχεται ὁ διάβολος καί τό κακό πνεῦμα. Ἀλλά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐπιστρέφει μέ ὅλη τήν καρδιά του στήν μετάνοια, μισεῖ τά κακά του ἔργα καί ἀποφασίζει νά μήν λυπήση πάλι στόν Θεό μέ τίς ἁμαρτίες του. Τότε χαίρεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὅλοι οἱ ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ, ἐπιστρέφει κοντά του ὁ φύλακας ἄγγελος τῆς ψυχῆς του καί ἀπομακρύνεται ἀπό κοντά του τό κακό καί πονηρό πνεῦμα.
Τώρα ἔχω νά σᾶς εἰπῶ ἕνα παράδειγμα ἀπό τό ὁποῖο θά καταλάβετε πώς τό ἁμάρτημα τῆς λαιμαργίας σκοτίζει τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου καί τόν ὁδηγεῖ νά κάνει ἀπερίσκεπτα ἔργα.
Ἕνας ἄνθρωπος κάποτε ἔφτιαξε μία παγίδα καί τήν ἔβαλε κάτω σέ κάτι χορτάρια γιά νά πιάση πουλιά. Ὅταν τήν τοποθέτησε, ἔπιασε ἕνα ἀηδόνι τό ὁποῖο ἔχει ἕνα θαυμάσιο μελώδημα καί ἤθελε νά τό σκοτώση γιά νά τό φάη.
Αὐτό τό σοφό καί ἔξυπνο πουλί, τοῦ ἔδωσε φωνή ὁ Θεός καί ἐμίλησε σάν ἄνθρωπος.
Εἶπε τά ἑξῆς στόν κυνηγό:
-Ἔε, ἄνθρωπε, ἐάν θά μέ σκοτώσης, τί ὄφελος θά ἔχης ἀπό μένα; Βλέπεις πόσο μικρούτσικο εἶμαι, ὁπότε μήν ἐλπίζης ὅτι θά γεμίσης τήν κοιλιά σου μέ τό δικό μου κρέας. Ἐάν θά μέ ἐλευθερώσης, ἐγώ θά σοῦ δώσω τρία μαθήματα, τά ὁποῖα, ἄν τά φυλάξης, θά σοῦ εἶναι ὠφέλιμα σέ ὅλη σου τήν ζωή.
Ἐκεῖνος ὁ κυνηγός ἐθαύμασε πολύ ἀπ᾿ αὐτά τά λόγια καί τοῦ εἶπε τοῦ πουλιοῦ ὅτι ἐάν θ᾿ ἀκούση τίς διδασκαλίες του, τότε θά τό ἐλευθερώση.
Ὁπότε τό ἀηδόνι στάθηκε μπροστά του καί τοῦ εἶπε:
-Ἄνθρωπε, δέν πρέπει νά εἶσαι λαίμαργος, διότι ἡ λαιμαργία σκοτίζει τόν νοῦν. Κατόπιν μήν ἁπλώνης σέ τίποτε, σέ ὅ,τι δέν μπορεῖς νά τό πιάσης. Καί νά μή πιστεύης ποτέ στά ψέμματα. Αὐτές τίς τρεῖς διδασκαλίες νά φυλάξης καί θά ὠφεληθῆς πολύ.
Καί ἐθαύμασε πολύ αὐτός ὁ κυνηγός μέ τά λόγια τοῦ ἀηδονιοῦ καί τό ἀπελευθέρωσε ἀπό τό κλουβί. Ἀλλά αὐτό τό ἀηδόνι, ὄντας σοφό ἀπό τόν Θεό, ἤθελε νά ἰδῆ ἐάν αὐτός ὁ ἄνθρωπος ὠφελήθηκε ἔστω καί λίγο ἀπ᾿ αὐτές τίς διδασκαλίες του ἤ ὄχι. Ἄρχισε νά πετᾶ ψηλά, ὅπου δέν μποροῦσε νά φθάση ὁ κυνηγός καί τοῦ εἶπε:
Ὤ, πόσο κακός γίνεται ὁ ἄνθρωπος χωρίς συμβουλή καί χωρίς μυαλό! Ἔε, ἄνθρωπε, πόση περιουσία ἔχασες σήμερα, διότι στήν κοιλιά μου εἶναι ἕνα μεγάλο μαργαριτάρι, σάν τό αὐγό τοῦ ἀετοῦ!
Ὁ κυνηγός, ὅταν ἄκουσε αὐτό τόν λόγο τοῦ ἀηδονιοῦ, λυπήθηκε πάρα πολύ διότι ἐλευθέρωσε τό πουλί. Προσπάθησε καί πάλι νά τό πιάση. Καί τοῦ εἶπε μέ πονηρία:
-Ἔλα στό σπίτι μου καί θά σέ φιλοξενήσω καλά καί πάλι θά σέ ἀφήσω νά φύγης.
Καί τό ἀηδόνι τοῦ ἀπήντησε:
-Ἤθελα νά ἰδῶ τί διδάχθηκες ἀπ᾿ αὐτά πού σοῦ εἶπα καί σοῦ ἔδειξα μέ τό ἔργο τί παθαίνει αὐτός πού δέν ἀκούει καί δέν ἐκπληρώνει τά λόγια τῆς σοφίας. Καί ἰδού τώρα ἐγνώρισα ὅτι δέν διδάχθηκες τίποτε ἀπό τό μάθημα πού σοῦ ἔδωσα.
Πρῶτα σοῦ εἶπα νά μήν εἶσαι λαίμαργος, διότι ἡ λαμαργία σκοτίζει τόν νοῦ, ἀλλά ἐσύ τώρα ἄκουσες γιά τό μαργαριτάρι καί προσπάθησες καί πάλι νά μέ πιάσης. Ἔτσι μοῦ ἔδειξες ὅτι σκοτίσθηκες στόν νοῦ, ἔκανες ὅ,τι ἔκανες μέ ἀπερισκεψία καί ἀνοησία καί κατεπάτησες ἀκόμη ἄλλες δύο συμβουλές μου πού σοῦ ἔδωσα.
Δέν σοῦ εἶπα νά μήν ἁπλώνης νά πιάσης ἐκεῖνο πού δέν μπορεῖς νά τό πιάσης; Καί ἰδού, δέν σκέφθηκες ὅτι ἐγώ πετῶ στόν αἰθέρα, ὅπου ἐσύ δέν μπορεῖς νά μέ φθάσης καί ἀναπηδοῦσες πρός ἐμένα. Καί ἐνῶ εἶδες ὅτι δέν μπορεῖς νά μέ φθάσης, ἡ λαιμαργία σοῦ προκάλεσε ὀργή. Ἀλλά ἀκόμη σέ ἔκαμε ψεύτη καί πονηρό γιά νά μέ ἐξαπατήσης καί νά μέ πιάσης.
Ἄραγε δέν σοῦ εἶπα ἐγώ κι αὐτό ὅτι δέν πρέπει νά πιστεύης σέ ψέμματα; Καί ἰδού τώρα ἔμαθα ὅτι ὁ νοῦς σου σκοτίσθηκε τελείως, διότι ἐπίστευσες ὅτι στήν κοιλιά μου ὑπάρχει ἕνα μαργαριτάρι, μεγαλύτερο ἀπό τό σῶμα μου καί δέν συλλογίσθηκες ὅτι ἐγώ εἶμαι μικρότερο ἀπό τό αὐγό τοῦ ἀετοῦ.
Λοιπόν, ζήτησε, ὦ ἄνθρωπε, νά κατευθύνης τήν ζωή σου καί νά μή κάνης ἔργα ἐντροπῆς γιά νά μή πέσης καί στά μεγαλύτερα ἁμαρτήματα.
Αὐτά τοῦ εἶπε τό ἀηδόνι καί ἐπέταξε καί πάλι ψηλά, ἐνῶ ὁ κυνηγός ἔμεινε
ἐντροπιασμένος γιά τήν ἔλλειψι πνευματικῆς του σοφίας.
Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά αἰχμαλωτιζώμεθα ἀπό τήν λαιμαργία, οὔτε καί ἀπό ἄλλα πάθη, διότι τότε ὁ νοῦς μας σκοτίζεται καί θά στερηθοῦμε τοῦ φωτός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τότε σίγουρα θά πέσουμε καί σέ ἄλλα ἁμαρτήματα, ὅπως στήν ὀργή, στήν ταραχή, στήν πονηρία, στήν ὀκνηρία, στό ψεῦδος καί στήν κακία. Ἀκόμη τά ψέμματα τῶν ἄλλων θά τά πιστεύσουμε ὡς ἀληθινά μέ εὐκολία, διότι στόν νοῦ μας δέν θά ὑπάρχει τό φῶς τῆς ἀληθείας.
Λοιπόν, νά ἔχουμε μέσα μας μεγάλο φόβο Θεοῦ καί νά προσέχουμε νά μή πέσουμε στό σκοτάδι τῶν ἁμαρτιῶν. Ἐάν ἀπό τήν ἀπροσεξία καί ἐπιπολαιότητά μας, γλυστρᾶμε πρός κάποιο ἁμάρτημα, νά διώχνουμε ἀπό μέσα μας τό σκοτάδι μέ τήν ἐγκατάλειψι τῶν κακῶν ἔργων καί μέ ἀποφασιστικότητα γιά νά μή λυπήσουμε τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τίς ἁμαρτίες μας. Ἐάν τό λυπήσουμε, τότε μέ τήν ἐξομολόγησι, τήν προσευχή καί τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ θά ἐπανέλθουμε καί πάλι κοντά στήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μέ τήν ἐπιτέλεσι τῶν καλῶν ἔργων, ὁ ἄνθρωπος, ὅσο ἁμαρτωλός καί νά εἶναι, ἔρχεται στό φῶς τῆς γνώσεως καί πλησιάζει τόν Θεό καί ἀπό ἄνθρωπος σκοτεινός καί ἁμαρτωλός γίνεται ἐκλεκτό δοχεῖο τοῦ Θεοῦ καί υἱός τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν καί στήν καρδιά του ἀκτινοβολεῖ τό φῶς τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.