Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
-
Ψυχοσωματική ἑνότης.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματική ἑνότης. Σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία: «Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματικό ὄν, πού σημαίνει ὅτι ἡ ψυχή δέν ἀποτελεῖ τόν ὅλον ἄνθρωπο, ἀλλά οὔτε καί τό σῶμα συνιστᾶ τόν ὅλον ἄνθρωπο»1. Εἴμαστε ψυχοσωματική ἑνότητα. Τό σῶμα ἐπηρρεάζει τήν ψυχή καί ἡ ψυχή τό σῶμα· γιαυτό ἔλεγε ὁ Γέροντας ὅτι πρέπει καί τό σῶμα νά συμμετέχει στόν ἀγῶνα τῆς ψυχῆς γιά τήν σωτηρία. Ἡ προσευχή, γιά παράδειγμα, θά πρέπει, ὅπως δίδασκε ὁ μακαριστός Γέρων, νά συνοδεύεται μέ μετάνοιες, πού εἶναι ἡ συμμετοχή τοῦ σώματος. Ἔλεγε:
«Ὅταν κάνεις μετάνοιες, ὠφελεῖσαι διπλᾶ. Δηλαδή οἱ μετάνοιες ὠφελοῦν τήν ψυχή, ἀλλά παράλληλα καί τό σῶμα ἐκείνου πού τίς κάνει. Ἀρκεῖ αὐτές νά μή γίνονται γιά τό δεύτερο. Καί ἡ μέν ψυχή ὠφελεῖται, γιατί μέ τόν τρόπο αὐτό ζητᾶ τήν συγχώρηση καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τό δέ σῶμα διότι, χωρίς νά τό ξέρει ὁ πολύς ὁ κόσμος, ἀσκοῦνται κατά τόν πλέον ἄριστο τρόπο οἱ κοιλιακοί μύες…» 2. (Στό βιβλίο Ἀν. Καλλιάτσου, Ὁ πατήρ Πορφύριος. Ἀθῆναι 2000, σελ. 77-79).
-
Ὁ προπτωτικός ἄνθρωπος
Στήν ἀρχέγονη (προπτωτική) ψυχική μας κατάσταση ὑπῆρχε ἡ ἁρμονία. Ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέρων: «Μές στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει ἡ ἁρμονία. Στήν ἀρχέγονη ψυχική μας κατάσταση ὑπῆρχε αὐτή ἡ ἁρμονία, γι’ αὐτό καί ὁρισμένοι ἄνθρωποι πού λέμε ὅτι ἔχουν χάρισμα, συμβαίνει διότι εἶναι ἁπλοί καί βγαίνει τό ἀρχέγονον. Ἤμασταν στήν ἁρμονία, τώρα ἔχομε πέσει στή δυσαρμονία καί εὐχαριστιόμαστε σ’ αὐτήν»3.
- Ἄνθρωπος= σῶμα + ψυχή + Ἅγιον Πνεῦμα.
Σῶμα, ψυχή καί Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι τά στοιχεῖα τοῦ προπτωτικοῦ Ἀδάμ καθώς καί τοῦ βεβαπτισμένου Ὀρθόδοξου Χριστιανοῦ. Μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης: «ἐκ τριῶν εἶναι τὸν ἄνθρωπόν φησι͵ πνεύματος καὶ ψυχῆς καὶ σώματος»4. Λέγει ἐπίσης ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος: «Ὁ ἄνθρωπος, οὐχί δέ μόνον μέρος αὐτοῦ ἐδημιουργήθη καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ. Τώρα, ἡ ψυχή καί τό Πνεῦμα ἀποτελοῦν βεβαίως μέρος τοῦ ἀνθρώπου, οὐχί ὅμως τόν ἄνθρωπον, διότι ὁ τέλειος ἄνθρωπος συνίσταται εἰς τήν σύμμιξιν καί ἕνωσιν τῆς δεχθείσης τό Πνεῦμα τοῦ Πατρός ψυχῆς καί τῆς σαρκικῆς ἐκείνης φύσεως, ἥτις ἔχει μορφωθεῖ κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ»5.
Ὁ δέ Ἅγιος Βασίλειος ἀναφερόμενος στό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο λέγει: «Ἐνεφύσησε γάρ εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ, τουτέστι μοίράν τινα τῆς αὐτοῦ Χάριτος ἐναπέθετο τῷ ἀνθρώπῳ, ἵνα τῷ ὁμοίως ἐπιγινώσκῃ τό ὅμοιον»6. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἐπίσης, ἑρμηνεύοντας τό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «ἐγένετο ὁ πρῶτος ἄνθρωπος Ἀδάμ εἰς ψυχήν ζῶσαν (Α’ Κορ. ιε’, 45), λέγει ὅτι: «Ψυχή ζῶσα σημαίνει «ἀείζωον, ἀθάνατον, ταὐτόν δ’ εἰπεῖν λογικήν∙ ἡ γάρ ἀθάνατος λογική∙ καί οὐ τοῦτο μόνον, ἀλλά καί κεχαριτωμένην θείως. Τοιαύτην γάρ ἡ ὄντως ζῶσα ψυχή»7.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀθάνατη κατά Χάριν καί ὄχι κατά φύσιν. Στήν Ὀρθόδοξη Πατερική Παράδοση, ἀθανασία τοῦ ἀνθρώπου , δέν εἶναι ἡ ζωή τῆς ψυχῆς πέραν τοῦ τάφου, ἀλλά ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου μέ τήν Χάρη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ζωή ἐν Χριστῷ εἶναι ἐκεῖνο, πού κάνει τόν ἄνθρωπο ἀθάνατο. Χωρίς τήν ἐν Χριστῷ ζωή ὑπάρχει νέκρωση, ἀφοῦ ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτή, πού δίδει ζωή στήν ψυχή. Οἱ πρωτόπλαστοι : «τῇ ἄνωθεν ἦσαν δόξῃ ἠμφιεσμένοι… Ἡ ἄνωθεν δόξα παντός ἱματίου μᾶλλον αὐτούς περιέσκεπε»8. Ἡ ἄνωθεν δόξα εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡ ἄκτιστη δόξα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἀνυψώνει τόν ἄνθρωπο στό «καθ’ ὁμοίωσιν». Αὐτή τήν ἄκτιστη δόξα ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά τή χάσει ἤ νά μήν τήν ἀποκτήσει ποτέ ἄν δέν βαπτισθεῖ. Τήν εἰκόνα ὅμως δέν τήν χάνουμε ποτέ, γιατί τήν ἔχουμε ἀπό τή γέννησή μας. «Τό καθ’ ὁμοίωσιν εἶναι θείαν ἀποβαλόντες, τό κατ’ εἰκόνα οὐκ ἀπωλέσαμεν»9.
Μέ τήν προπατορική ἁμαρτία χάσαμε τό καθ’ ὁμοίωσιν δηλ. τήν δυνατότητα νά κοινωνοῦμε καί νά ἑνωνόμαστε μέ τόν Θεό διά τῆς ἀκτίστου Θείας Χάρης. Αὐτήν τήν Χάρη τήν ξαναπαίρνουμε μέ τό Ἅγιον Βάπτισμα μας, τήν προσωπική μας Πεντηκοστή. Δυστυχῶς ὅμως τήν δοθεῖσαν βαπτισματική Χάρη δέν τήν διαφυλάττουμε ἐνεργό· τήν ἀπενεργοποιοῦμε πάλι μέ τήν ἁμαρτία. Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ὅμως, δέν μᾶς ἐγκαταλείπει. Μᾶς δίδει τήν δυνατότητα νά τήν ἐπανενεργοποιοῦμε διά τοῦ δευτέρου Βαπτίσματος πού εἶναι ἡ Μετάνοια. «Χωρίς τή Χάρη τοῦ Θεοῦ», δίδασκε ὁ ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, «εἴμαστε ὅμοιοι μέ τά ζῶα, ἀλλά μέ τή Χάρη ὁ ἄνθρωπος εἶναι μέγας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ»10.
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε τήν ἴδια κοινή οὐσία. Εἴμαστε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι «ἕνα», διότι ἔχουμε κοινό Πατέρα. Δίδασκε ὁ Γέροντας, ὁ ὁποῖος πράγματι βίωνε τήν ἑνότητα ὅλων τῶν ἀνθρώπων: «Μέσα στήν Ἐκκλησία ὅλοι ἐνσωματώνονται. Εἴμαστε ὅλοι ἕνα καί ὁ Χριστός κεφαλή. Ἕνα σῶμα, σῶμα Χριστοῦ: «Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους» (Α’ Κορ. 12, 27). Εἴμαστε ὅλοι ἕνα, γιατί ὁ Θεός εἶναι Πατέρας μας κι εἶναι παντοῦ. Ὅταν τό ζήσομε αὐτό, εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία… Εἴμαστε ἕνα ἀκόμη καί μέ τούς ἀνθρώπους πού δέν εἶναι κοντά στήν Ἐκκλησία. Εἶναι μακριά ἀπό ἄγνοια. Νά κάνομε προσευχή, ὁ Θεός νά τούς φωτίσει καί νά τούς ἀλλάξει, νά ἔλθουν κι αὐτοί στόν Χριστό»11. Ἐπειδή νιώθουμε ἕνα μέ ὅλους, γιαυτό ὁ Γέροντας ἔλεγε: «Πιό πολύ θά προσεύχεσθε γιά τούς ἄλλους παρά γιά τόν ἑαυτό σας. Θά λέτε τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καί θά ἔχετε μέσα σας πάντοτε καί τούς ἄλλους. Ὅλοι εἴμαστε παιδιά τοῦ ἴδιου Πατέρα, εἴμαστε ὅλοι ἕνα· γι’ αὐτό, ὅταν προσευχόμαστε γιά τούς ἄλλους, λέμε, «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», καί ὄχι, «ἐλέησέ τους». Τούς κάνομε ἔτσι ἕνα μέ τόν ἑαυτό μας»12. Εἶναι αὐτό, ἕνας τρόπος γιά νά ἀγαπήσουμε ἀληθινά τόν ἄλλο σάν τόν ἑαυτό μας.—————————————