ΤΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ Α΄.

ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΓΓΑΜΟΣ ΒΙΟΣ

 Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ

Ἡ ἀλλοίωση τοῦ ὀρθόδοξου πνεύματος καί ὁ μοναχισμός.

Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία καθώς καί κατά τούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες οἱ θεραπευμένοι ἐκκλησιαστικῶς ἄνδρες ἐκλέγονταν ἀπό τό ἐκκλησιαστικό σῶμα καί χειροτονοῦνταν πρεσβύτεροι καί Ἐπίσκοποι.

«Μεταξύ τῶν προφητῶν τῆς Ἐνορίας ὁ ἕνας προήδρευε. Ἔτσι ἐμφανίζεται ὁ προεστώς πρεσβύτερος μεταξύ πρεσβυτέρων μιᾶς Ἐνορίας ἤ ὁ Ἐπίσκοπος προεστώς μεταξύ πρεσβυτέρων μιᾶς Ἐνορίας. Τό θεμέλιο τῆς ἀποστολικῆς παραδόσεως καί διαδοχῆς δέν ἦταν αὐτή καθ’ ἑαυτὴν ἡ ἐπίθεση τῶν χειρῶν (αὐτό πού καλοῦμε σήμερα χειροτονία), ἀλλά ἡ μετάδοση ἀπό γενεάν εἰς γενεάν τῆς παραδόσεως τῆς θεραπείας ποὺ συνόδευε τὴν χειροτονία, δηλ. τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως…»1.

Μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου, ἰδιαίτερα ἀπό τόν 4ο αἰῶνα καί μετά, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή καί ἡ πνευματική ἀσκητική ζωή τῶν πρώτων χριστιανῶν ἀτόνησε στίς κοσμικές Ἐνορίες. Ἔτσι δέν βρίσκονταν εὔκολα ἄνθρωποι κατάλληλοι γιά Ἐπίσκοποι.«Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου δέν βρίσκονταν πάντοτε καί παντοῦ θεούμενοι ἤ καί φωτισμένοι γιά ἐκλογή καί χειροτονία σέ ἐπισκόπους καί πρεσβυτέρους. Καί ἄν ὑπῆρχαν, δέν τούς ἤθελαν πάντοτε οἱ ἐκλέκτορες. Πολλές φορές ἐπροτιμῶντο οἱ ἁπλῶς ἠθικοί καί καλοί, ἀλλά χωρίς νά εἶναι κάτοχοι τῆς παραδοσιακῆς θεραπευτικῆς ἀγωγῆς τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως. Ἐμφανίζονται δηλαδή Ἐπίσκοποι, πού σέ πρότερη ἐποχή θά ἦσαν ἁπλῶς λαϊκοί, ἀφοῦ δέν εἶχαν τό Ἅγιον Πνεῦμα προσευχόμενο μέσα στήν καρδιά τους ἀδιαλείπτως. Αὐτά ἀκριβῶς γράφει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος»2.

Βλέπομε δηλ. ὅτι ἕνας μοναχός, γύρω στό 1000 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Συμεών, διαφυλάττει τό ὀρθόδοξο πνεῦμα τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καί ἐλέγχει τίς παρεκκλίσεις πού παρετηροῦντο στήν ἐποχή του.

«Ὁ Ἅγιος Συμεών προκάλεσε ἐπανάσταση κατά τῆς καταστάσεως πού περιέγραψε, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐπανέλθει στό κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας ἡ θεραπευτική ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας καί νά καταλάβει πάλι τήν Ἱεραρχία ὁ Πατερικός ἡσυχασμός, ὅπως προβλέπει Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης.

Ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Πατερικοῦ ἡσυχασμοῦ, ἡ Ἐκκλησία καί τό ἔθνος ἐπέζησαν μετά τήν διάλυση τῆς Αὐτοκρατορίας, διότι ἡ πατερική θεραπευτική ἀγωγή…ἔδωσε τήν δύναμη νά ἀντέξουνστούς σκληρούς χρόνους τῆς Ἀραβοκρατίας, τῆς Φραγκοκρατίας καί τῆς Τουρκοκρατίας. Τήν διάλυση, ὅμως, τῆς πατερικῆς Παραδόσεως, καί τῆς Ρωμῃοσύνης, πού δέν ἐπέτυχαν οἱ ἀναφερθέντες κατακτητές, πέτυχαν σέ μεγάλο βαθμό τά ἀφεντικά κράτη τοῦ Νεοελληνισμοῦ μέσῳ τοῦ Κοραϊσμοῦ. Ἐπί αἰῶνες ἡ Φραγκιά γνώριζε τόν ἡσυχαστικό σπόνδυλο τῆς Ρωμῃοσύνης καί αὐτόν στόχευε νά ἐκριζώσει»3.

 Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο:«Τά ἀσκητικά τῆς Ἐνορίας» (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου) πού ἤδη κυκλοφορεῖ

1Πρωτοπρ. Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου (), Καθ. Πανεπιστημίου, ΡωμαῖοιΡωμηοί ΠατέρεςτῆςἘκκλησίας, Ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 28.

2.π.σελ.28-29.

3.π.σελ. 29.