«Τούς πτωχούς πάντοτε ἔχετε μεθ᾿ ἑαυτῶν, ἐμέ δέ οὐ πάντοτε ἔχετε»[1], λέγει ὁ Κύριος εἰς τούς ἀντιλέγοντας καί εἰς τούς ἐπιτιμούντας αὐτή τήν πιστή γυναίκα, τήν μετανοοῦσα, τήν γυναίκα αὐτή ἡ ὁποία ἔδειξε τήν ἀγάπη της εἰς τόν Κύριο καί Τόν ἄλειψε μέ μύρο. Θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει συνεχῶς αὐτή τήν ἀγάπη στόν Θεό, τόν Θεῖο ἔρωτα. Καί αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι πού θά τόν κρατάει σέ ἐγρήγορση καί θά ἔχει τήν διάκριση τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ.
«Νά ἔχετε συνέχεια τήν μνήμη τοῦ Θεοῦ», ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος. «Ἔτσι ὁ νοῦς σας θά ἀποκτήσει εὐλυγισία. Ἡ εὐλυγισία τοῦ νοῦ ἔρχεται ἀπό τήν ἐγρήγορση. Ἐγρήγορση εἶναι ὁ ἔρως γιά τόν Θεό». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σέ ἐγρήγορση, αὐτός ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἀγαπήσει τόν Θεό. Καί ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Θεό, εἶναι πραγματικά ἐν ἐργηγόρσει. Ἐγρήγορση «εἶναι νά ἔχειες πάντα στόν νοῦ καί στήν καρδιά σου τόν Χριστό, ἔστω κι ἄν κάνεις ἄλλες δουλειές. Θέλει ἔρωτα πρός τόν Χριστό, λαχτάρα. Μνήμη Θεοῦ θά ἀποκτήσετε μέ τήν εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», μέ τίς προσευχές τῆς Ἐκκλησίας, μέ τούς ὕμνους, μέ τό νά φέρνετε στόν νοῦ σας τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί χωρία ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί ἀπό ἄλλα πνευματικά βιβλία. Ὅλα αὐτά, λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος, μᾶς βοηθοῦν, ὥστε νά θυμόμαστε τόν Θεό. «Αὐτό βέβαια», λέγει, «θέλει ἀγαθή προαίρεση. Δέν γίνεται μέ ἐξαναγκασμό, ἀλλά κυρίως διά τῆς Θείας Χάριτος. Ἡ Θεία Χάρις ὅμως θέλει τίς προϋποθέσεις: τήν ἀγάπη καί τήν ταπείνωση»[2]. Καί τότε ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἔχει συνεχή μνήμη Θεοῦ καί νά εὐαρεστεῖ στόν Θεό.

 
«Ἄν ζεῖτε μέσα στήν θεία Χάρη, δέν θά σᾶς προσβάλλει τό κακό», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος. «Ἄν δέν ζεῖτε τό θεῖον, θά σᾶς κυκλώσει τό κακό, θά σᾶς πιάσει ἡ νωθρότης καί θά παιδεύεσθε. Ἅμα βλέπετε νωθρότητα, ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι καλά στήν ψυχή. Ἐμεῖς, πολλές φορές, ὅταν δοῦμε ἕναν ἄνθρωπο ἥσυχο, ἐχέμυθο, κάπως διακριτικό, λέμε πολύ καλός ἄνθρωπος, ἅγιος ἄνθρωπος.. Κι ὅμως μπορεῖ νά εἶναι νωθρός! Οἱ νωθροί, οἱ ὀκνηροί καί οἱ τεμπέληδες, δέν εἶναι ἐντάξει ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ. Ἡ τεμπελιά εἶναι πολύ κακό πράγμα. Ἡ νωθρότητα εἶναι ἀρρώστια, εἶναι ἁμαρτία. Ὁ Θεός δέν μᾶς θέλει νωθρούς. Ρέμπελα θά ζεῖτε; «Ἐξέχασα νά κάνω αὐτή τή δουλειά, παραδείγματος χάριν νά κλείσω τήν πόρτα, ὅταν βγῆκα ἀπό τό δωμάτιο». Τί θά πεῖ «ἐξέχασα»; Νά θυμηθεῖς! Νά προσέξεις! Ἐνῶ ἡ πολλή προσπάθεια, ἡ κίνηση, ὁ κόπος, ἡ δράση εἶναι ἀρετή. Ὁ σωματικός κόπος εἶναι ἀγώνας, ἀγώνας πνευματικός. Ὅσο ἀπερίσκεπτοι εἶστε, τόσο θά βασανίζεσθε. Ἀντίθετα, ὅσο εὐλαβεῖς καί προσεκτικοί, τόσο εὐτυχεῖς»[3].
 
Βλέπουμε πῶς ὁ Ἅγιος, δέν θέλει νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος νωθρός, τεμπέλης, ράθυμος, ἀπρόσεκτος, ἀλλά νά εἶναι ἄνθρωπος δραστήριος, ἐργατικός καί νά εἶναι σέ διαρκή μνήμη τοῦ Θεοῦ. Νά ἀγωνίζεται μέ ὅλες του τίς δυνάμεις γιά τήν κατόρθωση τοῦ καλοῦ.
 
«Στό Ἅγιον Ὄρος», λέγει, «στό κελί πού ἔχω, ἡ πόρτα ἔχει μιά παλιά μπετούγια, πρέπει νά την πιέσει κανείς γιά νά ἀνοίξει. Καί τότε κάνει ἕναν πολύ δυνατό θόρυβο. Κάθε φορά πού ἐρχόταν κάποιος καί τήν πατοῦσε, ἡ μπετούγια ἔκανε «κρααάκ»! Δέ ἑκατό μέτρα ἀκουγόταν ὁ θόρυβος. Δέν μποροῦσα, νά ἀνοίξουν χωρίς νά κάνουν θόρυβο. Ἐνῶ ἦταν εὔκολο καί τούς τό ἔδειξα καί δοκίμασαν, καί πάλι ἔκαναν θόρυβο.
 
Αὐτά τά πράγματα φαίνονται ἁπλά, ἀλλά ἔχουν σχέση μέ ὅλη μας τή ζωή. Ὅσο πλησιάζετε τόν Θεό, τότε εἶστε πιό προσεκτικοί, χωρίς νά τό ἐπιδιώκετε, σέ ὅλα τά πράγματα ἀλλά καί στά πνευματικά. Προσέχοντας γιά τήν ψυχή σας γίνεστε μέ τήν θεία Χάρη πιό ἔξυπνοι. Ἔχετε ἐργαστεῖ στή ζωή σας χωρίς λογισμούς; Δέν κάνετε λάθη. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ σᾶς σκεπάζει.
 
Ὁ Χριστιανός δέν πρέπει νά εἶναι νωθρός, δέν πρέπει νά κοιμᾶται. Πρέπει ὅπου καί ἄν πάει, καί μέ τήν προσευχή του καί μέ τήν φαντασία του νά πετάει. Καί πράγματι δύναται ὁ Χριστιανός πού ἀγαπάει τόν Θεό, νά πετάει μές στά ἄστρα, μές στό ἄπειρο, μές στό μυστήριο, μές στήν αἰωνιότητα, μές στόν Θεό. Νά εἶναι ὑψιπέτης. Νά προσεύχεται καί νά αἰσθάνεται ὅτι γίνεται καί αὐτός θεός κατά χάριν. Νά γίνεται πούπουλο καί νά πετάει μέ τήν σκέψη του. Ἡ σκέψη του δέν εἶναι μιά σκέτη φαντασία. Αὐτό πού λέμε πετάει, δέν εἶναι φαντασία, εἶναι πραγματικότητα, ὄχι φαντασιοπληξία»[4]. Ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος Γέροντας ὁ ἄνθρωπος μέ τόν νοῦ του νά πηγαίνει στόν Θεό, ἀλλά καί νά εἶναι μέσα στήν κτίση καί μέσα στήν δημιουργία τοῦ Θεοῦ καί νά δοξάζει τόν Θεό.
 
«Ὁ Χριστιανός δέν ζεῖ στά σύννεφα, ὅπως λέμε συνήθως. Συλλαμβάνει τήν πραγματικότητα καί τήνε ζεῖ. Αὐτά πού διαβάζει», λέει ὁ Ὅσιος, «στό Εὐαγγέλιο καί στούς Πατέρες -ὁ Χριστιανός- τά ἐνστερνίζεται, τά ζεῖ. Μπαίνει μέσα στούς Πατέρες, τά ἐμβαθύνει, τά κάνει βιώματα. Γίνεται λεπτός δέκτης τῶν μηνυμάτων τοῦ Θεοῦ»[5].
 
Ἄς παρακαλοῦμε καί ἐμεῖς τόν Πανάγιο Τριαδικό Θεό νά μᾶς δίνει αὐτή τήν κατά Χριστόν ἐγρήγορση, τήν θεία Χάρη, τήν εὐλυγισία τοῦ νοῦ μέ τήν συνεχή μνήμη τοῦ Θεοῦ, τήν προσοχή καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἔτσι ὥστε νά δοξάζουμε καί ἐμεῖς μέ τήν ζωή μας, μέ τά λόγια μας τόν Κύριο καί νά ἀξιωθοῦμε καί τῆς Βασιλείας Του. Ἀμήν.
 
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
 
 
[1] Μᾶρκ. 14, 7.
 
[2] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[3] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
 
[4] Ὅ.π.
[5] Ὅ.π.