Ἡ ὁδός τοῦ Κυρίου

Εἶναι στενὴ, ἀλλὰ καὶ εὐρύχωρος, ὅπως μᾶς συμβουλεύει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Τίποτε δὲν εἶναι μόνιμο, ἀλλὰ τὰ πάντα παρέρχονται, καὶ τὰ λυπηρὰ καὶ τὰ καλά τῆς ζωῆς. Καὶ δὲν εἶναι ὡς πρὸς αὐτὸ μόνο εὔκολα τὰ τῆς ἀρετῆς, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ τέλος των πάλι γίνονται εὐκολώτερα.
Ὄχι μόνο ἐπειδὴ παρέρχονται οἱ κόποι καὶ οἱ ἱδρῶτες, ἀλλὰ καὶ γιά τὸ ὅτι καταλήγουν εἰς αἴσιον τέλος (διότι καταλήγουν εἰς ζωήν), ποὺ εἶναι ἱκανὸ νὰ παρηγορήσει αὐτοὺς ποὺ ἀγωνίζονται.
Ὥστε καὶ τὸ ὅτι οἱ κόποι εἶναι πρόσκαιροι, ἐνῶ οἱ στέφανοι παντοτινοί, καὶ τὸ ὅτι αὐτὰ μὲν προηγοῦνται ἐνῶ ἐκεῖνα ἀκολουθοῦν, θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἀποτελέσει πάρα πολὺ μεγάλη παρηγορία εἰς τοὺς κόπους.
Διά τοῦτο ὁ Παῦλος ὠνόμασε τὴν θλίψη ἐλαφρά, ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς φύσεως τῶν πραγμάτων, ἀλλὰ ἐξ αἰτίας τῆς προαιρέσεως αὐτῶν, ποὺ ἀγωνίζονται καὶ τῆς μελλοντικῆς ἐλπίδος».1
Χρειάζεται ὑπομονὴ συνεχίζει νὰ μᾶς συμβουλεύει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Εἰς ἕνα μόνο ἂς ἀσκήσωμεν τὸν ἑαυτόν μας, τὸ νὰ ὑποφέρωμεν τὰ πάντα μὲ γενναιότητα· νὰ μὴ πολυασχολούμεθα μὲ ὅ,τι συμβαίνει καὶ νὰ μὴ τὸ λεπτολογοῦμε.

Ἡ γνῶσις, διὰ τὸ πότε πρέπει νὰ σταματήσουν οἱ θλίψεις, ἀνήκει στὸ Θεό, ποὺ παραχωρεῖ νὰ μᾶς ἐπισκεφθοῦν. Τῆς εὐγνωμοσύνης μας καθῆκον εἶναι νὰ τὰς ὑπομένωμεν μὲ ὅλην τὴν καλὴν διάθεσιν. Ἂν γίνει τοῦτο, ἐπακολουθοῦν ὅλα τὰ ἀγαθά.
Διά νὰ ἐπακολουθήσουν λοιπὸν καὶ διὰ νὰ γίνωμεν ἄξιοι ἐδῶ καὶ ἐκεῖ λαμπρότεροι ἂς δεχώμεθα ὅ,τι μᾶς στείλει ὁ Θεὸς ἀποδίδοντες εὐχαριστίας δι᾽ ὅλα εἰς αὐτόν, ποὺ γνωρίζει καλύτερα ἀπὸ ἐμᾶς τὸ συμφέρον μας καὶ μᾶς ἀγαπᾶ ἰσχυρότερον ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας.
Τὰς δύο αὐτάς σκέψεις ἂν σιγοψιθυρίζωμεν πρὸς τὸν ἑαυτόν μας εἰς κάθε δυσκολίαν καὶ ἂς περιορίζωμεν τὴν λύπην μας, δοξολογοῦντες εἰς ὅλα τὸν Θεόν».2
Θὰ πρέπει νὰ κόψουμε τὸ θέλημά μας σημειώνει ὁ Ἀββὰς Δωρόθεος, ἐὰν θέλομε νὰ βαδίσουμε τὴν ὁδὸ τοῦ Κυρίου: «Τίποτε νὰ μὴ σὲ χωρίσει ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ Χριστός, ποὺ εἶπε: “Μάθετε ἀπὸ μένα ὅτι εἶμαι πρᾶος καὶ ταπεινὸς στὴν καρδιά”. Γιατί πρέπει νὰ φροντίζεις πάντοτε νὰ βρίσκεσαι σὲ εἰρηνικὴ κατάσταση, ὥστε νὰ μὴ θολώνει ἡ καρδιά σου, οὔτε μὲ προφάσεις ποὺ μὲ τὴν πρώτη ματιὰ φαίνονται δίκαιες.
Βίαζε σὲ ὅλα τὸν ἑαυτό σου καὶ κόβε τὸ θέλημά σου. Καὶ ὅταν, μὲ τὴν χάρη τοῦ Χριστοῦ συνηθίσεις ἀπὸ τὴν ἐπανάληψη νὰ τὸ κόβεις, τότε αὐτὸ θὰ γίνεται ἀβίαστα καὶ χωρὶς νὰ θλίβεσαι, σὰν νὰ γίνεται πάντα τὸ δικό σου.
Γιατί δὲν θέλεις πιὰ νὰ γίνονται τὰ πράγματα ὅπως θέλεις, ἀλλὰ τὰ θέλεις ὅπως γίνονται, καὶ ἔτσι ζεῖς μὲ ὅλους εἰρηνικά».3
Θὰ πρέπει ἐπίσης νὰ ἔχουμε σὰν πρότυπά μας τοὺς βίους τῶν ἁγίων προτρέπει ὁ ἅγιος Βασίλειος: « Ὅπως οἱ ζωγράφοι, ὅταν ζωγραφίζουν εἰκόνας ἀπὸ πρότυπα ἀποβλέποντες σταθερὰ εἰς τὸ παράδειγμα, προσ παθοῦν νὰ μεταφέρουν τὸν χαρακτῆρα τοῦ προτύπου εἰς τὸ καλλιτέχνημά των, οὕτω καὶ ὅποιος προσπαθεῖ νὰ καταστήσει τὸν ἑαυτὸ του τέλειον σὲ κάθε εἶδος ἀρετῆς, πρέπει νὰ προσβλέπει εἰς τοὺς βίους τῶν ἁγίων, σὰν ἀγάλματα κινούμενα καὶ δρῶντα, καὶ νὰ οἰκειοποιεῖται τὴν ἀγαθότητα ἐκείνων διὰ τῆς μιμήσεως».4
Ὁ προορισμὸς τῆς ὁδοῦ τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ σωτηρία μας, μᾶς λέει ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας: «Γιατί ὅπως τὰ αἰωρούμενα βάρη, ὅταν σπάσουν τὰ δεσμὰ, ποὺ τὰ συγκρατοῦν, κατευθύνονται πρὸς τὴν γῆ ἀναζητῶντας τὸν κεντρικὸ τόπο, ἔτσι καὶ τὰ σώματα τῶν Ἁγίων.
Ὅσο εἶναι προσηλωμένα στὴ γῆ, μένουν δεμένα μὲ τὴν φθορὰ καὶ βασανίζονται. Ὅταν ὅμως φανῆ ἡ ἐλευθερία, θὰ κατευθυνθοῦν μὲ ἀσυγκράτητη ὁρμὴ πρὸς τὸν Χριστὸ βρίσκοντας τὸν δικό τους τόπο. Δείχνοντας ὁ Παῦλος ὅτι εἶναι ἀσυγκράτητη ἐκείνη ἡ ὁρμή, τὴν ὀνομάζει “ἁρπαγή”, “Ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα”».5
______________________________________________________________________

1. Ἰ. Χρυσοστόμου Ε.Π.Ε. τόμ. 10 σελ. 91
2. Ἰ. Χρυσοστόμου Ε.Π.Ε. τόμ. 9 σελ. 343
3. Ἀσκητικὰ Ἀββᾶ Δωροθέου σελ. 403
4. Μ. Βασιλείου Ε.Π.Ε. τόμ. 1 σελ.69
5. Νικολάου Καβάσιλα Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς λόγος Δ´ σελ. 147

Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 1975, 17 Μαΐου 2013