Ἅγ. Τύχων, ἀρχιεπ. Βορονέζ καί Ζαντόνσκ
Ἡ σκέψη τοῦ θανάτου εἶναι ἱκανή νά παρακινήσει τόν ἁμαρτωλό σέ μετάνοια. Μᾶς εἶναι καί γνωστός καί ἄγνωστος ὁ θάνατος. Γνωστός, γιατί ξέρουμε ὅτι ὅλοι θά πεθάνουμε. Ἄγνωστος, γιατί δέν ξέρουμε πότε, ποῦ καί πῶς θά πεθάνουμε.
Ὅσο περισσότερο ζοῦμε, τόσο περισσότερο μικραίνει ἡ ζωή μας, τόσο λιγοστεύουν οἱ μέρες μας και πλησιάζουμε στό θάνατο. Εἴμαστε πιό κοντά του σήμερα ἀπ᾿ ὅ,τι χθές, αὐτή τήν ὥρα ἀπ᾿ ὅ,τι τήν προηγούμενη.
Ὁ θάνατος βαδίζει ἀόρατος πίσω ἀπ᾿ τόν καθένα καί τόν ἁρπάζει τότε πού δέν τόν ὑποπτεύεται. Ἐντούτοις, σχεδόν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι – καί μάλιστα οἱ ὑγιεῖς καί οἱ δυνατοί – κάνουν τίς ἀκόλουθες σκέψεις γιά τόν ἑυατό τους:– Ἐγώ θά ζήσω ἀκόμη ἀρκετά. Εἶναι πολύ μακριά τό τέλος μου. Θά μαζέψω πλούτη καί θά εὐφραίνομαι.
Μά ὁρμάει ξαφνικά ἐναντίον τους ὁ θάνατος καί σβήνουν τά ὄνειρα καί οἱ ἐπιθυμίες. Καί πεθαίνει γρήγορα ἐκεῖνος πού ἔταξε στόν ἑαυτό του μακροζωία. Καί ἀφήνει τ᾿ ἀγαθά του καί τό σῶμα του στόν κόσμο ἐκεῖνος πού ἤθελε νά συγκεντρώνει πλούτη.
Ἄγνωστο λοιπόν μᾶς εἶναι τό τέλος, χριστιανοί. Ὁ φιλάνθρωπος Θεός, πού φροντίζει γιά τό καλό μας, τά καθόρισε ἔτσι, ὥστε νά εἴμαστε πάντα ἕτοιμοι καί νά καταφεύγουμε στήν εἰλικρινή μετάνοια.
Μέ ὅ,τι θά φύγει ὁ ἄνθρωπος ἀπό δῶ, μ᾿ αὐτό καί θά παρουσιαστεῖ μπροστά στό κριτήριο τοῦ Χριστοῦ.
Ἀδελφοί, ἄς συλλογιστοῦμε προσεκτικά αὐτά τά λόγια κι ἄς μετανοήσουμε, γιά νά μήν ταξιδέψουμε πρός τήν αἰωνιότητα μέ τίς ἁμαρτίες μας καί ἐμφανιστοῦμε μ᾿ αὐτές σ᾿ ἐκεῖνο τό δικαστήριο. Ὁ φιλεύσπλαχνος Θεός μᾶς ὑποσχέθηκε τό ἔλεός Του, δέν μᾶς ὑποσχέθηκε ὅμως ὅτι θά ζοῦμε τό ἑπόμενο πρωί. Καί τοῦτο, γιά νά εἴμαστε προσεκτικοί, καί ὅταν ξυπνᾶμε, νά θυμόμαστε τό θάνατό μας, νά διορθώνουμε τόν ἑαυτό μας, νά ἑτοιμαζόμαστε γιά τήν ἔξοδό μας, ὥστε νά ἔχουμε μακάριο τέλος.
Εἶναι φοβερή ἡ ὥρα τοῦ θανάτου. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι τή σκέφτονταν κι ἔκλαιγαν, ἱκετεύοντας τόν φιλάνθρωπο Θεό νά τούς ἐλεήσει ἐκείνη τήν ὥρα. Ἐκπληκτικό! Νά κλαῖνε οἱ Ἅγιοι στή σκέψη τοῦ θανάτου, καί οἱ ἁμαρτωλοί ὡστόσο νά μή συγκινοῦνται, ἄν καί καθημερινά κάποιον βλέπουν νά πεθαίνει.
Φτωχοί ἁμαρτωλοί! Γιατί κοιμόμαστε, ἐνῶ ὁ διάβολος σάν κλέφτης ἁρπάζει τή σωτηρία μας; Ἄς γράψουμε στή μνήμη μας τήν ὥρα τοῦ θανάτου καί ἄς εἴμαστε ἕτοιμοι. Ἀπ᾿ αὐτήν θά ἐξαρτηθεῖ, ἄν ὁ ἄνθρωπος θά εἶναι αἰώνια εὐτυχισμένος ἤ αἰώνια δυστυχισμένος. Ἀπό τό θάνατο ἀνοίγουν γιά τόν καθένα οἱ πύλες τῆς αἰωνιότητας, ὁ δρόμος γιά τήν αἰώνια μακαριότητα ἤ τήν αἰώνια δυστυχία. Ἀπ΄αὐτόν τόν σταθμό ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος νά ζεῖ ἤ νά πεθαίνει αἰώνια.
Ποῦ βρίσκονται τώρα ὅσοι ἔζησαν πρίν ἀπό μᾶς καί πέρασαν τή ζωή τους ἀμετανόητα, μέ κραιπάλες καί ἡδονές; Ἔφυγαν ἀπ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, ἀφήνοντας ἐδῶ ὅλες τους τίς χαρές. Ὁδηγήθηκαν καθένας στόν τόπο του, περιμένοντας τήν τελευταία Κρίση, ὁπότε θά λάβουν τήν ἀμοιβή τῶν ἔργων τους.
Γι᾿ αὐτό ἐφόσον δέν ἦρθε ἀκόμα γιά μᾶς ἐκείνη ἡ ὥρα, ἄς στραφοῦμε ὁλόψυχα πρός τό Θεό μας μέ τήν πίστη καί τή μετάνοια, ὥστε νά κερδίσουμε τήν αἰωνιότητα.
Ἀγαπητέ χριστιανέ! Ὁ θάνατος μᾶς ἀκολουθεῖ βῆμα πρός βῆμα χωρίς νά τόν βλέπουμε, καί τό τέλος φτάνει τότε πού δέν τό περιμένουμε. Γι᾿ αὐτό νά βρίσκεσαι συνέχεια σέ κατάσταση μετάνοιας, ἕτοιμος παντοῦ καί πάντοτε γιά τήν ἀναχώρησή σου.
Ὁ συνετός δοῦλος εἶναι πάντα ἄγρυπνος καί περιμένει πότε θά τόν καλέσει ὁ Κύριός του. Ἀγρύπνα κι ἐσύ καί περίμενε πότε θά σέ καλέσει ὁ Κύριός σου, ὁ Χριστός. Νά ζεῖς ὅπως θά ἤθελες νά σέ βρεῖ ὁ θάνατος. Νά ζεῖς μέ εὐσέβεια καί νά ἐργάζεσαι μέ φόβο καί τρόμο γιά τή σωτηρία σου. Ἔτσι δέν θά στερηθεῖς τήν αἰώνια σωτηρία, πού μᾶς δώρισε ὁ Κύριός μας μέ τό αἷμα Του καί τό θάνατό Του. Ἔτσι θά τελειώσεις τή ζωή σου χριστιανικά. Καί εἶναι πραγματικά μακάριοι οἱ νεκροί ἐκεῖνοι πού πεθαίνουν πιστοί στόν Κύριο καί ἑνωμένοι μαζί Του”.
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
Ἀπό τό βιβλίο: “ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ”
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.