Όταν άρχισε να βραδιάζη, έστρεψε το βλέμμα του προς τον ναό της Μεταμορφώσεως, ο οποίος βρίσκεται στην κορυφή του Άθωνος
«Προτού δε να καθίσω εις τον Γέροντα, είχον συνήθειαν κάθε απόγευμα δυο τρεις ώρες μέσα εις την έρημον -όπου είναι μόνον θηρία- εκαθήμην και απαρηγόρητα έκλαιγα, ώσπου εγένετο λάσπη το χώμα από τα δάκρυα και με το στόμα έλεγα την ευχήν.
Δεν εγνώριζα με τον νουν να την λέγω, αλλά παρεκάλουν την Παναγίαν μας και τον Κύριον να με δώσουν την χάριν να λέγω νοερώς την ευχήν, καθώς γράφουν εις την Φιλοκαλίαν οι άγιοι».
Η Παναγία πράγματι εισήκουσε τις δακρύβρεχτες παρακλήσεις του νεαρού ακόμη Φραγκίσκου και με έναν θαυμαστό τρόπο του έδωσε το χάρισμα της αδιάλειπτης προσευχής.
Μια μέρα που είχε δοκιμάσει έναν δύσκολο πειρασμό, καθόταν εξαντλημένος σε μια χαράδρα και έκλαιγε ασταμάτητα για 10-12 ώρες.
Όταν άρχισε να βραδιάζη, έστρεψε το βλέμμα του προς τον ναό της Μεταμορφώσεως, ο οποίος βρίσκεται στην κορυφή του Άθωνος, και προσευχήθηκε λέγοντας:
«Κύριε, καθώς μεταμορφώθης εις τους μαθητάς Σου, μεταμορφώθητι και εις την ψυχήν μου.
Παύσον τα πάθη, ειρήνευσον την καρδίαν μου. Δος ευχήν τω ευχομένω και κράτησον τον ακράτητον νουν μου».
Τότε ήλθε πνοή, ένας λεπτός αέρας από τον ναό γεμάτος ευωδία, και γέμισε η ψυχή του χαρά, φωτισμό, θεία αγάπη και η καρδιά του άρχισε να βρύη αδιάλειπτα την ευχή.
Από τότε, μέχρι το τέλος της ζωής του, η καρδιά του δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να προσεύχεται, παρά τους μεγάλους πειρασμούς που πέρασε.