Οἱ Ὅσιοι Δαλμάτιος, Φαῦστος, καὶ Ἰσαάκιος
Ὁ Δαλμάτιος ἦταν στρατιώτης, γρήγορα ὅμως τὴν θεοσεβὴ ψυχή του κυρίευσε ἡ ἐπιθυμία νὰ ἀφοσιωθεῖ στὸν Κύριο καὶ Δημιουργό του. Ξεκίνησε λοιπὸν, μαζὶ μὲ τὸν γιὸ του Φαῦστο νὰ συναντήσει τὸν μοναχὸ Ἰσαάκιο, ἡ φήμη τοῦ ὁποίου εἶχε φέρει κοντὰ του πολλοὺς ἄνδρες.
Ὁ Δαλμάτιος διακρίθηκε ἀνάμεσα στοὺς ὑπολοίπους μοναχοὺς γιὰ τὴν ἀρετή του, τόσο ὥστε ἐξελέγει ἡγούμενος μετὰ τὸν θάνατο τοῦ εὐσεβοῦς Ἰσαακίου. Μάλιστα γιὰ τὸν ἐνάρετο βίο του ὁ Δαλμάτιος τιμήθηκε καὶ ἀπὸ τὴν Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ποὺ συνῆλθε τὸ 431 μ.Χ. στὴν Ἔφεσο, στὴν ὁποία οἱ Πατέρες ἀνέδειξαν τὸν Ὅσιο ἀρχιμανδρίτη.
Τὸν δρόμο τοῦ Δαλμάτιου, ὁ ὁποῖος τελείωσε τὴν ζωὴ του ἐν εἰρήνῃ, ἀκολούθησε ὁ γιός του Φαῦστος, ἀναδεικνύοντας ἑαυτὸν, ἄξιο διάδοχο τοῦ πατέρα του.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.Τὴν τρίστιχον χορείαν τῶν Ὁσίων τιμήσωμεν, Φαῦστον Ἰσαάκιον ἅμα, καὶ Δαλμάτον τὸν ἔνδοξον· ὡς τρίφωτος λαμπὰς γὰρ ἀρετῶν, σκεδάζουσι τὴν νύκτα τῶν παθῶν, καὶ ταῖς θείαις καταυγάζουσι δωρεαῖς, τοὺς πόθῳ ἀνακράζοντας· δόξα τῷ θαυμαστώσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ μεγαλύναντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τοὺς ἐν ἀσκήσει ἐκλάμψαντας ὡς φωστῆρας, καὶ τὰς αἱρέσεις ἀνατρέψαντας τῇ πίστει, ὕμνοις Ἰσάκιον εὐφημήσωμεν, σὺν τῷ Δαλμάτῳ Φαῦστον, ὡς τοῦ Χριστοῦ θεράποντας, αὐτὸν δυσωποῦντας ὑπὲρ πάντων ὑμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Χαίρετε Πατέρων ἡ κορωνίς, Ἰσάκιε Φαῦστε, καὶ Δαλμάτε οἱ εὐκλεεῖς· βίου γὰρ ἐνθέου, στηλογραφία ὄντες, ὤφθητε Ἐκκλησίας, στῦλοι ἀκλόνητοι.
Ὁ Ἅγιος Στέφανος ὁ Ἱερομάρτυρας Πάπας Ρώμης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ
Ἦταν Ρωμαῖος καὶ ἀνέβηκε στὸν θρόνο τῆς Ρώμης κατὰ τὸ ἔτος 253 μ.Χ. Αὐτὸς κατηχοῦσε καὶ βάπτιζε χριστιανοὺς πολλοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ προσέρχονταν σ’ αὐτόν. Μερικοὺς ἀπ’ αὐτοὺς μάλιστα, χειροτόνησε πρεσβύτερους, διακόνους καὶ ἀναγνῶστες, ποὺ ἀργότερα μαρτύρησαν γιὰ τὸν Χριστό.
Ὅταν συνελήφθῃ ὁ Στέφανος καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ναὸ τοῦ Ἄρη, προσευχήθηκε καὶ προκλήθηκε σεισμὸς μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γκρεμιστεῖ μέρος τοῦ ναοῦ. Τότε οἱ στρατιῶτες φοβισμένοι ἔτρεξαν καὶ ἔφυγαν, ὁ δὲ Ἅγιος πῆγε στὸν τάφο τῆς Ἁγίας Λουκίας, ὅπου ἔκανε ἀναίμακτη θυσία.
Ἐκεῖ τὸν βρῆκαν οἱ στρατιῶτες, ὅπου ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
(Ἡ μνήμη του, ἀπὸ ὁρισμένα Συναξάρια, ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 7η Σεπτεμβρίου).
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ὁμολογητὴς ἡγούμενος τῆς Μονῆς Πατελαρίας
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Ἡ Ἁγία Σαλώμη ἡ Μυροφόρος
Ἦταν πρώτη ἐξαδέλφη τῆς Παναγίας, μητέρας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶχε σύζυγο τὸν Ζεβεδαῖο καὶ γιοὺς τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη. Προικισμένη καὶ ἡ ἴδια μὲ ἔνθερμη εὐσέβεια, ἦταν ἀπὸ τὶς γυναῖκες ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Χριστό, καὶ συνεισέφεραν στὸ ταμεῖο τῆς ἀποστολικῆς ἀδελφότητας.
Ἡ Σαλώμη ἦταν ἐκείνη, παρακινούμενη ἀπὸ μητρικὴ φιλοστοργία, ποὺ παρακάλεσε τὸν Κύριο ὅταν Αὐτὸς πήγαινε γιὰ τελευταῖα φορὰ στὴν Ἱερουσαλήμ, νὰ τιμηθοῦν οἱ γιοί της μὲ πρωτεύοντα ἀξιώματα. Διότι εἶχε τὴν ἰδέα, ὅτι ὁ Ἰησοῦς στὴν Ἱερουσαλὴμ ἔμελλε νὰ ἀναστήσει τὸν θρόνο τοῦ Δαβίδ. Ὅμως ἡ Σαλώμη, τὶς στιγμὲς τοῦ φρικτοῦ πάθους τοῦ Κυρίου, καὶ ἐνῷ μαθητὲς καὶ φίλοι ἀπὸ φόβο εἶχαν διασκορπιστεῖ, αὐτή, μαζὶ μὲ μερικὲς ἄλλες πιστὲς γυναῖκες ἦταν ἐκεῖ καὶ κτυποῦσαν ἀπὸ λύπη τὰ στήθη τους.
Ἐπίσης ἡ Σαλώμη, ἀξιώθηκε νὰ εἶναι μία ἀπὸ τὶς μυροφόρες, στὶς ὅποιες ὁ ἄγγελος γνωστοποίησε τὴν ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ. Μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλήμ, ἡ Σαλώμη ἐξακολούθησε νὰ διακρίνεται γιὰ τὸ ζῆλο καὶ τὶς ἐλεημοσύνες της.
Ὁ διωγμὸς ἐναντίον τῆς ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλήμ, προξένησε μεγάλη λύπη στὴν Σαλώμη. Ἡ καρδιά της ὑπέστη μεγάλο σπαραγμὸ τὴν ἡμέρα, ποὺ ὁ Ἡρῴδης ἀποκεφάλισε τὸν πρωτότοκο γιό της Ἰάκωβο. Ἀλλὰ ἡ ἐλπίδα στὸν Χριστὸ τὴν ἐνίσχυσε καὶ μὲ τὴν προσδοκία τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν παρέδωσε τὴν ψυχή της εἰρηνικά.
Ἡ Ὁσία Θεοκλητῶ ἡ Θαυματουργός
Ἔζησε κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου καὶ καταγόταν «ἐκ τοῦ θέματος τῶν Ὀπτιμάτων» (Ὀψικίου).
Οἱ γονεῖς της ὀνομάζονταν Κωνσταντῖνος καὶ Ἀναστασία, καὶ ἦταν ἀρκετὰ πλούσιοι καὶ πρὸ πάντων εὐσεβεῖς χριστιανοί. Ἀνάλογη ἀνατροφὴ ἔδωσαν καὶ στὴν κόρη τους Θεοκλητῶ, ποὺ ἦταν πιστή, εὐσεβής, σεμνὴ καὶ μελετοῦσε ἀκατάπαυστα τὸν θεῖο Λόγο.
Ὅταν παντρεύτηκε (τὸν Ζαχαρία, ἄνδρα εὐσεβῇ καὶ ἐλεήμονα), ὑπῆρξε πρότυπο χριστιανῆς συζύγου. Τὸ σπίτι της ἦταν συνεχῶς ἀνοικτὸ γιὰ τοὺς δυστυχεῖς, γιὰ τὶς χῆρες, τὰ ὀρφανὰ καὶ τοὺς φτωχοὺς οἰκογενειάρχες. Συχνὰ πήγαινε ἡ ἴδια στὰ φτωχόσπιτα καὶ μοίραζε ἁπλόχερα ἐλεημοσύνη καὶ περιποίηση στοὺς ἀρρώστους.
Ὁ θάνατος τὴν βρῆκε νὰ ἐκτελεῖ τέτοια θεάρεστα ἔργα. Τὸ δὲ λείψανό της, ἀξιώθηκε νὰ γίνει ὄργανο πολλῶν ἰαμάτων.
(Στὸν κώδικα 73 τῆς Μονῆς Παναγίας τῆς Χάλκης, καλεῖται Θεόκλητη καὶ ἡ μνήμη της ἀναφέρεται τὴν 21η Αὐγούστου).
Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Ἰωάννης ὁ Νέος Ἐπίσκοποι Ἐφέσου
Ἡ μνήμη τους φέρεται σὲ δυὸ Κώδικες, τὸν Πατμιακὸ 266 καὶ τὸν Παρισινὸ 152 Sap ὡς ἑξῆς: «Τῶν ἐν ἁγίοις πατέρων ἡμῶν καὶ ἀρχιεπισκόπων γενομένων Ἐφέσου Ἰωάννου τοῦ μονάχου καὶ Ἰωάννου τοῦ νέου».
Σὲ Παρισινὸ Κώδικα ἡ μνήμη τους ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 4η Αὐγούστου.
Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Θαυματουργός Ρωμαῖος ἐκ Νοβογορδίας (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Ὁ Ἅγιος Ὀλύμπιος ὁ ἔπαρχος ὁ Μάρτυρας
Βυζαντινὸς ἄρχοντας ἐπὶ τῆς Βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Ἡρακλείου (610 – 641), ποὺ θανατώθηκε στὴ φυλακὴ ἀπὸ τὸν Πέρση βασιλιὰ Χοσρόη γιὰ τὴν ὁμολογία του στὴν χριστιανικὴ πίστη.
Οἱ Ὁσίες Θεοδώρα καὶ Θεοπίστη ἡ θυγατέρα της ἐξ Αἰγίνης
Ἡ Ὁσία Θεοδώρα γεννήθηκε στὴν Αἴγινα.
Ἔζησε μὲ πολλὴ ἀρετὴ καὶ κοιμήθηκε τὸ 892.
Ἑορτάζονται τὴν 29η Αὐγούστου, ἀλλὰ ἡ γιορτὴ τους μεταφέρθηκε τὴν 3η Αὐγούστου λόγω τῆς γιορτῆς τῆς ἀποτομῆς τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου.