Εφόδιον Ορθοδοξίας
Βασική Δογματική Διδασκαλία 
Τού Πρωτοπρ. Αντωνίου Γ. Αλεβιζόπουλου Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11ο. Η Παναγία Μητέρα ολόκληρου του κόσμου

1. Η Παρθένος Μαρία εις την Παλαιάν Διαθήκην

Καθώς ήδη αναφέραμεν, ολόκληρος η περίοδος της Παλαιάς Διαθήκης είναι περίοδος προσμονής του «σπέρματος της γυναικός» (Γένεση 3,15).

Ο Προφήτης Ησαΐας λαμβάνει εντολήν από τον Θεόν να ομιλήση εις τον Άχαζ, τον Βασιλέα των Ιουδαίων, και να του είπη να προφυλαχθή, χωρίς όμως να φοβηθή δια την επίθεσιν εναντίον της Ιερουσαλήμ εκ μέρους των Βασιλέων Φακεέ και Ρασείμ.

«Όταν γαρ οργή του θυμού μου γένηται, πάλιν ιάσομαι», όταν η δικαία οργή του θυμού μου πραγματοποιηθή, εγώ πάλιν θα σάς προστατεύσω, λέγει ο Θεός (Ησαΐας 7,4).

Κατ’ εντολήν του Θεού, ο Προφήτης λέγει εις τον Άχαζ ότι ημπορεί να ζητήση «σημείον παρά Κυρίου Θεού σου εις βάθος η εις ύψος», θαυματουργικήν, δηλαδή, απόδειξιν, είτε εις τα βάθη της γης είτε και εις τα ύψη των ουρανών, δια να βεβαιωθή δια την αλήθειαν του προφητικού λόγου (Ησαΐας 7,10-11).

«Ο Άχαζ απήντησε:

 Δεν θα ζητήσω (τέτοιο Θαύμα), ούτε θα εκπειράξω τον Κύριον.

Τότε ο Προφήτης είπε:Ακούσατε, λοιπόν, σεις οι ανήκοντες εις τον οίκον Λαυΐδ, είναι μικρόν πράγμα να παρέχετε αφορμάς εις ανθρώπους;  Πώς, λοιπόν, τολμάτε να στενοχωρήτε τον Κύριον; Δια τούτο θα δώση ο ίδιος ο Κύριος σημείον: Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει, και τέξεται υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ, δηλαδή μεθ’ ημών ο Θεός» (Ησαΐας 7,12-14).

Το νόημα τον «σημείου» αυτού έχει, βεβαίως, διπλήν έννοιαν. Ο Θεός αναγγέλλει δια του τρόπου αυτού την σωτηρίαν της Ιερουσαλήμ και την τιμωρίαν των εχθρών της, όμως, ταυτοχρόνως, μαρτυρεί δια το πρόσωπον της Θεοτόκου, της μητρός του Κυρίου και Σωτήρος του νέου λαού του Θεού, της νέας Ιερουσαλήμ.

«Τούτο δε όλον γέγονεν», «όλα αυτά έγιναν, δια να εκπληρωθή εκείνο, το οποίον ελέχθη από τον Κύριον δια του Προφήτου. Ιδού η Παρθένος θα συλλαβή και θα γέννηση υιόν και θα τον ονομάσουν Εμμανουήλ, το οποίον μεταφραζόμενον σημαίνει: Μαζί μας είναι ο Θεός», λέγει ο Άγγελος Κυρίου εις τον δίκαιον Ιωσήφ, ο οποίος ησθάνθη αμφιβολίας λόγω της εγκυμοσύνης της Παρθένου Μαρίας (Ματθαίος 1,21-23).

Η γυναίκα, λοιπόν, δια την οποίαν ομιλεί ο Θεός εις τους πρωτοπλάστους (Γεν. 3,15) και εις τον βασιλέα Άχαζ, είναι η Παρθένος Μαρία (Παράβαλλε Και Ησαΐας 9,1-2. Ματθαίος 4,14-16. Μιχ. 5,2).

Δια την Θεοτόκον Μαρίαν ομιλεί και εις πολλά άλλα σημεία ο προφητικός λόγος της Παλαιάς Διαθήκης. Εδώ αναφέρομεν ένα ακόμη απόσπασμα από τον προφήτην Ιεζεκιήλ, το οποίον προφητεύει το αειπάρθενον της Θεοτόκου.

«Και με έφερε πάλιν εις την οδόν της Εξωτερικής Πύλης, η οποία οδηγεί εις τα Άγια, η οποία βλέπει προς ανατολάς, αλλά ήτο κεκλεισμένη. Και ο Κύριος μου είπε:

 Η πύλη αυτή θα μείνη κλειστή, δεν θα ανοιχθή και κανείς δεν θα διέλθη δια μέσου αυτής, διότι ο Κύριος ο Θεός του Ισραήλ θα εισέλθη δι’ αυτής και θα μείνη κλειστή. Διότι ο άρχων, αυτός θα καθίση εις αυτήν δια να φάγη άρτον ενώπιον του Κυρίου. Θα εισέλθη από την στοάν της πύλης και δια της ιδίας πάλιν οδού θα εξέλθη» (Ιεζ. 44,1-3).

Πρόκειται και πάλιν δια την αειπάρθενον Θεοτόκον. Αυτή είναι η Πύλη, η οποία και προ της γεννήσεως του Κυρίου και κατά την γέννησιν αλλά και μετά από αυτήν, έμεινε κλειστή και κανείς δεν διήλθε δι’ αυτής. Δι’ αυτό και ο ύμνος της Εκκλησίας μας αναφέρει:

«Χαίρε, Πύλη μόνη,  ην ο Λόγος διώδευσε μόνος,  η μοχλούς και Πύλας Άδου, Δέσποινα, τω τόκω σου συντρίψασα’  Χαίρε, η θεία είσοδος  των σωζόμενων, Πανύμνητε».

Η Παρθένος Μαρία έμεινε, συμφώνως προς τον Προφητικόν λόγον, Παρθένος και προ της γεννήσεως και κατά την γέννησιν και μετά από αυτήν (Ιδέ και Λουκάς 1,26-38. Ματθαίος 1,18-25). Δι’ αυτό και εικονίζεται με τρία αστέρια εις την κεφαλήν και τους ώμους, δια να συμβολίζουν αυτήν την τριπλήν Παρθενίαν της.

 

2. Διατί τιμώμεν την Παρθένον Μαρίαν

Η Αγία Γραφή μας πληροφορεί, ότι ο Άγγελος ο οποίος ενεφανίσθη εις την Παρθένον Μαρίαν κατά την ημέραν του ευαγγελισμού την ωνόμασε «Κεχαριτωμένην» και της είπεν ότι ο Κύριος είναι μαζί της. Ότι είναι «ευλογημένη μεταξύ των γυναικών», και ότι εύρε χάριν «παρά τω Θεώ» (Λουκάς 1,28-30). Την πληροφορεί, ακόμη, ότι θα έλθη επ’ αυτήν Πνεύμα άγιον και θα την επισκιάση η δύναμις του Υψίστου· θα γέννηση υιόν, ο οποίος θα είναι μέγας και θα ονομασθή «Υιός Θεού» και θα βασιλεύση επί τον οίκον Ιακώβ «εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος» (Λουκάς 1,34-35).

Ο ίδιος ευαγγελιστής αναφέρει ότι μόλις ήκουσε η Ελισάβετ τον χαιρετισμόν της Μαρίας, «εσκίρτησε το βρέφος εις την κοιλίαν της και επληρώθη η Ελισάβετ από Πνεύμα άγιον, και με μεγάλην φωνήν εφώναξε και είπε:

Ευλογημένη είσαι συ μεταξύ των γυναικών και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Και πως συνέβη τούτο, να έλθη η μητέρα του Κυρίου μου προς με; Διότι μόλις ήλθεν εις τα αυτιά μου η φωνή του χαιρετισμού σου, επήδησεν από χαράν το βρέφος εις την κοιλίαν μου. Και μακάρια είναι εκείνη, η οποία επίστευσεν, ότι θα εκπληρωθούν όσα της ειπώθηκαν από τον Κύριον.

Και είπε Μαριάμ:

Δοξάζει η ψυχή μου τον Κύριον και ευφραίνεται το Πνεύμα μου δια τον Θεόν, τον Σωτήρα μου, διότι είδε με ευμένειαν την ταπεινήν δούλην του». «Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί» (Λουκάς 1,41-48).

Οι λόγοι αυτοί της Αγίας Γραφής αποδίδουν μεγίστην τιμήν εις την Παρθένον Μαρίαν. Ο ίδιος ο Θεός την χαρακτηρίζει δια του Αγγέλου «κεχαριτωμένην», η δε Ελισάβετ, καθοδηγούμενη από το Πνεύμα το άγιον, την ονομάζει «ευλογημένην μεταξύ των γυναικών» και «μητέρα του Κυρίου μου». Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ενώ ευρίσκετο εις την κοιλίαν της μητρός του, σκιρτά από αγαλλίασιν εις την επίσκεψιν της Θεοτόκου. Η ίδια η Παρθένος Μαρία δοξάζει τον Κύριον και προφητεύει ότι θα την δοξολογούν και θα την μακαρίζουν όλαι αι γενεαί των ανθρώπων.

Εφ’ όσον Σωτήρ είναι ο Χριστός, διατί αποδίδετε τόσην τιμήν εις την Παρθένον Μαρίαν; Μας ερωτούν άνθρωποι αιρετικοί.

Τούτο δεν είναι δύσκολον να το κατανόηση κανείς. Η ανανέωσις των δεσμών μετά του Θεού, η ανακαίνισις της φύσεως του ανθρώπου από την θείαν φύσιν του Χριστού και η μετοχή της ανθρώπινης φύσεως εις την θείαν ζωήν, έγινε με την ενανθρώπησιν του Χριστού εις τα σπλάχνα της Παρθένου Μαρίας.

Οποιαδήποτε τιμή και αν προσφέρωμεν ημείς οι άνθρωποι εις την Παρθένον Μαρίαν, ποτέ δεν ημπορούμε να φθάσωμεν την τιμήν την οποίαν έκαμε εις αυτήν ο ίδιος ο Θεός: να σαρκωθή εις τα ίδια τα σπλάχνα της και να την καταστήση Θεοτόκον.

Η πίστις εις την θεανθρωπότητα του Χριστού μας υποχρεώνει να τιμώμεν και το όργανον της ενανθρωπήσεως, δηλαδή την Θεοτόκον. Εάν δεν πράττωμεν τούτο, πως είναι δυνατόν να λέγωμεν ότι πιστεύομεν εις τον Θεάνθρωπον Ιησούν;

Αλλά και η ιδία η Αγία Γραφή μαρτυρεί, καθώς είδομεν, δι’ αυτήν την τιμήν. Η Παρθένος Μαρία εκλαμβάνει την τιμήν αυτήν ως κάτι το αυτονόητον και την αποδίδει εις τον εξ αυτής γεννηθέντα Θεάνθρωπον Ιησούν (Λουκάς 1,48): «… Ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί».

Τιμώμεν λοιπόν, την Παρθένον Μαρίαν, διότι πρώτος την ετίμησεν ο Χριστός και διότι αποτελεί τούτο επιταγήν της Αγίας Γραφής.

Βεβαίως, πιστεύομεν ότι η Παρθένος Μαρία δεν είναι η πηγή της σωτηρίας. Λυτρωτής μας είναι ο Χριστός. Ο Χριστός έλαβε την ανθρώπινην φύσιν και την εθεράπευσε και έγινε δια τον άνθρωπον ο «νέος Αδάμ», η «νέα ρίζα». Όμως, η νέα αυτή ρίζα εβλάστησεν εις τα σπλάχνα της Παρθένου Μαρίας. Δι’ αυτόν τον λόγον ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ονομάζει την εορτήν του ευαγγελισμού της Θεοτόκου «εορτήν της ρίζης».

Η Παναγία, λοιπόν, έγινεν η αρχή της συμμετοχής της ανθρώπινης φύσεως εις την θείαν ζωήν, η γέφυρα της επανασυνδέσεως του ανθρώπου και ολοκλήρου της δημιουργίας με τον Τριαδικόν Θεόν. Τούτο, διότι εις την ενσάρκωσιν του Χριστού μετέχουν και τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος: Ο Υιός, Αποστελλόμενος από τον Θεόν Πατέρα, σαρκούται δια της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος εις τα σπλάχνα της Παρθένου Μαρίας.

Η Παρθένος Μαρία είναι η «Γέφυρα» η οποία συνέδεσε τον ουρανόν με την γην, η οποία επανέφερεν ολόκληρον την δημιουργίαν εις τους κόλπους της αγάπης του Θεού. Δι’ αυτόν τον λόγον την γέννησιν του Χριστού από την Παρθένον Μαρίαν δεν εορτάζουν μόνον οι άνθρωποι, αλλά ολόκληρος η δημιουργία: Ο ουρανός και τα άστρα, οι άγγελοι και οι άνθρωποι, η γη και το σπήλαιον, οι μάγοι και οι ποιμένες. Όλοι πανηγυρίζουν το γεγονός της ανανεώσεως του αρραβώνος του ουρανίου Νυμφίου μετά της Εκκλησίας. Αρκεί να παρατηρήσωμεν μίαν εικόνα της γεννήσεως, δια να διαπιστώσωμεν ότι με την γέννησιν του Χριστού μεταμορφώνεται ολόκληρος η δημιουργία.

Η τιμή, συνεπώς, της Παρθένου Μαρίας συνδέεται πάντοτε με το πρόσωπον του Χριστού. Τιμάται δηλαδή πάντοτε ως «Μητέρα του Κυρίου» (Λουκάς 1,43), ο οποίος υπήρξεν και δι’ αυτήν «Θεός και Σωτήρ» (Λουκάς 1,47).

Δι’ αυτόν τον λόγον η Ορθόδοξος Εκκλησία διδάσκει ότι η Παρθένος Μαρία δεν είναι απηλλαγμένη από το προπατορικόν αμάρτημα. Εκληρονόμησεν και αυτή την αμαρτωλήν φύσιν του Αδάμ, μόνον ότι ήτο απηλλαγμένη από προσωπικάς αμαρτίας, διότι ήτο «σκεύος εκλογής» και «κεχαριτωμένη».

Ήτο, λοιπόν, η Παρθένος Μαρία γνήσιον παιδί του κόσμου αυτού, του κόσμου όστις εστέναζε μέσα εις την αμαρτίαν. Δι’ αυτό και τον αντιπροσωπεύει ολόκληρον και δύναται να τον φέρη και πάλιν εις επικοινωνίαν με τον Σωτήρα του κόσμου, ο οποίος εσαρκώθη μέσα της. Δι’ αυτόν τον λόγον η Εκκλησία μας της αναπέμπει τον ωραιότατον ύμνον:

«Την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν την όντως Θεοτόκον, Σε μεγαλύνομεν».

 

3. Σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου

Η Παρθένος Μαρία ανήκε εις τον λαόν του Θεού, ο οποίος ανέμενε τον Λυτρωτήν Κύριον.

Όμως, ο Υιός της Παρθένου ήτο ο ίδιος Λυτρωτής. Εκείνος μόνος δεν εκληρονόμησε την αμαρτωλήν φύσιν του Αδάμ. Τούτο, διότι δεν κατήγετο από εκείνον. Εγεννήθη από την Παρθένον Μαρίαν εκ Πνεύματος Αγίου.

Δι’ αυτόν τον λόγον πιστεύομεν ότι η Παρθένος Μαρία έμεινε και κατά την γέννησιν και μετά από αυτήν Παρθένος, υπήρξε, δηλαδή, αειπάρθενος. Τούτο δεν αποτελεί λεπτομέρειαν, αλλά βασικήν διδασκαλίαν της Εκκλησίας η οποία εξασφαλίζει την σωτηρίαν.

Ο Χριστός είναι η «νέα ρίζα», δεν είναι δυνατόν να κατάγεται από την «παλαιάν ρίζαν» του Αδάμ. Δι’ αυτόν τον λόγον η Μαρία, δια να είναι Θεοτόκος, πρέπει να είναι Παρθένος.

4. Το πρόσωπον της Θεοτόκου

Αλλά, ίσως σκεφθή κανείς, εφ όσον η Μαρία ήτο απλώς «σκεύος εκλογής» και τα πάντα προήλθον από τον Θεόν, εις τι συνίσταται η προσωπική της συμβολή εις την σωτηρίαν του κόσμου;

Ο Θεός σέβεται την ελευθερίαν και αυτού ακόμη του αμαρτωλού ανθρώπου, του ανθρώπου της πτώσεως και της φθοράς. Δι’ αυτόν τον λόγον ο Θεός δεν θα έσωζε ποτέ τον κόσμον χωρίς την συγκατάθεσιν του ιδίου του κόσμου.

Η Παρθένος Μαρία, λοιπόν, έγινε συνεργός του Θεού εις το έργον της σωτηρίας ολοκλήρου του κόσμου. Οι λόγοι της, «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτο μοι κατά το ρήμα Σου» (Λουκάς 1,38), δεν ήσαν απλώς η ιδική της συγκατάθεσις, αλλά και η συγκατάθεσις ολοκλήρου του κόσμου. Το στόμα της Θεοτόκου έγινε στόμα ολοκλήρου της δημιουργίας, και, ταυτοχρόνως, το όργανον της σωτηρίας του κόσμου.

Από το άλλο μέρος, η Παρθένος Μαρία αποτελεί μίαν προσφοράν προς τον Θεόν ολοκλήρου του κόσμου. Η ανθρωπότης δίδει εις το πρόσωπον της Θεοτόκου την αγνοτέραν προσφοράν της εις τον Θεόν και ο Θεός την δέχεται και την καθιστά δοχείον, τόπον της γεννήσεως Του, μητέρα του ανθρωπίνου γένους και ολοκλήρου του κόσμου. Αυτό σημαίνει ο λόγος του Κυρίου προς τον αγαπημένον μαθητήν Του τον Ιωάννην: «Ιδού η μήτηρ σου!» (Ιωάννης 19,27).

 

5. Η πλάνη των αιρετικών

Όποιος αρνείται την προσωπικήν συμμετοχήν της Παρθένου Μαρίας εις το έργον της σωτηρίας μας, οποίος δεν αποδίδει την ανάλογον τιμήν εις την Θεοτόκον, εκείνος δεν κινείται μέσα εις τον χώρον της νέας ρίζης του Χριστού και της νέας δημιουργίας, αλλά μένει εις την εποχήν της πτώσεως και της φθοράς και συνδέεται μόνον με την ρίζαν του παλαιού Αδάμ, όστις είναι η ρίζα της αμαρτίας. Δια τον άνθρωπον αυτόν είναι ως να μη εγεννήθη ο Χριστός.

Με άλλα λόγια, οποίος δεν αναγνωρίζει την Παρθένον Μαρίαν ως Θεοτόκον, αυτός αρνείται και την θεανθρωπότητα του Χριστού, αυτός δεν ημπορεί να ωφεληθή εις τίποτε από την ανάγνωσιν της Αγίας Γραφής και από την εφαρμογήν των εντολών του Χριστού. Τούτο, διότι δεν μας σώζει η Αγία Γραφή, αλλά ο ίδιος ο Χριστός, τον οποίον αναγγέλλει η Γραφή (Παράβαλλε Ιωάννης 5,39). Εις τον χαρακτηρισμόν της Μαρίας ως Θεοτόκου, συνίσταται «όλον το μυστήριον της θείας οικονομίας», λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. «Διότι εάν η γεννήσασα είναι Θεοτόκος, θα είναι Θεός και ο γεννηθείς εξ αυτής όπως επίσης και άνθρωπος».

Εκείνος, όμως, ο οποίος θα αναγνώριση την Παρθένον Μαρίαν Θεοτόκον και θα πιστεύση εις την θεανθρωπότητα του Χριστού, πρέπει να αποδώση εις την Μαρίαν την ανάλογον τιμήν και να την αναγνώριση μητέρα του κατά την επιθυμίαν του Κυρίου (Ιωάννης 19,27).

Την λαμπρότητα της Παρθένου Μαρίας, την οποίαν εχάρισεν εις αυτήν ο ίδιος ο Θεός, περιγράφει ιδιαιτέρως τον Θεόπνευστον βιβλίον της αποκαλύψεως του Ιωάννου:

«Κατόπιν εφάνη ένα μεγάλον σημείον εις τον ουρανόν: Μία γυναίκα, η οποία ως ένδυμα είχεν τον ήλιον, η σελήνη ήτο κάτω από τα πόδια της και εις το κεφάλι της ήτο στεφάνι με δώδεκα άστρα. Ήτο έγκυος και εφώναζε από τους πόνους και την αγωνίαν να γέννηση.

Ενεφανίσθη, τότε, ένα άλλο σημείον εις τον ουρανόν:

Ιδού ένας μεγάλος κόκκινος δράκος με επτά στέμματα… Και εστάθη ο δράκος εμπρός εις την γυναίκα, η οποία ήτο ετοιμόγεννη, δια να καταφάγη το παιδί της μόλις θα το εγεννούσε. Και εγέννησε παιδί αρσενικόν, Εκείνον ο οποίος μέλλει να ποιμάνη όλα τα έθνη με ράβδον σιδηράν αλλά το παιδί της ηρπάγη προς τον Θεόν και προς τον θρόνον Του. Και η γυναίκα έφυγε εις την έρημον, όπου έχει τόπον ετοιμασμένον δι’ αυτήν από τον Θεόν, δια να την τρέφουν εκεί χιλίας διακοσίας εξήκοντα ημέρας» (Αποκ. 12,1-6).

Είναι φανερόν, ότι το «σημείον» αυτό αναφέρεται εις τον νέον λαόν του Θεού, εις την Εκκλησίαν. Εις τους διωγμούς αλλά και την λαμπρότητα και την τελικήν νίκην της Εκκλησίας κατά των δυνάμεων του διαβόλου (Παράβαλλε Μιχ. 4,10. Ησαΐας 66,7-8). Όμως, ταυτοχρόνως, παρουσιάζει την δόξαν και την λαμπρότητα της Θεοτόκου, η οποία αποτελεί την απαρχήν και την εξεικόνισιν της Εκκλησίας ολοκλήρου, βεβαίως πάντοτε εν σχέσει με τον «καρπόν της κοιλίας της» (Λουκάς 1,42).

 http://www.oodegr.com/oode/biblia/alavizop_dogma_1/11.htm