———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

———————————————————————————————————————-

31 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Των Αγίων Αποστόλων εκ των 70 : Στάχυ, Απέλλη, Αμπλία, Ουρβανού, Ναρκίσσου και Αριστοβούλου, Επιμάχου Αιγυπτίου, Μνήμη Ανώνυμου Απολογητή, Ιακώβου Επισκόπου, των Αγίων Στεφάνου, Βαρνάβα, Τροφίμου, Δορυμέδωντος, Κοσμά, Δαμιανού, Σάββα, Βάση και Αβραμίου, του Αγίου παιδιού, των Αγίων δώδεκα Θυγατέρων, Σελεύκου και Στρατονίκης, Γορδιανού, Επιμάχου Ρωμαίου, των Αγίων τριών Μαρτύρων εν Μελιτινή, Νικολάου Νεομάρτυρα, Εγκαίνια του Πατριάρχου Ευκτηρίων, Σπυρίδωνος και Νικοδήμου Οσίων.
Οἱ Ἅγιοι Στάχυς, Ἀπελλῆς, Ἀμπλίας, Οὐρβανός, καὶ Νάρκισσος οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70

Καὶ οἱ πέντε ἄνηκαν στοὺς ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους τοῦ Κυρίου. Καὶ ὅλοι τους ὑπῆρξαν «Χριστοῦ εὐωδία τῷ Θεῷ ἐν τοὶς σωζομένοις». Δηλαδὴ εὐωδία Χριστοῦ, εὐχάριστη στὸ Θεό, καὶ εὐωδία μεταξὺ τῶν σῳζόμενων ποὺ ἄκουγαν ἀπ’ αὐτοὺς τὸ σωτήριο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου.

Ὁ Στάχυς ἔγινε πρῶτος ἐπίσκοπος Βυζαντίου, καὶ ἀφοῦ διάνυσε 16 χρόνια στὸ ἀποστολικὸ κήρυγμα, εἰρηνικὰ ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ.

Ὁ Ἀπελλῆς ἔγινε ἐπίσκοπος Ἡράκλειας καὶ πολλοὺς ἔφερε στὴν χριστιανικὴ πίστη.

Ὁ Ἀμπλίας ἔγινε ἐπίσκοπος Ὀδυσουπόλεως καὶ ὁ Οὐρβανός, ἐπίσκοπος Μακεδονίας. Ἐπειδὴ καὶ οἱ δυὸ γκρέμιζαν τὰ εἴδωλα, θανατώθηκαν μαρτυρικά.

Ὁ Νάρκισσος χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν. Ἡ ἀλήθεια, ὅμως, τοῦ Εὐαγγελίου, τὴν ὁποία δίδασκε μὲ ζῆλο, ἐξήγειρε τοὺς εἰδωλολάτρες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸν βασανίσουν καὶ νὰ παραδώσει τὴν ψυχή του μαρτυρικά.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τὴν κιθάραν τοῦ Πνεύματος τὴν ἑξάχορδον, τὴν μελῳδήσασαν κόσμῳ τὰς ὑπὲρ νοῦν δωρεάς, ὡς ἐκφάντορας Χριστοῦ ἀνευφημήσωμεν, Στάχυν Ἀμπλίαν Ἀπελλῆν σὺν Ναρκίσσῳ Οὐρβανόν, καὶ Ἀριστόβουλον ἅμα· ὡς γὰρ Ἀπόστολοι θεῖοι, χάριν αἰτοῦνται ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.

Ὡς ἱερὰ κειμήλια, τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καὶ τοῦ Ἡλίου τῆς δόξης αὐγάσματα, χρεωστικῶς ὑμνήσωμεν, τοὺς σοφοὺς Ἀποστόλους, Ἀπελλῆν Οὐρβανόν τε καὶ Ἀριστόβουλον, Ἀμπλίαν Νάρκισσον καὶ Στάχυν, οὓς ἡ χάρις συνήγαγε τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.

Δῆμος Ἀποστόλων θεοφεγγής, Νάρκισσος Ἀμπλίας, Ἀριστόβουλος Οὐρβανός, Ἀπελλῆς καὶ Στάχυς, ἀνέτειλαν ὡς ἄστρα· δεῦτε οὖν καὶ θαλφθῶμεν, τούτων τῇ χάριτι.

Ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος ὁ Ἀπόστολος

Στὴν ἱστορικὴ διαδρομὴ τῶν αἰώνων πολλοὶ παρουσιάσθηκαν ὡς πηγὲς γνώσεως καὶ ἀναμορφωτὲς τῆς ἀνθρωπότητας. Μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς κάτι πρόσφεραν φυσικά. Ψίχουλα βέβαια καὶ αὐτὰ ἀνακατεμένα μ’ ἕνα σωρὸ ἀπὸ πλάνες καὶ ἀνακρίβειες. Οἱ ἄλλοι, οἱ περισσότεροι, πρόσφεραν μόνο τὸ ψέμα καὶ τὴν πλάνη καὶ τὶς δεισιδαιμονίες, ποὺ βύθιζαν σὲ πιὸ βαθὺ σκοτάδι τοὺς ἀνθρώπους. Ὕστερα ἀπὸ τὸν Κύριο ἀληθινοὶ διδάσκαλοι ποὺ ἀγωνίστηκαν καὶ μπόρεσαν νὰ διαλύσουν τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τῆς ψευδοφιλοσοφίας καὶ νὰ σκορπίσουν τὸ φῶς τῆς ἀληθείας γύρω τους, ὑπῆρξαν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, οἱ Ἀπόστολοι. Αὐτοὶ μὲ τοὺς κόπους καὶ τὴν θυσία τους ἔγιναν οἱ θεμελιωτὲς τοῦ νέου πολιτισμοῦ, τοῦ χριστιανικοῦ.

Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ τρία ὁλόκληρα χρόνια παρακολούθησαν τὸν Κύριο στὶς πόλεις καὶ τὰ χωριὰ τῆς Παλαιστίνης καὶ ὑπῆρξαν αὐτόπτες μάρτυρες τοῦ ἔργου, τῆς διδασκαλίας καὶ τῶν θαυμάτων Αὐτοῦ, στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια γίνεται λόγος καὶ γιὰ ἑβδομήκοντα ἄλλους Ἀποστόλους.

Τοὺς διάλεξε καὶ αὐτοὺς ὁ Κύριος ἀπὸ τὰ πλήθη ποὺ παρακολουθοῦσαν τὸ κήρυγμά του. Γι’ αὐτοὺς μᾶς ὁμιλεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς καὶ μᾶς λέγει: «Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα, καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον, οὐ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι» (Λουκ. γ’ 1). Καὶ δὲν περιορίζεται ὁ εὐαγγελιστὴς νὰ μᾶς ἀναφέρει μονάχα τὴν ἀνάδειξή τους, ἀλλὰ προσθέτει πὼς αὐτοὺς ὁ Κύριος τοὺς ἔστειλε δύο – δύο μαζὶ νὰ προπορευθοῦν ἀπὸ Αὐτὸν σὲ κάθε πόλη καὶ τόπο, ὅπου ἐπρόκειτο νὰ πάει. Τοὺς ἔστειλε γιὰ νὰ προπαρασκευάσουν τρόπον τινὰ τὸ ἔδαφος. Νὰ προετοιμάσουν τὶς καρδιὲς νὰ ὑποδεχθοῦν καὶ νὰ ἀκούσουν τὸν Κύριο.

Καὶ οἱ Ἀπόστολοι πῆγαν καὶ γύρισαν χαρούμενοι. «Ὑπέστρεψαν δὲ οἱ ἑβδομήκοντα μετὰ χαρᾶς λέγοντες. Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου» (Λουκ. ι’ 17). Εὐλογημένα τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀποστολῆς. Κύριε, καὶ αὐτὰ τὰ δαιμόνια, σὰν ἀναφέρουμε τὸ ὄνομά σου, φεύγουν καὶ ἀφήνουν ἐλεύθερα τὰ θύματά τους.

Στὰ λόγια τῶν μαθητῶν ἀνάλογος εἶναι καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου. Παιδιά μου, τοὺς εἶπε: «Πλὴν ἐν τούτῳ μὴ χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμὶν ὑποτάσσεται χαίρετε δέ, ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοὶς οὐρανοίς» (Λουκ. α’ 21).

Ὡραία αὐτὰ ποὺ λέτε, ἀπήντησε ὁ Κύριος. Πλήν, μὴ χαίρετε γιὰ τοῦτο. Δηλαδὴ μὴ χαίρετε ὅτι τὰ πονηρὰ πνεύματα ὑποτάσσονται σὲ σᾶς. Νὰ χαίρετε κυρίως καὶ νὰ εὐφραίνεσθε, γιατί τὰ ὀνόματά σας ἔχουν γραφεῖ στὸν οὐρανό, στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑβδομήκοντα αὐτοὺς Ἀποστόλους, γιὰ τοὺς ὁποίους μιλήσαμε πιὸ πάνω, εἶναι κι ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος, ἀδελφὸς τοῦ Ἁποστόλου Βαρνάβα, ποὺ εἶναι ὁ ἱδρυτὴς καὶ προστάτης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου. Γιὰ τὸν Ἀπόστολο αὐτὸ θὰ ἀφιερώσουμε τὶς ὀλίγες γραμμές, ποὺ ἀκολουθοῦν.

Καὶ πρῶτα – πρῶτα τὸ ὄνομά του. Ὄνομα Ἑλληνικό, μᾶς δείχνει πόσο ὁ Ἑλληνικὸς πολιτισμὸς τοῦ νησιοῦ μας εἶχε ἐπηρεάσει καὶ αὐτοὺς τοὺς Ἰουδαίους ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἀπὸ νωρὶς στὴν Κύπρο. Ἀριστόβουλος σημαίνει αὐτὸς ποὺ συμβουλεύει τὰ χρήσιμα. Αὐτὸς ποὺ συμβουλεύει τὰ ἄριστα.

Γιὰ τὴν παιδικὴ καὶ νεανικὴ ἡλικία τοῦ Ἀποστόλου δὲν γνωρίζουμε δυστυχῶς τίποτα. Τὸ μόνο ποὺ γνωρίζουμε γι’ αὐτὸν εἶναι, πὼς ἀπὸ νωρὶς ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀκολούθους τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου Παύλου. Κοντὰ στὸν φλογερὸ αὐτὸν ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ὡς σύνθημα τῆς ζωῆς του εἶχε τὰ λόγια του «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζεῖ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. β’ 20), μαθήτευσε ἀρκετὸ καιρὸ ὁ ἱερὸς Ἀριστόβουλος. Τὸ σύνθημα ζωῆς τοῦ θείου Παύλου, ποὺ ἀναφέραμε, ἔγινε καὶ δικό του σύνθημα.

Ὁδηγημένος ἀπὸ τὸ προσκλητήριο διάγγελμα τοῦ Κυρίου «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεὶν ἀπαρνησάσθω ἐαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» ἔσπευσε μὲ χαρά του νὰ ἀκολουθήσει τὸν Ἀπόστολο, γιὰ ἕνα πράγμα μονάχα ἐνδιαφερόμενος καὶ γιὰ ἕνα πράγμα καὶ μόνο φροντίζοντας: Πῶς νὰ ἀρέσει στὸν Χριστό. «Παραδοθεῖς τὴ χάριτι τοῦ Θεοῦ» (Πραξ. ιε’ 40), ὅπως λέγει ὁ Λουκᾶς, δηλαδή, ἀφοῦ ἐμπιστεύθηκε τὸν ἑαυτό του ἐξ ὁλοκλήρου στὴν πρόνοια καὶ προστασία τοῦ Θεοῦ, ἐπέδειξε ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ζῆλο φλογερὸ καὶ σύνεση ἐξαιρετική, ὥστε πολὺ δίκαια νὰ μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ ἐπαναλαμβάνει μαζὶ μὲ τὸν δάσκαλό του τὸ σύνθημά του. Δὲν ζῶ πιὰ ἐγώ. Μέσα μου ζεῖ μόνο ὁ Χριστός.

Πολλὲς δυσχέρειες ἀντιμετώπισε ὁ Ἀριστόβουλος στὶς διάφορες περιοδεῖες του μὲ τὸν ἀκαταπόνητο ἀρχηγό του καὶ πολλοὺς κινδύνους. Ἀπτόητος ὅμως παρέμεινε παντοῦ καὶ πάντοτε, ὥστε ὁ θεῖος Παῦλος ἐκτιμώντας τὰ χαρίσματά του, διδακτικὰ καὶ διοικητικά, ἀλλὰ καὶ τὸν γνήσιο ζῆλο του, νὰ τὸν ἀναφέρει στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του μεταξὺ ἐκείνων πρὸς τοὺς οἰκείους του ὁποίου ἀποστέλλει ἀσπασμούς. Ἀργότερα μάλιστα τὸν χειροτονεῖ ἐπίσκοπο καὶ τὸν ἀποστέλλει στὶς Βρετανικὲς νήσους γιὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.

Μεγάλο τὸ φορτίο ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε. Πολλὲς οἱ εὐθύνες καὶ πιὸ πολλές, ἀπεριόριστες θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, οἱ δυσκολίες καὶ οἱ κίνδυνοι. Οἱ κάτοικοι τῶν σημερινῶν βρετανικῶν νήσων τὴν ἐποχὴ ἐκείνη βρισκόντουσαν σὲ ἡμιάγρια κατάσταση. Ἡ ὅλη χώρα ἦταν τόσο βάρβαρη, ὥστε καὶ μετὰ πεντακόσια χρόνια, ὅταν ὁ πρῶτος ἀρχιεπίσκοπος Καντερβουρίας Αὐγουστίνος στάλθηκε ἐκεῖ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τῆς Ρώμης γιὰ συνέχιση τῆς ἱεραποστολῆς, φοβήθηκε τόσο, ποὺ διέκοψε τὸ ταξίδι του στὸ μέσο καὶ γύρισε πίσω. Σ’ αὐτά, λοιπόν, τὰ νησιὰ τὰ ἐξ ὁλοκλήρου ἀπολίτιστα στάλθηκε ὁ Κύπριος Ἀπόστολος νὰ κηρύξει καὶ νὰ ἱδρύσει τὴν πρώτη Ἐκκλησία. Κι ὁ Ἀριστόβουλος πῆγε.

Μὲ ὄπλα του τὴν φλογερὴ πίστη καὶ τὴν ἀπόλυτο ἐμπιστοσύνη του στὸν Θεό, σήκωσε τὸν σταυρὸ τοῦ καθήκοντος καὶ ἔτρεξε νὰ πειθαρχήσει στὴν ὑψηλὴ ἀποστολὴ ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε.

Καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ σύντομα τάχθηκε στὴν πρώτη γραμμὴ τῶν μεγάλων πρωταγωνιστῶν καὶ ἀναμορφωτῶν τῆς σημερινῆς Μεγάλης Βρετανίας καὶ τῆς οἰκουμένης γενικά.

Μὲ ὁδηγὸ τὴν ἐμπειρία ποὺ ἀπέκτησε ἀκολουθώντας τὸν πολυτάλαντο ἀρχηγό του, τὸν θεῖο Παῦλο, καὶ μὲ ἀπόλυτη πεποίθηση στὰ λόγια τοῦ Κυρίου, «μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτείναι» (Ματθ. ι’ 28) ρίχτηκε μὲ ὅλη τὴν φλόγα τῆς ἀτρόμητης καρδιᾶς του στὸ ἔργο τῆς ἁλιείας καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν. Τὸ κήρυγμά του ἔχει ὡς θέμα τὴν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο.

Ὅσες φορὲς ἔρχονται στὴν μνήμη του τὰ λόγια τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν νυκτερινὸ ἐπισκέπτη τὸν Νικόδημο, «οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἴνα πᾷς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ’ 16), τὰ μάτια του γεμίζουν δάκρυα. Μιλάει καὶ κλαίει. Ἐλᾶτε λέει στοὺς πρώτους ἀκροατές του, στὸν Χριστό, γιὰ νὰ βρεῖτε κοντά του, ὅπως βρῆκα καὶ ἐγώ, τὴν εἰρήνη, τὴν εὐτυχία, τὴν χαρά. Μὲ καχυποψία καὶ ὕβρεις τὸν ὑποδέχονται οἱ ἡμιάγριοι ἐκεῖνοι ἄνθρωποι. Ὁ Ἀριστόβουλος ὅμως δὲν τὰ χάνει. Μὲ τὴν ψυχὴ δυναμωμένη ἀπὸ τὴν ἐκτενὴ προσευχὴ συνεχίζει μὲ ὑπομονὴ καὶ καρτερία τὴν προσπάθειά του. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα ἐνθαρρυντικό. «Οὐ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ. ε’ 20). Ἐκεῖ ποὺ πληθύνθηκε ἡ ἁμαρτία, ἀφθονώτερη δόθηκε ἡ χάρη.

Τὸ κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου, ποὺ ἦταν κήρυγμα «οὐκ ἐν πειθοὶς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ’ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καὶ δυνάμεως», (Α’ Κορ. β’ 4), ἦταν κήρυγμα δηλαδὴ ποὺ γινότανε ὄχι μὲ πιθανὰ καὶ συναρπαστικὰ λόγια ἀνθρώπινης σοφίας, ἀλλὰ ἦταν κήρυγμα ποὺ γινόταν μὲ ἀποδείξεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πειστικὲς γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀκροατῶν, καὶ μὲ δύναμη θεία, ὅπως φαινόταν ἀπὸ τὰ μεγάλα θαύματα ποὺ τὸ συνόδευαν, εἶχε τὸ θετικὸ καὶ εὐχάριστο ἀποτέλεσμα.

Σιγά – σιγὰ οἱ ψυχὲς μαλακώνουν καὶ τὰ πυργώματα τῆς ἀθεΐας καὶ εἰδωλολατρίας γκρεμίζονται τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο. Ἡ ἀλήθεια παρὰ τοὺς διωγμοὺς ποὺ δοκιμάζει ὁ ἱερὸς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου διαδίδεται σὲ ἀρκετὰ πρόσωπα.

Ὁ σπόρος τῆς εὐσέβειας, ποτισμένος μὲ τὰ δάκρυα τῆς εὐλαβοῦς καὶ κατανυκτικῆς προσευχῆς, φυτρώνει στὶς καρδιές. Γιὰ χρόνια ὁ ἱερὸς Ἀριστόβουλος ἀνάμεσα σὲ μύριες δυσκολίες καὶ ἐξευτελισμοὺς συνεχίζει μὲ αὐταπάρνηση καὶ παραδειγματικὸ ζῆλο τὸ ἔργο τῆς σπορᾶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Στὸ τέλος ἡ μεγαλεπήβολη προσπάθειά του εἶχε πλούσια τὴν ἀμοιβή της. Ὅταν ἀπέθνῃσκε, ἄφησε πίσω του μία ἐκκλησία ὀλιγάριθμη μέν, ἀλλὰ ζωντανή.

Ἡ χριστιανικὴ πίστη εἶχε μὲ τοὺς ὑπεράνθρωπους κόπους του ἐγκαθιδρυθεῖ στὶς ψυχές. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ἡ Ἀγγλικανικὴ Ἐκκλησία μεταξὺ τῶν ἁγίων του ἑορτολογίου της ἔχει συμπεριλάβει καὶ τὸ τιμημένο ὄνομά του. Τελεῖ τὴν μνήμη του γιὰ νὰ εὐχαριστήσει καὶ νὰ ἀποδώσει μὲ τούτη τὴν πράξη της τὴν εὐγνωμοσύνη της σ’ ἐκεῖνον, ποὺ τῆς πρόσφερε ἕνα τόσο ζηλωτὴ καὶ φλογερὸ ἐργάτη. Ἕνα πνευματικὸ ἐργάτη, ποὺ μὲ τὴν βοήθειά του σὲ μιὰ ἐποχὴ τόσο δύσκολη ἔθεσε στὴν χώρα της τὰ θεμέλια τοῦ χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ.

Κύπριος, λοιπόν, ὁ πρῶτος ἀναμορφωτὴς τῆς σημερινῆς γηραιᾶς αὐτοκρατορίας. Αὐτὸ ἀναφέρει καὶ ὁ γνωστὸς Ἄγγλος ἱστορικὸς Σὲρ Τζὼρζ Χὶλλ στὸ ἔργο του «Ἱστορία τῆς Κύπρου». Κύπριος ἐκήρυξε τὸν χριστιανισμό, ἀλλὰ καὶ Ἕλληνες Μικρασιάτες, ἱεραπόστολοι καὶ ἐπίσκοποι, ὅπως ὁ Ποθεινὸς καὶ ὁ Εἰρηναῖος, μὲ κέντρο τὴν σημερινὴ Γαλλία, συνέχισαν κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες τοῦ χριστιανισμοῦ τὴν μετάδοση τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ στοὺς βάρβαρους λαοὺς τῶν βρετανικῶν αὐτῶν νήσων. Κύπριος ἔσπειρε τὸν πρῶτο σπόρο καὶ Ἕλληνες συνέχισαν νὰ σπέρνουν καὶ νὰ καλλιεργοῦν.

Μιὰ ἀπορία ὅμως γεννᾶται στὶς ψυχὲς ὅλων τῶν σημερινῶν κατοίκων τῆς μαρτυρικῆς Κύπρου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀδελφῶν τους τῆς μάνας Ἑλλάδας.

Οἱ σημερινοὶ ἄρχοντες καὶ ὁ λαὸς τῆς πλούσιας αὐτῆς χώρας ποὺ λέγεται Ἡνωμένο Βασίλειο γνωρίζουν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστική τους ἱστορία τὴν προσφορὰ αὐτὴ τῶν Ἑλλήνων χριστιανῶν ἱεραποστόλων σ’ αὐτούς; Καὶ ἂν τὴν γνωρίζουν, στ’ ἀλήθεια δὲν θά ‘πρεπε καὶ ἡ συμπεριφορά τους πρὸς τὴν Κύπρο καὶ τὴν Ἑλλάδα γενικά, ποὺ τοὺς χάρισε τέτοιους πνευματικοὺς ἡγέτες καὶ ἀναμορφωτές, νὰ εἶναι διαφορετική;

Εὐχὴ καὶ προσευχή μας εἶναι, αὐτοὶ νὰ μὴ δοκιμάσουν ποτὲς τὴν πικρία ποὺ δοκίμασε ὁ μαρτυρικὸς λαός μας στὸν αἰῶνα ποὺ βαδίζουμε ἀπὸ τὴν ἀχάριστη συμπεριφορά τους πρὸς τὴ νῆσο μας καὶ τὴν μάνα μας Ἑλλάδα, τὴν μητέρα τοῦ ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ.

Ὅμως ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, ποὺ ἔχει αἰώνιο κῦρος καὶ ἰσχύ, πρέπει πολὺ νὰ μᾶς συνέχει: «Ὁ ἀδικῶν κομιεῖται ὁ ἠδίκησε».

Ἅγιε ἀπόστολε Ἀριστόβουλε, κι ἐσὺ εὐλογημένε ἀδελφέ του, ἔνδοξε ἀπόστολε Βαρνάβα, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν. Δεήθητε τοῦ Κυρίου νὰ χαρίσει στὴν πατρίδα μας Κύπρο τὴν ἐλευθερία καὶ στὸν μαρτυρικὸ λαό μας τὴν λύτρωση ἀπὸ τὰ δεινά. Στὴν μάνα Ἑλλάδα δὲ, τὸν φωτισμό, γιὰ νὰ συνεχίσει ἀπερίσπαστη στοὺς αἰῶνες τὸν ἀνάντη δρόμο τῆς ὑψηλῆς ἀποστολῆς της καὶ νὰ μένει παντοῦ καὶ πάντοτε γιὰ ὅλους φῶς Χριστοῦ καὶ φῶς τοῦ κόσμου. Ἀμήν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τὴν κιθάραν τοῦ Πνεύματος τὴν ἑξάχορδον, τὴν μελῳδήσασαν κόσμῳ τὰς ὑπὲρ νοῦν δωρεάς, ὡς ἐκφάντορας Χριστοῦ ἀνευφημήσωμεν, Στάχυν Ἀμπλίαν Ἀπελλῆν σὺν Ναρκίσσῳ Οὐρβανόν, καὶ Ἀριστόβουλον ἅμα· ὡς γὰρ Ἀπόστολοι θεῖοι, χάριν αἰτοῦνται ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.

Ὡς ἱερὰ κειμήλια, τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καὶ τοῦ Ἡλίου τῆς δόξης αὐγάσματα, χρεωστικῶς ὑμνήσωμεν, τοὺς σοφοὺς Ἀποστόλους, Ἀπελλῆν Οὐρβανόν τε καὶ Ἀριστόβουλον, Ἀμπλίαν Νάρκισσον καὶ Στάχυν, οὓς ἡ χάρις συνήγαγε τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.

Δῆμος Ἀποστόλων θεοφεγγής, Νάρκισσος Ἀμπλίας, Ἀριστόβουλος Οὐρβανός, Ἀπελλῆς καὶ Στάχυς, ἀνέτειλαν ὡς ἄστρα· δεῦτε οὖν καὶ θαλφθῶμεν, τούτων τῇ χάριτι.

Ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος ὁ Αἰγύπτιος

Ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Πηλούσιο τῆς Αἰγύπτου.

Ζοῦσε τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ ἡγεμόνας τῆς Ἀλεξάνδρειας Ἀπελλιανὸς καταδίωκε τοὺς Χριστιανούς.

Ὁ Ἅγιος κατηγορήθηκε στὸν ἡγεμόνα ὡς Χριστιανὸς καὶ συνελήφθη. Ὁ Ἀπελλιανὸς τὸν διέταξε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε διέταξε νὰ τὸν βασανίσουν. Συγκεκριμένα διέταξε νὰ τοῦ σχίσουν τὶς σάρκες. Κατὰ τὴν ὥρα ποὺ οἱ δήμιοι καταξέσκιζαν τὶς σάρκες του, ἕνα κομμάτι ἀποσπάστηκε ἀπὸ τὸ δέρμα του καὶ ἔσταξε αἷμα στὸ τυφλὸ μάτι μίας γυναίκας, ἡ ὁποία τὸν συμπονοῦσε. Τότε εὐθὺς ἡ γυναῖκα ἀπόχτησε φῶς ἀπὸ τὸ τυφλό της μάτι.

Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ θαῦμα ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος ὑπέκυψε στὰ βασανιστήρια καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Ὡς γενναῖος ὁπλίτης τοῦ Σωτῆρος Ἐπίμαχε, τῷ ἐχθρῷ στερρῶς συνεπλάκης, συμμαχίᾳ τῆς πίστεως, καὶ τοῦτον ἐτροπώσω Ἀθλητά, βασάνους πολυτρόπους ὑποστάς· διὰ τοῦτο ὡς τοῦ Λόγου σε κοινωνόν, τιμῶμεν ἀνακράζοντες· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Αὐτοκλήτως ὥρμησας, πρὸς εὐσεβείας τοὺς ἄθλους, ἀκβοῶν Ἐπίμαχε, τοῖς παρανόμοις ἀνδρείως· Πάρειμι, ὑπεραθλῆσαι τῆς ἀληθείας, ξόανα, ἐκμυστηρίσαι τῆς ἀπωλείας· καὶ τμηθεὶς τὸν σὸν αὐχένα, δικαιοσύνης στέφανον εἰληφας.

Μεγαλυνάριον.

Μάχην συγκροτήσας περιφανῆ, Ἐπίμαχε μάκαρ, ἐναντίον τῶν δυσμενῶν, θείᾳ δυναστείᾳ λαμπρὸν τρόπαιον ἦρας· διὸ τῶν σῶν καμάτων, δρέπεις τὰ ἔπαθλα.

Μνήμη Ἀνώνυμου Ἀπολογητοῦ

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἔζησε στὰ χρόνια του Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου (361) καὶ ἦταν γιὸς ἱερέα τῶν εἰδώλων. Στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τὸν ἔφερε κάποια εὐσεβὴς χριστιανὴ Διακόνισσα, ποὺ ἦταν φίλη τῆς μητέρας του.

Ὁ νέος αὐτὸς στὴν ἀρχή, ὅταν τὸ ἔμαθε ὁ πατέρας του, ὑπέστη ἀπ’ αὐτὸν σκληρὰ βασανιστήρια. Δία θαύματος ὅμως σώθηκε καὶ ὅταν πέθανε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, κατόρθωσε νὰ φέρει στὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ τὸν γέροντα πατέρα του, καθὼς καὶ πολλοὺς εἰδωλολάτρες νέους.

Ἀφοῦ στὴν συνέχεια ἔζησε ἀνώτερη πνευματικὴ ζωή, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

(Τὸ περιστατικὸ εἶναι παρμένο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τοῦ Θεοδώρητου).

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος Ἐπίσκοπος Μυγδονίας

Ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας τῆς Μυγδονίας, ποὺ ὀνομάζεται καὶ Νίσιβις καὶ βρίσκεται μεταξὺ τῶν ποταμῶν Τίγρη καὶ Εὐφράτη.

Μετεῖχε στὴν Σύνοδο τῆς Νικαίας καὶ μετὰ τὴν λήξη τῆς Συνόδου πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρέστη στὴν κηδεία τοῦ Πατριάρχη Μητροφάνη τοῦ Α’.

Ὁ Ἰάκωβος ἔγραψε καὶ βιβλίο ψυχωφελέστατο, γιὰ τὸ ὁποῖο ἀναφέρει ὁ ἐπίσκοπος Θεοδώρητος.

Οἱ Ἅγιοι Στέφανος, Βαρνάβας, Τρόφιμος, Δορυμέδων, Κοσμᾶς, Δαμιανός, Σάββας, Βάσης, Ἀβράμιος καὶ ἡ συνοδεία αὐτῶν

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Τὸ Ἅγιο Παιδὶ ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸ θανάτωσαν σπάζοντας τὸ κεφάλι του μὲ ὀγκόλιθο.

Οἱ Ἁγίες Δώδεκα Κόρες

Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τὶς κρέμασαν στὴ μέση μιᾶς στοᾶς.

Οἱ Ἅγιοι Σέλευκος καὶ Στρατονίκη οἱ σύζυγοι

Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἑνώθηκαν μὲ τὰ δεσμὰ τοῦ γάμου. Ἦταν γνήσιο χριστιανικὸ ζευγάρι, ποὺ μὲ τόση τελειότητα παρουσιάζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολήν του.

Ἦταν μία ψυχὴ καὶ μία καρδιά. Ἀλλὰ ὅταν κλήθηκαν νὰ διαλέξουν μεταξὺ τῆς ζωῆς τους καὶ τῆς πίστης τους, δὲν δίστασαν οὔτε στιγμή. Γιὰ νὰ μείνουν ἑνωμένοι, ἔπρεπε νὰ δεχτοῦν τὸν θάνατο γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο.

Καὶ ἔτσι ἔπεσαν ἱερὰ σφάγια, γιὰ νὰ ἀνατείλουν περίλαμπροι τὴν ἡμέρα τῆς ἀνάστασης.

Ὁ Ἅγιος Γορδιανός ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Μᾶλλον πρόκειται γιὰ τὸν μάρτυρα Γορδιανό, ποὺ μαρτύρησε μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἐπίμαχο. Βλέπε σχετικὰ τὴν 9η Μαΐου).

Ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος ὁ Ρωμαῖος

Μαρτύρησε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Γορδιανό, ὅταν τοὺς συνέλαβε ὁ ἄρχοντας τοῦ τόπου καὶ αὐτοὶ ὁμολόγησαν μὲ θάρρος τὴ χριστιανική τους πίστη.

(Εἶναι ἐπανάληψη μνήμης ἀπὸ τὴν 9η Μαΐου).

Οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Μάρτυρες οἱ ἐν Μελιτινῇ

Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς συνέτριψαν τὰ σκέλη.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεομάρτυρας ἀπὸ τὴ Χῖο

Γεννήθηκε στὶς Καρυαῖς τῆς Χίου ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς χριστιανούς, τὸν Πέτρο καὶ τὴν Σταματοῦ. Ἀνατράφηκε ὀρφανὸς χωρὶς πατέρα καὶ ἔγινε ὑπόδειγμα χρηστοῦ καὶ ἐνάρετου νέου.

Σὲ ἡλικία 20 χρόνων πῆγε στὴ Μαγνησία, ὅπου ἐργαζόταν σὰν οἰκοδόμος. Σὲ κάποια στιγμὴ ὅμως, ὁ Νικόλαος, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ λόγο, τρελάθηκε. Οἱ Τοῦρκοι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν κατάστασή του θέλησαν νὰ τὸν ἐξισλαμίσουν. Τελικὰ ὅμως δὲν τὰ κατάφεραν καὶ οἱ συμπατριῶτες του τὸν συνόδεψαν καὶ πάλι στὴν Χῖο. Ἐκεῖ οἱ Τοῦρκοι τὸν ἕντυσαν μὲ τούρκικα ροῦχα καὶ τὸν ὀνόμασαν Μεχμέτ.

Κάποτε τὸν συνάντησε ἕνας ἀρχιμανδρίτης, ποὺ ὀνομαζόταν Κύριλλος καὶ πῆρε τὸ Νικόλαο στὸν ναὸ τοῦ Σωτῆρος στὸ Παλιόκαστρο. Ἐκεῖ μὲ τὴν θεία δύναμη, ἀποκαταστάθηκε ἡ ὑγεία του καὶ ἀπὸ τότε ζοῦσε αὐστηρὴ χριστιανικὴ ζωή.

Γιὰ τὴν ζωή του αὐτὴ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους, φυλακίστηκε καὶ βασανίστηκε μὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο. Ἐπειδὴ ὅμως ἐπέδειξε ἀκεραιότητα στὴν πίστη του, οἱ δήμιοί του ἔκοψαν σιγά – σιγὰ (δηλαδὴ περισσότερο μαρτυρικά) τὸ κεφάλι στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1754, στὴ θέση Βουνάκι τῆς Χίου καὶ ὤρα ἕκτη.

Τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου, ρίχτηκε ἀπὸ τοὺς δήμιους στὴ θάλασσα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Τῆς Χίου ἀγλάϊσμα, καὶ Ἀθλητῶν μιμητῆς, ἐδείχθης Νικόλαε, ὁμολογήσας Χριστόν, τυράννων ἐνώπιον· ὅθεν τῶν σῶν αἱμάτων, οἱ κρουνοὶ Ἀθλοφόρε, δρόσος ὤφθησαν θεία, τῇ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ· ἐντεῦθεν πανευχαρίστως, μέλπει τοὺς ἄθλους σου.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Φερωνύμως γέγονας, νίκη λαοῦ Ὀρθοδόξου, ἱερὲ Νικόλαε, ὑπὲρ Χριστοῦ ἐναθλήσας· ὅθεν σοι, ἐν κατανύξει ψυχῆς βοῶμεν· Δώρησαι, ἡμῖν τὴν νίκην ταῖς σαῖς πρεσβείας, κατ’ ἐχθρῶν τῶν ὁρωμένων, καὶ ἀοράτων, τοῖς σὲ τιμῶσι πιστῶς.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις ὁ τῆς Χίου θεῖος βλαστός, καὶ Νεομαρτύρων, ἐγκαλώπισμα ἱερόν· χαίροις ὁ ἀθλήσας, ὑπὲρ Χριστοῦ νομίμως, Νικόλαε τρισμάκαρ, Μαρτύρων σύσκηνε.

Ἐγκαίνια τοῦ Πατριάρχου Εὐκτηρίων

Μᾶλλον γιὰ ἐγκαίνια ναοῦ πρόκειται, κατὰ τὸν Πατμιακὸ Κώδικα.

Οἱ Ὅσιοι Σπυρίδων καὶ Νικόδημος οἱ ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρώσοι)

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ὁσίων.

Πληροφορίες ἀπό Saint, Μέγα Συναξαριστή

  anavaseis.blogspot.gr

30 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Ζηνοβίου και Ζηνοβίας, Μαρκιανού Ιερομάρτυρα, των Αγίων Κοϊντά, Μήτρα, Νεμεσίωνος, Πτολεμαίου, Θεοφίλου, Ιγένη, Ισιδώρου, Κλαυδίου, Επιμάχου, Ευτροπίου, Ζήνωνος, Ήρωνος, Άμμωνος, Ατήρ, Βήσα, Διόσκουρου, Αλεξάνδρου, Κρονίωνος, Ιουλιανού, Μακαρίου και άλλων 13 Μαρτύρων, Ευτροπίας, Κλεόπα και Ιωσήφ, Απολλωνίας Παρθένου, των Οσίων Στεφάνου, Θεοκτίστου και Ελένης, των Αγίων Αστερίου, Κλαυδίου, Νέωνος και Νεονίλλης, των Αγίων Τερτίου, Μάρκου, Ιούστου και Αρτεμά, των Αγίων εννέα Μαρτύρων, Μανουήλ, Δομετίου, Δημίου.
Ὁ Ἅγιος Κλεόπας ὁ Ἀπόστολος ἐκ τῶν 70

Ὁ Κλεόπας ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 70 μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Γι’ αὐτὸν διαβάζουμε στὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον κδ’ 18 – 27:

18 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν· σὺ μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις;

19 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ποῖα; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ὃς ἐγένετο ἀνὴρ προφήτης δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ,

20 ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς κρῖμα θανάτου καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν.

21 Ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ· ἀλλά γε σὺν πᾶσι τούτοις τρίτην ταύτην ἡμέραν ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ταῦτα ἐγένετο.

22 Ἀλλὰ καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν ἐξέστησαν ἡμᾶς γενόμεναι ὄρθριαι ἐπὶ τὸ μνημεῖον,

23 καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ ἦλθον λέγουσαι καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν αὐτὸν ζῆν.

24 Καὶ ἀπῆλθόν τινες τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον, αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον.

25 Καὶ αὐτὸς εἶπε πρὸς αὐτούς· ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται!

26 Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ;

27 Καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωυσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ.

28 Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο, καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο πορρωτέρω πορεύεσθαι·

29 καὶ παρεβιάσαντο αὐτὸν λέγοντες· μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα. Καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς.

Ὁ Κλεόπας, ἔλαβε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ πέρασε τὴν ζωή του κοπιάζοντας γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Γνῶσιν ἔνθεον, εἰσδεδεγμένος, συναρίθμιος, τῶν τοῦ Σωτῆρος, Ἀποστόλων Ἑβδομήκοντα πέφηνας, καὶ εὐσεβείας τὴν χάριν ἐκήρυξας, τοῖς ἐν τῇ πλάνῃ Κλεόπα Ἀπόστολε. Ἀλλὰ πρέσβευε, Κυρίῳ τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.

Ὡς θεῖος Μαθητής, καὶ Χριστοῦ ὑπηρέτης, δογμάτων εὐσεβῶν, ὑποφήτης ἐδείχθης, Κλεόπα Ἀπόστολε, Ἀποστόλων ὁμόσκηνε· μεθ’ ὧν πρέσβευε, τῷ Παντοκράτορι Λόγῳ, τοῖς αἰνοῦσί σε, λύσιν πταισμάτων δοθῆναι, καὶ χάριν καὶ ἔλεος.

Μεγαλυνάριον.

Μύστης τοῦ Σωτῆρος ἀναδείχθης, διέπρεψας κόσμῳ, ὡς Ἀπόστολος εὐκλεής, Κλεόπα τρισμάκαρ, καὶ νῦν Ἀποστόλοις, τὰ ἔπαθλα κομίζῃ, τῶν παλαισμάτων σου.

Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ἔζησε τὸν 13ο αἰῶνα. Ἔγινε Ἱερομόναχος μετὰ τὸν θάνατο τῆς συζύγου του καὶ διαδέχτηκε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸν Γερμανὸ Γ’ τὸ 1268.

Τὸ 1275 ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του, διότι ὁ βασιλιὰς Μιχαήλ, εἶχε ὑπογράψει χωρὶς τὴν θέληση κλήρου καὶ λαοῦ, στὴ Λυὼν τῆς Γαλλίας, τὴν ἕνωση τῆς Ἀνατολικῆς καὶ τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας.

Στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1282 ἐπανῆλθε στὸν θρόνο καὶ ἔκανε πολλὲς καὶ κοπιαστικὲς περιοδεῖες γιὰ νὰ ἀποκαταστήσει τὴν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ τάξη.

Ὅμως, τὸν Μάρτιο τοῦ 1283, ἐξουθενωμένος ἀπὸ τοὺς κόπους, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Θεό.

Οἱ Ἅγιοι Ζηνόβιος καὶ Ζηνοβία τὰ ἀδέλφια

Κατάγονταν ἀπὸ τὶς Αἰγαὶς τῆς Κιλικίας καὶ ἦταν κληρονόμοι μεγάλης περιουσίας. Ὁ Ζηνόβιος εἶχε σπουδάσει ἰατρική, καὶ ὄχι μόνο πρόσφερε ἀφιλοκερδῶς τὶς ὑπηρεσίες του στοὺς πάσχοντες, ἀλλὰ ἐπιπλέον πλούσια μοίραζε ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ του σ’ αὐτούς. Μὲ τὴ συμπεριφορά του αὐτὴ στήριζε τοὺς χριστιανούς, καὶ πολλοὺς εἰδωλολάτρες ἔφερε στὴ χριστιανικὴ πίστη.

Ὅταν πληροφορήθηκε αὐτὸ ὁ ἔπαρχος Λυσίας, ἔδωσε διαταγὴ καὶ τὸν συνέλαβαν.

Ὁ Ζηνόβιος μὲ παρρησία ὁμολόγησε ὅτι πράγματι εἶναι χριστιανός. Καὶ ὅ,τι κάνει, τὸ κάνει γιὰ τὴ σωτηρία ψυχῶν καὶ τὴν δόξα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὁ Λυσίας μὲ αὐστηρότητα τοῦ εἶπε ὅτι ἂν δὲν σταματήσει αὐτὸ ποὺ κάνει καὶ δὲν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, θὰ μαρτυρήσει φρικτά.

Ὁ Ζηνόβιος ἀπάντησε ὅτι τὰ μαρτύρια μποροῦν νὰ βλάψουν τὸ σῶμα του, ἀλλὰ τὴν ψυχή του ποτέ. Διότι λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Καὶ τὶς ὁ κακώσων ὑμᾶς, ἐὰν τοῦ ἀγαθοῦ μιμητοὶ γένησθε;». Ποιός, δηλαδή, θὰ μπορέσει νὰ σᾶς κάνει κακὸ καὶ νὰ σᾶς ἐπιφέρει πραγματικὴ βλάβη, ἂν γίνετε μιμητὲς καὶ ἀκόλουθοι τοῦ ἀγαθοῦ; Ὁ Λυσίας ἀμέσως διέταξε καὶ τὸν βασάνισαν.

Τότε παρενέβη ἡ ἀδελφή του Ζηνοβία καὶ ἤλεγξε τὸν Λυσία, ὅτι αὐτὸ ποὺ κάνει εἶναι ἄνανδρο. Ἀλλὰ ὁ ἔπαρχος συνέλαβε καὶ αὐτήν, καὶ τελικὰ ἀποκεφάλισε καὶ τοὺς δυό.

(Κατ’ ἄλλη ἐκδοχὴ ὁ Ζηνόβιος μαρτύρησε ἐπὶ Διοκλητιανού. Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς τὸν Ζηνόδοτο καὶ τὴ Θέκλα, καὶ πώς, ὅταν μεγάλωσε ἔγινε ἐπίσκοπος Αἰγῶν, ἐπιτελώντας πολλὰ θαύματα).

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὡς θεῖοι αὐτάδελφοι, ὁμονοοῦντες καλῶς, Ζηνόβιε ἔνδοξε, καὶ Ζηνοβία σεμνή, συμφώνως ἠθλήσατε· ὅθεν καὶ τῶν στεφάνων, τῶν ἀφθάρτων τυχόντες, δόξης ἀκατάλυτου, ἠξιώθητε ἅμα, ἐκλάμποντες τοῖς ἐν κόσμῳ, χάριν ἰάσεων.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς τῆς φύσεως.

Τοὺς ἀληθείας Μάρτυρας, καὶ εὐσεβείας κήρυκας, τῶν ἀδελφῶν τὴν δυάδα τιμήσωμεν, ἐν θεοπνεύστοις ᾄσμασι, τὸν Ζηνόβιοv ἅμα, τῇ σοφῇ Ζηνοβίᾳ, ὁμοῦ βιώσαντας, καὶ διὰ μαρτυρίου τευξαμένους στέφος ἄφθαρτον.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις αὐταδέλφων ἡ ξυνωρίς, Ζηνόβιε μάκαρ, Ζηνοβία πανευκλεής, οἱ τὸν Θεὸν Λόγον, δοξάσαντες ἐν ἄθλοις, παρ’ οὗ και δοξασθέντες, ἡμῶν προΐστασθε.

Ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Μαρκιανὸς χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο καὶ στάλθηκε στὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας.

Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος μὲ τὴν προσευχή του κατέστρεψε τοὺς ναοὺς τῶν εἰδώλων. Καὶ δὲν ἔκανε μόνο αὐτό, πραγματοποίησε πολλὰ θαύματα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πιστέψουν πολλοὶ εἰδωλολάτρες.

Ὅμως τὴν παρρησία τοῦ Ἁγίου δὲν μποροῦσαν νὰ τὴν ὑποφέρουν οἱ φθονεροὶ καὶ χριστοκτόνοι Ἰουδαῖοι καὶ τὸν θανάτωσαν μὲ βίαιο θάνατο.

Οἱ Ἅγιοι Κοϊντᾶς, Μήτρας, Νεμεσίων, Πτολεμαῖος, Θεόφιλος, Ἰγένης, Ἰσίδωρος, Κλαύδιος, Ἐπίμαχος, Εὐτρόπιος, Ζήνων, Ἤρων, Ἄμμων, Ἀτῆρ, Βήσας, Διόσκουρος, Ἀλέξανδρος, Κρονίων, Ἰουλιανός, Μακάριος καὶ ἄλλοι 13 Μάρτυρες

Μαρτύρησαν στὰ χρόνια του βασιλιὰ Δεκίου τὸ 250, στὴν Ἀλεξάνδρεια.

Οἱ Μάρτυρες Κοϊντᾶς καὶ Μήτρας θανατώθηκαν, μετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια, ἀφοῦ ἔχυσαν ἐπάνω τους βρασμένη ἀσβέστη.

Οἱ δὲ Νεμεσίων καὶ Πτολεμαῖος, ἀφοῦ καὶ αὐτοὶ βασανίστηκαν ἀπάνθρωπα, στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.

Ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους μάρτυρες, ἄλλους ἔκαψαν ζωντανοὺς καὶ ἄλλους ἀποκεφάλισαν.

Ἡ Ἁγία Εὐτροπία ἡ Μάρτυς

Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου καὶ μάταια ὁ ἔπαρχος Ἀπελλιανὸς προσπαθοῦσε νὰ διεγείρει τὴν ψυχὴ τῆς Εὐτροπίας στὶς ὁρμὲς τῆς ζωῆς τῶν ἀνέσεων, τῶν τέρψεων καὶ τῶν ἡδονῶν, ποὺ ὑποσχόταν σ’ αὐτὴν, ἂν ἤθελε ν’ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό.

Τέρψη, ἡδονὴ καὶ ἄνεση γιὰ μένα εἶναι, ἔλεγε ἡ Εὐτροπία, τὸ νὰ ζῶ κατὰ τὰ χριστιανικὰ παραγγέλματα. Ἐμᾶς ἑλκύουν ἡ ἐγκράτεια, ἡ λιτότητα, οἱ κακοπάθειες καὶ οἱ θλίψεις γιὰ τοὺς ἄλλους, ἡ δὲ μεγαλύτερη τῶν ἡδονῶν εἶναι ὁ θάνατος γιὰ τὸ Χριστό.

Καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε ἡ μάρτυς καὶ μὲ ἔργα. Οὔτε φυλακή, οὔτε σιδερένια νύχια καὶ ἀναμμένες λαμπάδες πτόησαν ἢ πίκραναν τὴν ψυχή της. Τὰ λόγια της ἐξακολουθοῦσαν θαρραλέα καὶ ἡρωϊκά, τὸ δὲ κεφάλι της βάφηκε μὲ τὸ αἷμα της.

Καὶ τὸ κεφάλι ἐκεῖνο, ποὺ μὲ τέτοιο τρόπο ἔπεσε, ἦταν τὸ τιμιότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο κεφάλι στολισμένο μὲ διαμάντια καὶ στέμματα βασιλικά.

Ἡ Ἁγία Ἀπολλωνία ἡ Παρθένος καὶ Πρεσβύτης, καὶ οἱ σὺν αὐτῇ ἐν Ἀλεξάνδρειᾳ Μάρτυρες

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Μαρτύρων.

Οἱ Ὅσιοι Στέφανος, Θεόκτιστος καὶ Ἑλένη

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τοὺς Ὁσίους Στέφανο Μιλιούτιν, Θεόκτιστο τὸν ἀδελφό του καὶ Ἑλένη τὴν μητέρα αὐτῶν.

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ὁσίων.

Οἱ Ἅγιοι Ἀστέριος, Κλαύδιος, Νέων καὶ Νεονίλλη τὰ ἀδέλφια

Αὐτοὶ ἦταν ἐκ τῆς πόλεως τῶν Λαράνδων, τὸ γένος Ἴσαυροι καὶ ἀδέλφια κατὰ σάρκα, στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ καὶ Λυσίου ἡγεμόνος τῆς Κιλικίας.

Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας τους, ἔπεσαν στὰ νύχια τῆς κακιᾶς μητριᾶς τους, ποὺ ἤθελε νὰ ἁρπάξει τὴν περιουσία ποὺ τοὺς ἄφησε ὁ πατέρας τους. Τὰ τέσσερα ἀδέλφια δὲν ἐπέτρεψαν στὴ μητριά τους νὰ οἰκειοποιηθεῖ τὴν περιουσία τους, ἀντίθετα ὅμως, μὲ κάθε προθυμία βοηθοῦσαν μὲ τὰ χρήματα αὐτὰ τοὺς φτωχούς. Τότε ἡ μέγαιρα μητριά, γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὰ τέσσερα ἀδέλφια, τὰ κατάγγειλε στὸν ἡγεμόνα τῆς Κιλικίας Λυσία, ὅτι ἦταν χριστιανοί.

Ἀμέσως συνελήφθησαν καὶ βασανίστηκαν σκληρά. Ἀλλὰ τὸ φρόνημά τους δὲν ἄλλαξε. Τότε ἀποκεφαλίστηκαν καὶ οἱ τέσσερις, τὰ δὲ σώματά τους ρίχτηκαν στὰ φαράγγια γιὰ νὰ τὰ φάνε τὰ ὄρνεα. Ἀλλὰ ἡ ψυχή τους πέταξε ἔνδοξη μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ, περιμένοντας τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς μισθαποδοσίας.

Οἱ Ἅγιοι Τέρτιος, Μᾶρκος, Ἰοῦστος (ἢ Ἰησοῦς) καὶ Ἀρτεμᾶς οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70

Ὁ Τέρτιος ἔγινε δεύτερος ἐπίσκοπος Ἰκονίου μετὰ τὸν Σωσίπατρο. Ἔγραψε δὲ καὶ τὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, καθὼς ὁ ἴδιος μαρτυρεῖ (Ρωμ. ιστ’ 22).

Ὁ Μᾶρκος, ἀνεψιὸς τοῦ Βαρνάβα, ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδας καὶ μὲ τὸ Εὐαγγελικό του κήρυγμα ἐξολόθρευσε τὸ σέβας τῶν εἰδώλων. (Κολασ. δ’ 10).

Ὁ Ἰοῦστος ἔγινε ἐπίσκοπος Ἐλευθερουπόλεως καὶ μὲ τὰ λόγια του καὶ τὰ θαύματά του, εἵλκυσε στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοὺς ἐκεῖ ἀπίστους.

Καὶ ὁ Ἀρτεμᾶς ἔγινε ἐπίσκοπος στὰ Λύστρα, καὶ σὰν δόκιμος ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ διέλυσε στὸν τόπο αὐτὸν τὴν πλάνη τῶν δαιμόνων.

Οἱ Ἅγιοι 9 ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησαν διὰ πυρός. (Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι μ’ αὐτοὺς τῆς 12ης Μαρτίου).

Ὁ Ἅγιος Μανουὴλ ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος μ’ αὐτὸν τῆς 26ης Μαρτίου).

Ὁ Ἅγιος Δομέτιος ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Δήμιος

Δὲν γνωρίζουμε τὸ ὄνομά του. Μόνο τὸ ἐπάγγελμα τοῦ Ἁγίου εἶναι γνωστό. Ἦταν δήμιος.

Ἂν ἔζησε τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν, πόσες φορὲς ὁδήγησε ο ἴδιος τοὺς Χριστιανοὺς μάρτυρες στὰ πυρακτωμένα σιδεροκρέβατα τοῦ μαρτυρίου τους, κάρφωσε ο ἴδιος τὰ καρφιὰ στὸν ξύλινο σταυρό τους, ἄναψε στὰ σώματα τῶν μαρτύρων λαμπάδες νὰ φωτίζουν τὰ δεῖπνα τῶν Ρωμαίων! Πόσες φορὲς μούσκεψε τὸ μανίκι του ἀπὸ τὰ δάκρυα τῆς πίστης τῶν Χριστιανῶν, πόσες φορὲς ἄκουσε τὴν τελευταία προσευχή τους !

Μνήσθητι, Κύριε, καὶ τῆς ἐμῆς ταπεινότητας

καὶ ἀθλιότητος, καὶ συγχώρησάν μοι ὅσα σοὶ

ἥμαρτον παρ’ ὅλον τῶν τῆς ζωῆς μου χρόνον.

Ὁ Ἅγιος ὑπῆρξε δήμιος, ψυχρὸς ἐκτελεστῆς, δολοφόνος κατ ἐπάγγελμα, σταυρωτῆς ἀνθρώπων. Ὅμως, ἡ μετάνοια βεβαιώνει τὴν ἀπόκρημνη ἐλευθερία τοῦ θαύματος.

Μία ἡμέρα, ὁ δήμιος γνώρισε τὸν Χριστό. Αὐτὸ γράφει ο συναξαριστὴς τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου. Καμία ἄλλη λέξη. Ο ἀνώνυμος δήμιος ὁμολόγησε τὴν πίστη του, ὁδηγήθηκε στὴν ζοφερὴ φυλακὴ ἀπὸ ὅπου μέχρι τότε ἀνέσυρε τὰ θύματά του, καὶ ἐκεῖ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.

Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Δημίου τιμοῦμε τὴν 30η Ὀκτωβρίου.

(Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστὲς καὶ τὴν 25η Μαρτίου).


Πληροφορίες ἀπό Saint, Μέγα Συναξαριστή

 anavaseis.blogspot.gr

29 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Αναστασίας Ρωμαίας, Αβραμίου και Μαρίας, Κυρίλλου Μίνη και Μηναίου, Σάββα Στρατηλάτη, Άννας Οσίας, Μελιτίνης, Βάσσας, Διομήδους, Αθανασίου Ιερομάρτυρα, Τιμοθέου Εσφιγμενίτη, Αβραμίου Αρχιμανδρίτη.
Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Ρωμαία, ἡ Ὁσιομάρτυς

Ἡ Ὅσια Ἀναστασία ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη. Ὅταν πέθαναν οἱ πλούσιοι γονεῖς της, διαμοίρασε τὴν περιουσία ποὺ κληρονόμησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι.

Ὅταν τὴν συνέλαβε ὁ ἡγεμόνας Πρόβος, ὑπενθύμισε στὴν Ἀναστασία τὴν ἀνθηρὴ νεότητά της, γιὰ τὴν ὁποία θὰ ἔπρεπε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τότε, δυναμικὴ ὑπῆρξε ἡ ἀπάντηση τῆς Ἀναστασίας: «Ἐγώ, εἶπε, μία ὡραιότητα καὶ νεότητα γνωρίζω, ἐκείνη ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς στὶς πιστὲς καὶ γενναῖες ψυχές, ποὺ προτιμοῦν γι’ Αὐτὸν τὸν θάνατο ἀντὶ ἄλλων ἐγκόσμιων ἀγαθῶν, ὅταν αὐτὰ προτείνονται γιὰ τὴν προδοσία τοῦ Θεοῦ τους.

Πλούτη εἶχα ἄφθονα. Δὲν τὰ θέλησα. Ἀλλὰ τὸν Χριστό μου τὸν θέλω καὶ ἀπ’ Αὐτὸν καμία δύναμη δὲν θὰ μπορέσει νὰ μὲ χωρίσει. Ἂν ἀμφιβάλλεις, δοκίμασε».

Ἐξαγριωμένος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση ὁ Πρόβος, τὴν μαστίγωσε στὸ πρόσωπο καὶ τὴν ἅπλωσε σὲ ἀναμμένα κάρβουνα. Ἔπειτα, τὴν κρέμασε καὶ τῆς ἔσκισε τὸ σῶμα. Μετὰ ἔκοψε τοὺς μαστούς της, ξερίζωσε τὰ νύχια της καὶ τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισε.

Ἔτσι, ἡ Ἀναστασία πῆρε τὸν ἁμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἀσκήσει ἐκλάμψασα, ὥσπερ παρθένος σεμνή, ἀθλήσεως αἵμασι, τὴν τῆς ἁγνείας στολήν, ἐνθέως ἐφοίνιξας· ὅθεν Ἀναστασία, ὡς Ὁσία καὶ Μάρτυς, χάριτας ἰαμάτων, ἀπαστράπτεις τῷ κόσμῳ, πρεσβεύουσα τῷ Σωτήρι, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοvτάκιοv. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Παρθενίας νάμασι, καθηγνισμένη Ὁσία, μαρτυρίου αἵμασι, Αvαστασία πλυθεῖσα, παρέχεις, τοῖς ἐν ἀνάγκαις τῶν νοσημάτων, ἴασιν, καὶ σωτηρίαν τοῖς προσιοῦσιν, ἐκ καρδίας· ἰσχὺν γὰρ νέμει, Χριστὸς ὁ βρύων, χάριν ἀέναοv.

Μεγαλυνάριον.

Ἔφυς ὥσπερ ῥόδον πανευθαλές, ἐν δικαιοσύνης, τοῖς λειμῶσιν ἀσκητικῶς, καὶ ὀσμὴν χαρίτων, ἀθλητικῶς ἐκπέμπεις, σεμνὴ Ἀναστασία, τοῖς σὲ γεραίρουσι.

Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος καὶ Μαρία ἡ ἀνεψιά του

Ἀριστεὺς τῆς ἐγκράτειας καὶ τῶν πνευματικῶν ἀσκήσεων ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος, ἄφησε τὴν μεγάλη περιουσία ποὺ κληρονόμησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴν διακονία τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον.

Ζοῦσε σὲ ἐρημικὸ τόπο, ὅπου προσευχόταν καὶ μελετοῦσε τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἀπὸ ἐκεῖ πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις, γιὰ νὰ κηρύξει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ διακονήσει τὴν βασιλεία τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς εἰρήνης τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ὑπομονή του κατόρθωσαν πολλὲς φορὲς νὰ καταπραΰνουν βάρβαρες καρδιὲς καὶ νὰ ἑλκύσουν στὸν σταυρὸ ψυχὲς ὑπερβολικὰ ἐξαγριωμένες.

Πάνω ἀπὸ 70 ἐτῶν ὁ Ἀβράμιος, διατηροῦσε ὅλη τὴν ζωντάνια τῆς Ἱεραποστολικῆς δράσης του. Προστατευόμενος μάλιστα καὶ ἀπὸ τὴν ἡλικία του, μπόρεσε νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν σωτηρία ἁμαρτωλῶν γυναικών.

Κάποτε εὐτύχησε νὰ ἀνασύρει ἀπὸ τὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν κόρη τοῦ ἀδελφοῦ του, τὴν Μαρία. Τὴν εἶδε σὲ κάποιο πανδοχεῖο, χωρὶς νὰ τὴν γνωρίζει, φορτωμένη μὲ κοσμήματα καὶ συντροφιὰ μὲ ἀκόλαστους νέους. Ἡ παραστρατημένη ὅμως νεαρή, δὲν εἶχε ἀποβάλει ἐντελῶς τὶς εὐσεβεῖς ἀναμνήσεις της.

Τὴν ἑπομένη, πῆγε στὸ γέροντα ἀσκητὴ καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία του. Ἐκεῖνος τῆς ἀπάντησε ὅτι δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτα ἡ εὐλογία τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ὁ Θεὸς εἶναι ἀναγκασμένος νὰ μὴ παρέχει τὴν δική Του. Τὰ λόγια αὐτὰ συντάραξαν τὴ Μαρία, μετανόησε, ἐξομολογήθηκε καὶ ἀπὸ τότε ἔζησε ζωὴ ἁγία.

Ὁ δὲ Ἀβράμιος πέθανε ὑπέργηρος, ὑπηρετώντας πιστὰ μέχρι τέλους τὸν Θεό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.

Ζωῆς τῆς φθειρομένης λιπὼν τὰς ἀπολαύσεις, ἐν τῇ τῶν μελλόντων ἐλπίδι, Ἀβράμιε θεοφόρε, ὁσίως ἐβίωσας ἐν γῇ, καὶ χρῖσμα ὑπεδέξω ἱερὸν· διὰ τοῦτο ὡς τοῦ Λόγου μυσταγωγός, κατηύγασας τοὺς βοῶντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοvτάκιοv. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐν σαρκὶ ὡς ἄγγελος, ἐπὶ τῆς γῆς ἀνεδείχθης, καὶ ἀσκήσει γέγονας, πεφυτευμένον ὡς δένδρον, ὕδατι, τῆς ἐγκρατείας καλῶς αὐξήσας, ῥεύμασι, τῶν σῶν δακρύων ῥύπον ἐκπλύνας· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, δοχεῖον θείου, Ἀβράμιε Πνεύματος.


Μεγαλυνάριον.

Τὸ δοθέν σοι τάλαντον πρὸς Χριστοῦ, πόνοις ἐγκρατείας, ἐγεώργησας δαψιλῶς, καὶ ὡς Ἱεράρχης, αὐτὸ ἐπηυξημένον, Ἀβράμιε προσάγεις, τῷ σὲ δοξάσαντι.

Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος, Μίνης καὶ Μιναῖος οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Μίνη καὶ Μιναίου, ἐπαναλαμβάνεται, ἄγνωστο γιατί, καὶ τὴν 1η Αὐγούστου).

Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Στρατηλάτης

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν τρυπώντας του τὰ πλευρὰ μὲ λόγχη.

Ἡ Ὁσία Ἄννα

Γεννήθηκε στὸ Βυζάντιο ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ ὁ πατέρας της, Ἰωάννης ὀνομαζόμενος, ἦταν Διάκονος στὸ Ναὸ τῆς Θεοτόκου στὶς Βλαχέρνες.

Νωρὶς ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ γονεῖς καὶ ἡ γιαγιά της τὴν πάντρεψε μὲ κάποιο εὐσεβὴ Διάκονο, μὲ τὸν ὁποῖο ἀπόκτησε δυὸ παιδιά. Ἀλλὰ ἀργότερα, ὁ ἄντρας της καὶ τὰ δύο της παιδιὰ πέθαναν καὶ ἔτσι ἡ Ἄννα διαμοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της καὶ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι.

Κατόπιν ὅμως, ὁ εἰκονομάχος Λέων ὁ Ἴσαυρος, διέλυσε τὴ Μονὴ στὴν ὁποία ἀνῆκε ἡ Ἄννα. Στὴν ἀνάγκη αὐτή, ἡ Ὁσία φόρεσε ροῦχα ἀνδρικὰ καὶ μπῆκε σὲ ἀνδρικὸ μοναστήρι μὲ τὸ ψευδώνυμο Εὐφημιανός.

Ἐκεῖ ἔζησε μὲ μεγάλη προσοχὴ καὶ ἀκρίβεια, καὶ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου, φόρεσε πάλι γυναικεία ροῦχα καὶ ἔμεινε σὰν μοναχὴ στὸ Βυζάντιο. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὴ διακονία τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ἀσθενῶν.

Μὲ τέτοια δὲ θεοφιλὴ ἐργασία παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριο.

Ἡ Ἁγία Μελιτίνη ἡ Μάρτυς

Ἡ Ἁγία Μελιτίνη κατηγορήθηκε ὡς Χριστιανὴ καὶ ὁδηγήθηκε στὸν τοπικὸ ἄρχοντα ὅπου ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ὁ ἄρχοντας ἐξοργίστηκε καὶ πρόσταξε νὰ τὴν χτυπήσουν βάναυσα στὸ πρόσωπο.

Στὴν συνέχεια, τὴν γύμνωσαν καὶ τὴν ὁδήγησαν στὸ δικαστήριο, ὅπου τὴν ἀνέκριναν πολλὲς ὧρες. Μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνάκριση ὑποβλήθηκε σὲ πολλὰ βασανιστήρια.

Τελικὰ ὑποβλήθηκε στὴν τιμωρία τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ. Ἔτσι ἡ Ἁγία μάρτυρας Μελιτίνη τελείωσε καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ ἄφθαρτο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Ἡ Ἁγία Βάσσα

Ἡ μνήμη τῆς ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Sirmond (Delehaye σελ. 176, 2) ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρα μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Μαρτύρων Πέτρου, Παύλου, Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, Στεφάνου τοῦ Πρωτομάρτυρος, Βαρνάβα τοῦ Ἀποστόλου, Ἰωσὴφ τοῦ Πατριάρχου, καὶ Κλεώπα, Τροφίμου, Δορυμέδοντος, Κοσμᾶ, Δαμιανοῦ, Βάσσης καὶ τῆς συνοδείας αὐτῶν. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν σύναξις ἐν τῷ σεπτῷ ἀποστολείῳ τοῦ Ἁγίου καὶ Πανευφήμου Ἀποστόλου Παύλου ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ ἅμα δὲ καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ αὐτοῦ ναοῦ».

Ὁ Ἅγιος Διομήδης

Τὴν μνήμη του συναντᾶμε στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1589 φ. 91α ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρα μνήμη τοῦ Ἅγιου Διομήδους, μαθητοῦ τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Τριφυλλίου, Ἐπισκόπου Λευκωσίας».

Ἄλλο βιογραφικό του στοιχεῖο δὲν ἔχουμε.

Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ὁ Ἐσφιγμενίτης ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας

Πατρίδα του τὸ χωριὸ Παράορα τῆς ἐπαρχίας Κεσσάνης τῆς Θράκης, καὶ κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Τριαντάφυλλος. Παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε δύο θυγατέρες. Ὕστερα ὅμως ἀπὸ μία περιπέτεια μὲ τὴν σύζυγό του, ἀποχαιρέτησε τὰ παιδιά του καὶ τοὺς συγγενεῖς του καὶ ἀποχώρησε στὴν Αἶνο. Ἐκεῖ ἀποκατέστησε τὴν γυναίκα του σ’ ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι καὶ αὐτὸς ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μεγίστη Λαύρα.

Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Τιμόθεος καὶ ἔμεινε ἕξι χρόνια ἀσκούμενος στὶς ἀρετές, ὑπακοή, πραότητα, ταπείνωση, προσευχὴ καὶ νηστεία. Κατόπιν πῆγε στὸ κοινόβιο τοῦ Ἐσφιγμένου, ὅπου ἔγινε μεγαλόσχημος καὶ προπαρασκευάστηκε γιὰ τὸ μαρτύριο.

Τελικά, ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ ἡγούμενου του Εὐθυμίου, ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἔφτασε στὴν Κεσσάνη. Ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τὸν συνοδὸ τοῦ Ἱερομόναχο Εὐθύμιο, προσπαθοῦσαν νὰ ἐπαναφέρουν στὴν σωστὴ πίστη ἀρνησίχριστους. Τοὺς πρόδωσαν ὅμως καὶ ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν τοὺς μετέφεραν στὶς φυλακὲς τῆς Ἀδριανούπολης.

Ἐκεῖ βασανίστηκαν μὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο. Ἀλλὰ ἐπειδὴ οἱ Ὅσιοι ἔμεναν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, τοὺς μὲν Εὐθύμιο καὶ κάποιον ἄλλο μοναχὸ Βαρνάβα τοὺς ἐλευθέρωσαν καὶ τοὺς ἀπέλασαν, τὸν δὲ Τιμόθεο ἀποκεφάλισαν στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1820.

Μέρος τῶν αἱματωμένων ἐνδυμάτων του, βρίσκεται στὴ Μονὴ Ἐσφιγμένου.

(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, μαζὶ μ’ αὐτοὺς τοὺς Ἁγίους, ἀναφέρουν καὶ κάποιον Ἱερέα Νικόλαο).

Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιμανδρίτης ἐν Ροστοβίᾳ

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πληροφορίες ἀπό Saint, Μέγα Συναξαριστή

  anavaseis.blogspot.gr

28 Oκτωβρίου Συναξαριστής. Άγια Σκέπη Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχέρνω και η επέτειος του ΟΧΙ, Τερεντίου και Νεονίλλης και τα τέκνα αυτών, Στεφάνου Σαββαΐτη, των Αγίων Τερεντίου, Αφρικανού, Μαξίμου, Πομπηΐου, Φωκά και των 36 συν αυτών Μαρτύρων, Φιρμιλιανού και Μελχιών, Φεβρωνίας, Κυριάκου Ιερομάρτυρα, Άννας της μητέρας του Κυριάκου, Αθανασίου Πατριάρχη, των Αγίων Νεομαρτύρων Αγγελή, Μανουήλ, Γεωργίου και Νικολάου, Αρσενίου Αρχιεπισκόπου, Αβραμίου Επισκόπου, Θεοφίλου Ιερομάρτυρα, Abban, Lioba, Διομήδους, Άγιος Δημήτριος Μητροπολίτης Ροστοβίας.
Άγία Σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχέρνω και η επέτειος του “ΟΧΙ”

Η Αγία Σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχερνώ εορτάζει την 1η Οκτωβρίου όπου και το βιογραφικό σημείωμα. Η Εκκλησία της Ελλάδος όμως, την έχει μεταθέσει στις 28 Οκτωβρίου, όπου η Ελλάδα γιορτάζει το μεγάλο γεγονός της διασώσεως και απελευθερώσεως της από τον Ιταλογερμανικό ζυγό. Την Ακολουθία που ψάλλεται αυτή την ημέρα την έγραψε ο Αγιορείτης Μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης και εγκρίθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 21 Οκτωβρίου 1952 μ.Χ. όπου και αποφασίστηκε ο συνεορτασμός της εορτής της Αγίας Σκέπης και της Εθνικής επετείου του «ΟΧΙ» (Συνοδικές Εγκύκλιοι, Τόμος Β’, Αθήνα 1956, σελ. 649).

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς Σκέπης σου Παρθένε, ἀvuμνοῦμεν τάς χαρίτας, ἣν ὡς φωτοφόρον νεφέλην, ἐφαπλοῖς ὑπὲρ ἔννοιαν, καὶ σκέπεις τὸν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς. Σὲ γὰρ σκέπην καὶ προστάτιν καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα βοῶντές σοι· Δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τῇ θείᾳ Σκέπῃ σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου, προμηθείᾳ Ἄχραντε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’. Θεοτόκε Ἀειπάρθενε.

Θεοτόκε Ἀειπάρθενε, τὴν ἁγίαν σοῦ Σκέπην, δι’ ἧς περισκέπεις, τοὺς εἰς σὲ ἐλπίζοντας, κραταιὰν τῷ Ἔθνει σου καταφυγὴν ἐδωρήσω‧ ὅτι ὡς πάλαι καὶ νῦν θαυμαστῶς ἡμᾶς ἔσωσας, ὡς νοητὴ νεφέλη, τὸν σὸν λαὸν περιβαλοῦσα. Διὸ δυσωποῦμεν σε, εἰρήνην τῇ πολιτείᾳ σου δώρησαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὥσπερ νεφέλη ἀγλαῶς ἐπισκιάζουσα, τῆς Ἐκκλησίας τὰ πληρώματα Πανάχραντε, ἐν τῇ πόλει πάλαι ὤφθης τῇ Βασιλίδι. Ἀλλ’ ὡς σκέπη τοῦ λαοῦ σου καὶ ὑπέρμαχος, περισκέπασον ἡμᾶς ἐκ πάσης θλίψεως, τοὺς κραυγάζοντας· Χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε.

Ὁ Οἶκος

Ἄνωθεν ἐφαπλοῦσα, τὴν ἁγίαν σοῦ Σκέπην, Παρθένε Θεοτόκε Μαρία, σκέπεις καὶ σῴζεις τὸν σὸν λαόν, καθ’ ὥραν σε Ἁγνὴ ἐπιβοώμενον· νῦν δὲ σου τὰ θαυμάσια, εὐγνωμόνως ὑμνεῖ κραυγάζων·

Χαῖρε τοῦ κόσμου ἡ Σωτηρία

Χαῖρε Ἑλλάδος ἡ προστασία.

Χαῖρε τῶν Ἀγγέλων παράδοξον θέαμα

Χαῖρε τῶν ἀνθρώπων ἀκλόνητον ἔρεισμα.

Χαῖρε Μήτηρ Ἀειπάρθενος τοῦ Παντάνακτος Χριστοῦ

Χαῖρε σκέπη καὶ ἀντίληψις τοῦ λαοῦ σου τοῦ πιστοῦ.

Χαῖρε ὅτι ἐφάνης σκέπουσα τὸ σὸν Ἔθνος

Χαῖρε ὅτι παρέχεις νίκας τῷ στρατοπέδῳ.

Χαῖρε πηγὴ πλουσίας χρηστότητος

Χαῖρε λαμπὰς Θεοῦ ἀγαθότητος.

Χαῖρε δι’ ἧς τοὺς ἐχθροὺς ἐκνικῶμεν

Χαῖρε πρὸς ἣν καθ’ ἑκάστην βοῶμεν·

Χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε.

Οι Άγιοι Τερέντιος και Νεονίλλη οι σύζυγοι και τα παιδιά τους Σάρβηλος, Νίτας, Ιέραξ, Θεόδουλος, Φώτιος, Βήλη και Ευνίκη

Ήταν μια πραγματική “κατ’ οίκον εκκλησία”. Οικογένεια αληθινά χριστιανική, με μια ψυχή, με μια καρδιά και το ίδιο φρόνημα. Όταν άρχισε ο διωγμός κατά των χριστιανών, ειδοποίησαν τους δύο συζύγους ότι κινδυνεύουν να συλληφθούν. Τότε ο Τερέντιος και η Νεονίλλη αναρωτήθηκαν να φύγουν μακριά, προκειμένου να προστατέψουν τα παιδιά τους, ή να μείνουν και να περιμένουν με γενναιότητα οποιοδήποτε μαρτύριο; Οι πέντε γιοι και οι δύο θυγατέρες τους έδωσαν αποφασιστική απάντηση. Γιατί να φύγουν; Ο διωγμός είχε εξαπλωθεί παντού.

Έπειτα, η αναχώρησή τους θα ενέσπειρε τον πανικό στους εκεί χριστιανούς. Και το σπουδαιότερο, η Εκκλησία δεν ενισχύεται από φυγάδες, αλλά από μάρτυρες και αθλητές. Έτσι, όλη η οικογένεια αποφάσισε

να μείνει σταθερή στην απόφαση της. Και όλοι μαζί, αφού ομολόγησαν το Χριστό, πέθαναν με αποκεφαλισμό.

Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.

Νόμω φύσεως, συνδεδεμένοι, κράτος πίστεως, ενδεδυμένοι, μαρτυρίου την οδόν διηνύσατε, συν Νεονίλλη θεόφρον Τερέντιε, και η των Παίδων υμών επτάς ένθεος. Και νυν άφεσιν, αιτήσασθε παμμακάριστοι, τοις μέλπουσιν υμών την θείαν άθλησιν.

Όσιος Στέφανος ο Σαββαΐτης

Λόγιος μοναχός ο όσιος Στέφανος στη Λαύρα του αγίου Σάββα, έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ. Η ασκητική του ζωή, συνοδευόταν από μεγάλη αγάπη στη μελέτη και από την αξιόλογη επιδεξιότητα της Ιερής ποίησης. Αγαπούσε τους αγώνες για την ορθόδοξη αλήθεια, και πρόθυμα μετείχε στον πόλεμο κατά των αιρέσεων.

Συχνά απέφευγε κάθε λογής ανθρώπινης επικοινωνίας και ζούσε εντελώς μόνος σε διάφορα ερημικά μέρη. Εκεί αγαπούσε να παρατηρεί τη φύση και να μεταρσιώνεται με την προσευχή. Επίσης χάιδευε τα ελάφια, που τον πλησίαζαν συναισθανόμενα και αυτά την αγαθότητα και την παιδική αφέλεια της ψυχής του.

Τέλος ο ερημοπολίτης Στέφανος ο Σαββαΐτης, βάσταξε και τα βάρη του επισκόπου, μετά από επίμονες παρακλήσεις. Πέθανε διδάσκοντας και οικοδομώντας το λαό με το χρηστό, άμεμπτο και φιλάνθρωπο παράδειγμα του. (βλέπε και στις 13 Ιουλίου όπου επαναλαμβάνεται η μνήμη του).

Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Στέφος εἴληφας, τῆς εὐδοκίας, στέφος γεγονός, τῆς Ἐκκλησίας, ἐπωνύμως παναοίδιμε Στέφανε, σὺ γὰρ ἐνθέοις στεφόμενος χάρισι, δι’ εὐσέβειας ποικίλως διέπρεψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.

Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Στέφανε σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.

Καταφυτεύσας ἀρετῶν τὸν παράδεισον, καὶ καταρδεύσας ταῖς ῥοαῖς τῶν δακρύων, ὡς τῆς ζωῆς Πανένδοξε τοῦ ξύλου τυχῶν, σῶσον ἰκεσίαις σου, ἐκ φθορᾶς τὴν σὴν ποίμνην, ῥύσαι περιστάσεως τοὺς θερμῶς σε τιμῶντας, σὲ γὰρ προστάτην μέγιστον Σοφέ, πάντες ἐν πίστει καὶ πόθῳ κεκτήμεθα.

 Οι Άγιοι Τερέντιος, Αφρικανός, Μάξιμος, Πομπηΐος, Φωκάς και άλλοι 36 Αφρικανοί Μάρτυρες

Μαρτύρησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ. επί αυτοκράτορας Δεκίου. Συνελήφθησαν και υπέστησαν σειρά βασανιστηρίων, χωρίς να ανακαλέσουν την ομολογία της χριστιανικής τους πίστης. Τότε διέσχισαν τις σάρκες τους με πυρωμένα σιδερένια νύχια και στο τέλος τους αποκεφάλισαν.

Οι Όσιοι Φιρμιλιανός Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας και Μελχίων Πρεσβύτερος Αντιοχείας

Και οι δύο αγωνίστηκαν κατά των αιρετικών. Τον Φιρμιλιανό αναφέρει με στοργή ο Μέγας Βασίλειος. Σε Σύνοδο, που ο Αρχιεπίσκοπος αυτός συγκάλεσε στο Ικόνιο, αποφασίστηκε να βαπτίζονται οι αιρετικοί, που ήθελαν να προσέλθουν στην αληθινή Εκκλησία.

Ή Αγία Φεβρωνία

Η Αγία Φεβρωνία ήταν κόρη του βασιλιά του Βυζαντίου Ηρακλείου (610 – 641 μ.Χ.). Αφού έζησε με πνεύμα Θεού, απεβίωσε ειρηνικά.

Ο Άγιος Κυριάκος ο Ιερομάρτυρας

Ο Άγιος αυτός αφού φανέρωσε τον Τίμιο Σταυρό στην Αγία Ελένη, κατόπιν αναδείχτηκε επίσκοπος Ιεροσολύμων.

Όταν το 361 μ.Χ. ο Ιουλιανός ο Παραβάτης εκστράτευσε κατά των Περσών και πέρασε από την Ιερουσαλήμ, έμαθε για τον Κυριάκο και αφού τον κράτησε τον ανάγκαζε να θυσιάσει στα είδωλα. Αλλά ο Κυριάκος, όχι μόνο δεν θυσίασε αλλά και ήλεγξε τον Ιουλιανό. Τότε αυτός του έκοψε το δεξί χέρι. Κατόπιν έχυσε καυτό μολύβι στο στόμα του και τον έβαλε να πλαγιάσει σε χάλκινο πυρακτωμένο κρεβάτι. Έπειτα τον έβαλαν μέσα σ’ ένα καζάνι, που ήταν γεμάτο με βραστό λάδι. Εκεί τον κάρφωσαν με ακόντιο και έτσι μαρτυρικά, αλλά ένδοξα παρέδωσε το πνεύμα του.

Η Αγία Άννα μητέρα του Αγίου Κυριάκου

Η αγία Άννα, μητέρα του Αγίου Κυριακού, όταν έμαθε τα μαρτύρια του γιου της, έτρεξε να τον δει και να τον ενθαρρύνει. Τότε συνελήφθη και αυτή, και αφού την κρέμασαν από τις τρίχες της κεφαλής της, την έκαψαν ζωντανή με αναμμένες λαμπάδες.

Ο Όσιος Αθανάσιος ο Α’ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης

Γεννήθηκε στην Αδριανούπολη της Θράκης, από τους ευσεβείς γονείς Γεώργιο και Ευφροσύνη. Το πρώτο του όνομα ήταν Αλέξιος και ήταν άνθρωπος μεγάλης εγκράτειας και σωφροσύνης. Ασκήτευσε στο Άγιο Όρος και στο μοναστήρι του Γάνου. Πατριάρχευσε δύο φορές. Την πρώτη φορά διαδέχτηκε τον Γρηγόριο, τον Κύπριο (1289-1293) και τη δεύτερη φορά (1303-1311) τον Ιωάννη IB’. Κατόπιν αποσύρθηκε του θρόνου και μόνασε σε κάποια Μονή, όπου απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 100 χρονών. Τη βιογραφία του συνέγραψε ο Ιωάννης Καλόθετος, σύγχρονος του Γρηγορίου Παλαμά και η μετάφραση αυτής έγινε από τον Αγάπιο Λάνδο στον “Νέο Παράδεισο”.

Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Αγγελής, Μανουήλ, Γεώργιος και Νικόλαος “εκ Μελάμπων Κρήτης”

Όλοι γεννήθηκαν στο χωριό Μέλαμπες Ρεθύμνου Κρήτης, από γονείς ευσεβείς χριστιανούς. Ο Αγγελής και ο Μανουήλ ήταν γνήσια αδέλφια, γιοι του Ιωάννη Ρετζέπη. Ο Γεώργιος ήταν γιος του Κωνσταντίνου Ρετζέπη. Ο Νικόλαος ήταν γιος κάποιου άλλου Ιωάννη Ρετζέπη.

Όλοι δηλαδή ήταν από την ίδια οικογένεια, πλούσιοι, διακεκριμένοι για την ανδρεία τους, έγγαμοι με παιδιά και απολάμβαναν όλα τα προνόμια των Μωαμεθανών, διότι υποκρίνονταν τους Τούρκους. Το 1821 όμως, συντάχθηκαν με τους χριστιανούς και πολέμησαν γενναία για την ελευθερία της Πατρίδας.

Όταν επέστρεψαν στη γενέτειρα τους και πήγαν να πληρώσουν τους καθιερωμένους φόρους στους εντεταλμένους Τούρκους, τους κατάγγειλαν σαν αποστάτες του Μουσουλμανισμού στον Μεχμέτ Πασά του Ρεθύμνου. Συλλήφθηκαν και οδηγήθηκαν δεμένοι στην πόλη αυτή.

Επειδή όμως δεν υπέκυψαν στις κολακείες των τυράννων και έμειναν σταθεροί στην πίστη, βασανίστηκαν με τον πιο φρικτό τρόπο. Τελικά στις 28-10-1824 τους αποκεφάλισαν μπροστά στη “Μεγάλη Πόρτα” του Ρεθύμνου. Οι τρεις κάρες απ’ αυτούς τους Νεομάρτυρες, φυλάσσονται στον Ναό των τεσσάρων μαρτύρων στο Ρέθυμνο.

Απολυτίκιο. Ήχος δ’.

Της Κρήτης γεννήματα και Λάμπης θρέμματα, τους τετραρίθμους Νεομάρτυρας ανευφημήσωμεν, Γεώργιον, Αγγελήν, Μανουήλ και Νικόλαον, ούτοι γαρ δια πίστιν του Κυρίου σφαγέντες, το αίμα αυτών εθελουσίως εν τη Ρεθύμνη εξέχεαν, διό και παρρησίαν έχοντες προς Χριστόν, πρεσβεύουσιν αεί, υπέρ των ψυχών ημών.

Ο Άγιος Αρσένιος Αρχιεπίσκοπος Σερβίας

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.

Ο Άγιος Αβράμιος επίσκοπος Εφέσου

Ο Άγιος Αβράμιος ακολούθησε τον μοναχικό βίο και έγινε Μητροπολίτης Εφέσου μετά το 533 μ.Χ. Ταυτίζεται με τον ομώνυμο Αββά, που αναφέρεται από τον Ιωάννη Μόσχο (P.G. 87, 2956), των Μονών Αβρααμιτών (Κωνσταντινούπολη) και Βυζαντίων (Ιεροσόλυμα). Με το όνομα του σώθηκαν δύο ομιλίες, «εἰς τὸν Εὐαγγελισμόν» και «εἰς τὴν Ὑπαπαντήν» που εκδόθηκαν το 1913 μ.Χ. από τους Μ. Kraschaninnikov και Μ. Jugie και έχουν μεγάλη σπουδαιότητα για τις πατρολογικές σπουδές.

Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Θεόφιλος, της Λαύρας των Σπηλαίων Κιέβου (Ρώσος Δια Χριστόν σαλός)

Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Θεόφιλος, της Λαύρας των Σπηλαίων Κιέβου έζησε σαν Δια Χριστόν σαλός. Δεν έχουμε άλλες λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.

Ο Άγιος Abban (Ιρλανδός)

Λεπτομέρειες για τη ζωή αυτού του αγίου της ορθοδοξίας, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο “Οι Άγιοι των Βρετανικών Νήσων”, του Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, επισκόπου Τελμησσού, Αθήναι 1985.

Η Αγία Lioba (Βρετανίδα)

Η οσία Λαϊόβα ήταν ανιψιά του αγίου Βονιφατίου (βλέπε 5 Ιουνίου) και πήγε στη Γερμανία μαζί με τριάντα ακόμη Βρετανίδες μοναχές, σταλμένες από την πριγκίπισσα Τέλτα, ηγουμένη της μονής του Βίνμπουρν για να βοηθήσει στην εξάπλωση της χριστιανικής πίστεως στα γερμανικά φύλα. Η Οσία Λαϊοβα κοιμήθηκε το 782 μ.Χ.

Λεπτομέρειες για τη ζωή αυτής της Αγίας της ορθοδοξίας, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο “Οι Άγιοι των Βρετανικών Νήσων”, του Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, επισκόπου Τελμησσού, Αθήναι 1985.

Ο Άγιος Διομήδης

Ο Όσιος Διομήδης γεννήθηκε στην Κύπρο αλλά που ακριβώς και ποίοι ήταν οι γονείς του δεν ξέρουμε. Εκείνο που μας λέει ο άγιος Νεόφυτος, που τον εγκωμιάζει, είναι πως ο θεσπέσιος αθλητής Διομήδης «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» δόθηκε στον Χριστό.

Τούτο προϋποθέτει γονείς όχι μονάχα χριστιανούς άλλα και βαθιά πιστούς.

Σε κάποια ευκαιρία η Θεία Πρόνοια, που όλα τα παρακολουθεί και όλα τα φροντίζει, έφερε έτσι τα πράγματα, ώστε ο μεγάλος της Λευκουπόλεως (Λευκωσίας) επίσκοπος Τριφύλλιος, να συναντήσει και να γνωρίσει το παιδί.

Η εκτίμηση του αγίου από την πρώτη στιγμή υπήρξε τόση, ώστε χωρίς κανένα ενδοιασμό τον κάλεσε κοντά του κι ανέλαβε αυτός μαζί με τον δάσκαλο του, τον επίσκοπο της Τριμυθούντος, τον άγιο και θαυματουργό Σπυρίδωνα, τη συνέχιση του έργου των ευσεβών γονιών.

Κοντά στους δύο αυτούς κολοσσούς της αρετής και ξεχωριστούς της Εκκλησίας εργάτες, ο φλογερός νέος μεγαλώνει και συνεχίζει με αδιάπτωτο ενδιαφέρον τον αγώνα του και με τη χάρη του Θεού κατορθώνει να γίνει πιστό αντίγραφο τους.Πόσα χρόνια έζησε ο όσιος που μελετούμε δεν γνωρίζουμε. Ο άγιος Νεόφυτος μας λέγει μονάχα πως όλη η ζωή του φλογερού ασκητή υπήρξε μια ζωή αρετής και καλοσύνης και προσφοράς για τη δόξα του Χριστού.

Όταν πέθανε, οι πιστοί που τον ακολουθούσαν μαζί με τους μαθητές του – κι ήσαν αυτοί πολλοί – κήδεψαν με δάκρυα το σώμα του πνευματικού τους πατέρα εκεί στη σπηλιά κι απάνω από αυτήν έκτισαν αργότερα μια εκκλησία και γύρω πολλά δωμάτια.

Σ’ αυτά ένας μεγάλος αριθμός από εκλεκτές ψυχές είχε μαζευτεί και ζούσε μ’ ευλάβεια και φόβο Θεού την αγγελική ζωή. Ο πόθος των ασκητών να έχουν μια εικόνα, που να τους θυμίζει τον δάσκαλο τους, τους οδήγησε ύστερα από μερικά χρόνια να στείλουν στην Κωνσταντινούπολη ένα αδελφό της Μονής, για να βρει κάποιο ζωγράφο, που να τους φτιάξει μια τέτοια εικόνα.

Ο μοναχός πήγε στην Πόλη. Βρήκε πράγματι ένα εξαίρετο ζωγράφο και του ανακοίνωσε τον σκοπό της επίσκεψης του. Ο ζωγράφος σαν άκουσε τον μοναχό είπε με απορία: «Μάρτυρα Διομήδη, ἐπίσταμαι. Ὅσιον Διομήδη ὅμως οὔτε γινώσκω, οὔτε ἰστορῆσαι ἰκανῶ». (Μάρτυρα Διομήδη γνωρίζω. Όσιο Διομήδη όμως ούτε ξέρω ούτε μπορώ να ζωγραφίσω).

Με πόνο ο μοναχός άκουσε την άρνηση του ζωγράφου σε όλα τα παρακάλια του. Λυπημένος έφυγε για το δωμάτιο του. Στην προσευχή η θεοφιλής εκείνη ψυχή, τη θερμή κι επίμονη, ζητάει την παρηγοριά της. Τα λόγια του Κυρίου «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμίν, ζητεῖτε, καὶ εὐρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμὶν πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται». (Ματθ. ζ’ 7-8) προβάλλουν συνέχεια στη σκέψη του. Μ’ όλη του την καρδιά ποθεί να μη γυρίσει στην Κύπρο με αδειανά τα χέρια. Θέλει να βρει μια εικόνα του προστάτη της Μονής του Αγίου. Γι’ αυτό προσεύχεται.

Όλη νύχτα προσεύχεται και ζητάει τη βοήθεια του Θεού. Κι η βοήθεια προσφέρεται.

Την ίδια νύχτα στον ύπνο του ζωγράφου παρουσιάζεται ο άγιος Διομήδης και του λέει: «Γιὰ ἰδές, ζωγράφε, αὐτόν, ποὺ λέγεις πὼς δὲν ξέρεις. Ἄκουσε τὸν μοναχὸ καὶ ζωγράφισέ του αὐτὸν ποὺ σοῦ ζητεῖ».

Μόλις τα είπε αυτά χάθηκε από μπροστά του εκείνος που του μιλούσε. Ο ζωγράφος, που ξύπνησε, σηκώθηκε αμέσως από το κρεβάτι, κι αφού έκανε την προσευχή του και ζήτησε από τον άγιο Διομήδη συγχώρηση για την προηγούμενη άρνηση του, κάθισε κι άρχισε να ζωγραφίζει. Σαν τέλειωσε την εικόνα, την πήρε και την τοποθέτησε στο δωμάτιο, που είχε και τις άλλες τελειωμένες εικόνες.

Ύστερα από λίγες μέρες ξαναήρθε και πάλι ο γνωστός μοναχός κι άρχισε να τον παρακαλεί να του κάμει τη χάρη να του φτιάξει την εικόνα που του ζητούσε. Στην παράκληση του ο ζωγράφος τον έστειλε στο δωμάτιο και του είπε να μαζέψει τις εικόνες. Εκείνος μόλις μπήκε κι είδε την εικόνα του οσίου, την αναγνώρισε και γεμάτος χαρά την πήρε και την έφερε στον ζωγράφο, βεβαιώνοντας τον πως η εικόνα που έφτιαξε απέδιδε θαυμάσια τη μορφή του οσίου. Ο ζωγράφος τότε απεκάλυψε στον μοναχό το όνειρο του και με δάκρυα κι οι δύο τους δοξολόγησαν τον Θεό για τη χάρη που δίνει στους εκλεκτούς του.

Πολλά θαύματα έκανε ο Όσιος Διομήδης. Και σε παλαιότερες εποχές, μα και στην εποχή του αγίου Νεοφύτου που τον εγκωμιάζει.

Η περιγραφή αυτή της ζωής του αγίου Διομήδη, όπως μας δίνεται από τον άγιο Νεόφυτο τον Έγκλειστο, παρουσιάζει μερικά ερωτηματικά σχετικά με το πότε έζησε ο όσιος. Σαν λάβουμε υπόψη ότι οι αραβικές επιδρομές στο νησί της Κύπρου άρχισαν περί τα μέσα του έβδομου αιώνα μ.Χ. και κράτησαν μέχρι τα μέσα του δέκατου μ.Χ., τότε γίνεται φανερό, πως ο όσιος μας δεν είναι δυνατό να υπήρξε μαθητής του αγίου Τριφυλλιού, ο οποίος έζησε πολύ ενωρίτερα, τον πέμπτο περίπου αιώνα μ.Χ. Εκείνο που συνδέει τους δύο αγίους, Τριφύλλιο και Διομήδη, είναι αυτό που αναφέρει κάποιος άλλος χρονογράφος, που μας λέγει πως σε μια από τις αραβικές επιδρομές, οι Σαρακηνοί ανέσκαψαν και τον τάφο του αγίου Τριφυλλίου, που βρισκόταν στο κοιμητήριο που ήταν κοντά στο ναό της Οδηγήτριας με την ελπίδα να βρουν κάποιο θησαυρό κι έβγαλαν από μέσα ακέραιο κι ευωδιάζον το ιερό λείψανο. Γεμάτοι αγριότητα απέκοψαν το κεφάλι και, ω του θαύματος! Από τον λαιμό έτρεξε άφθονο αίμα, που κατατρόμαξε τα ανθρωπόμορφα εκείνα τέρατα.

Τη σκηνή αυτή παρακολουθούσε κάποιος ασκητής που ασκήτευε σε μια σπηλιά κοντά στο προάστιο της Λευκωσίας, τον Λευκομιάτη, ο άγιος Διομήδης. Εκμεταλλευόμενος ο ασκητής τη σύγχυση των τυμβωρύχων, άρπαξε την ιερά κεφαλή του αγίου Τριφυλλίου κι έτρεξε να τη μεταφέρει στο ασκητήριό του. Κάποιος όμως τον αντελήφθη και τον πρόδωσε και 500 Σαρακηνοί περίπου τον καταδίωξαν.

Αυτό το περιστατικό είναι ότι συνδέει τους δυο αγίους Τριφύλλιο και Διομήδη.

Σημείωση: Ο Παρισινός Κώδικας 1589 φ. 91α αναφέρει την μνήμη του Οσίου Διομήδη στις 29 Οκτωβρίου ως εξής: «Τῇ αὑτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Διομήδους, μαθητοῦ τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Τριφυλλίου ἐπισκόπου Λευκωσίας».

Άγιος Δημήτριος Μητροπολίτης Ροστοβίας

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.

Πληροφορίες ἀπό Saint, Μέγα Συναξαριστή

anavaseis.blogspot.gr

27 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Νέστορος, Λούππου, Καπετωλίνας και Ερωτηΐδας, Κυριάκου Πατριάρχου, Πρόκλας, Μαβριανού και Βαλεντίνου, Νέστορος Χρονογράφου, Διήγησις για τους Ίβηρες.
Ὁ Ἅγιος Νέστωρ ὁ Μάρτυρας

Ὁ Νέστορας ἦταν πολὺ νέος στὴν ἡλικία, ὡραῖος στὴν ὄψη καὶ γνώριμός του Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Δημητρίου.

Ὁ Νέστορας, λοιπόν, βλέποντας ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ Διοκλητιανὸς χαιρόταν γιὰ τὶς νῖκες κάποιου σωματώδους βαρβάρου, ὀνομαζόμενου Λυαίου, μίσησε τὴν ὑπερηφάνειά του. Βλέποντας ὅμως καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, πῆρε θάρρος.

Πῆγε λοιπὸν στὴν φυλακή, ὅπου ἦταν κλεισμένος ὁ Μεγαλομάρτυρας, καὶ ἔπεσε στὰ πόδια του. «Δοῦλε τοῦ Θεοῦ Δημήτριε», εἶπε, «ἐγὼ εἶμαι πρόθυμος νὰ μονομαχήσω μὲ τὸ Λυαῖο, γι’ αὐτὸ προσευχήσου γιὰ μένα στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ».

Ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ τὸν σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ τιμίου Σταυροῦ, τοῦ εἶπε ὅτι καὶ τὸν Λυαῖο θὰ νικήσει καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ θὰ μαρτυρήσει. Τότε, λοιπόν, ὁ Νέστορας μπῆκε στὸ στάδιο χωρὶς φόβο καὶ ἀνεφώνησε: «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι».

Καὶ ἀφοῦ πολέμησε μὲ τὸν Λυαῖο, τοῦ κατάφερε δυνατὸ χτύπημα μὲ τὸ μαχαῖρι του στὴν καρδιὰ καὶ τὸν θανάτωσε. Ἐξοργισμένος τότε ὁ Διοκλητιανός, διέταξε καὶ σκότωσαν μὲ λόγχη τὸ Νέστορα, ἀλλὰ καὶ τὸν Δημήτριο.

Ἔτσι, μ’ αὐτή του τὴν ἐνέργεια ὁ Νέστορας δίδαξε ὅτι σὲ κάθε ἀνθρώπινη πρόκληση πρέπει νὰ ἀναφωνοῦμε: «Κύριος ἐμοὶ βοηθός, καὶ οὐ φοβηθήσομαι· τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος;». Ὁ Κύριος εἶναι βοηθός μου καὶ δὲ θὰ φοβηθῶ. Τί θὰ μοῦ κάνει ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος;

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Ἀθλητὴς εὐσεβείας ἀκαταγώνιστος, ὡς κοινωνὸς καὶ συνήθης τοῦ Δημητρίου ὀφθείς, ἠγωνίσω ἀνδρικῶς Νέστορ μακάριε· τῇ θεϊκῇ γὰρ ἀρωγῇ, τὸν Λυαῖον καθελών, ὡς ἄμωμον ἱερεῖον, σφαγιασθεὶς προσηνέχθης, τῷ Ἀθλοθέτῃ καὶ Θεῷ ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἀθλήσας καλῶς, ἀθάνατον τὴν εὔκλειαν, κεκλήρωσαι νῦν, καὶ στρατιώτης ἄριστος, τοῦ Δεσπότου γέγονας, ταῖς εὐχαῖς Δημητρίου τοῦ Μάρτυρος· σὺν αὐτῷ οὖν Νέστορ σοφέ, πρεσβεύων μὴ παύσῃ, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.

Σθένος ἐζωσμένος ὑπερφυές, νικητὴς ἐγένου, ἐν ἀγῶσι Νέστορ σοφέ· ὅθεν ἀκηράτων, γερῶν ἠξιωμένος, μετὰ τοῦ Δημητρίου, ἡμῶν μνημόνευε.

Ὁ Ἅγιος Λοῦππος

Ὁρισμένες Συναξαριακὲς πηγὲς αὐτὴν τὴν ἡμέρα (κατ’ ἄλλους 26 Ὀκτωβρίου), ἀναφέρουν τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Λούππου. Ὁ Ἅγιος αὐτὸς φέρεται ὡς ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, ποὺ ἦταν κοντά του τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου του.

Λέγεται λοιπὸν ὅτι ὁ Ἅγιος Δημήτριος ἔχρισε μὲ τὸ αἷμά του τὸν Λοῦππο καὶ κατόπιν αὐτός, ἔπραττε πολλὰ θαύματα – μέσῳ αὐτοῦ – στὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης.

Μαθεύτηκε αὐτὸ ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα τῆς πόλης, ὁ ὁποῖος συνέλαβε τὸν Λοῦππο καὶ ἀμέσως τὸν φόνευσε.

Οἱ Ἁγίες Καπετωλίνα καὶ Ἐρωτηΐδα

Οἱ Ἅγιες Καπιτωλίνη καὶ Ἐρωτηΐς ζοῦσαν στὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκληριανοῦ, ὅταν ἄρχοντας στὴν Καππαδοκία ἦταν ὁ Ζιλικίνθιος.

Ἡ Καπιτωλίνη ἦταν εὐγενικῆς καταγωγῆς καὶ πλουσία. Ὅμως ἡ Ἁγία δὲν ἔδωσε καμιὰ σημασία στὰ ἐπίγεια πλούτη. Ἔτσι λοιπὸν μοίρασε ὅλη της τὴν περιουσία στοὺς φτωχοὺς καὶ ἐλευθέρωσε τοὺς δούλους της. Ἐμφανίστηκε στὸν ἄρχοντα Ζιλίκινθο καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ὁ ἄρχοντας διέταξε νὰ τὴν κλείσουν στὴν φυλακὴ καὶ τὴν ἑπόμενη μέρα ἀποκεφαλίστηκε.

Ἡ Ἐρωτηΐς, ἡ ὁποία ἦταν δούλη τῆς Καπιτωλίνης ἅρπαξε πέτρες καὶ λιθοβόλησε τὸν ἄρχοντα. Ἐκεῖνος ἐξοργισμένος πρόσταξε τοὺς φρουρούς του νὰ τὴν δείρουν ἀνελέητα μὲ ράβδους. Ἡ Ἁγία ὅμως, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ ἔμεινε ἀβλαβής. Τότε ὁ ἄρχοντας πρόσταξε νὰ τὴν ἀποκεφαλίσουν μὲ ξίφος.

Ἔτσι βρῆκαν καὶ οἱ δυὸ Ἁγίες μαρτυρικὸ θάνατο.

Ὁ Ἅγιος Κυριάκος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους, ποὺ ὄχι μόνο λένε, ἀλλὰ καὶ πράττουν. Σὲ ὁρισμένους καταλόγους τὸν ὀνομάζουν Κυρηλιανό.

Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ποίμανε τὴν ἐπισκοπὴ τοῦ Βυζαντίου σὰν ἀληθινὸς καὶ καλὸς ποιμένας ἐπὶ 16 χρόνια.

Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει, ὅτι ὁ ἐν λόγῳ Ἅγιος ἦταν πρεσβύτερος καὶ οἰκονόμος τῆς μεγάλης Ἐκκλησίας, καὶ διαδέχθηκε στὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο τὸν Ἰωάννη τὸν Νηστευτὴ τὸ 595.

Θεοφιλῶς ἀφοῦ κυβέρνησε τὴν ἐκκλησία, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 610.

Ἡ Ἁγία Πρόκλα σύζυγος τοῦ Πιλάτου

Ἐνῷ ὁ σύζυγός της δὲν ἀνέλαβε τὴν εὐθύνη νὰ ἐλευθερώσει τὸν Χριστό, φοβούμενος τοὺς Ἰουδαίους, ἡ σύζυγός του Πρόκλα, μετὰ τὸν φρικτὸ θάνατο τοῦ Πιλάτου, προσῆλθε στὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ ἀφοῦ ἔζησε μὲ ἀγαθότητα καὶ εὐσέβεια, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της εἰρηνικά.

Οἱ Ἅγιοι Μαβριανὸς καὶ Βαλεντίνος

Ἡ μνήμη τους σύμφωνα μὲ τὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο (σελ. 116), τιμᾶται σήμερα χωρὶς ἄλλες πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή τους.

 Ὁ Ὅσιος Νέστωρ ὁ Χρονογράφος ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρῶσος)

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου

Διήγηση γιὰ τοὺς Ἴβηρες

Πρόκειται γιὰ μία εὐσεβέστατη ἀσκήτρια γυναῖκα, ποὺ ἔζησε τὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ συνελήφθη αἰχμάλωτη ἀπὸ τοὺς Ἴβηρες.

Ἐκεῖ χάρη τοῦ πνευματικοῦ της ἀγῶνα, θεράπευσε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ διάφορους ἀσθενεῖς, μεταξὺ δὲ αὐτῶν καὶ τὴν βασίλισσα τῆς χώρας αὐτῆς καὶ ἔτσι κατάφερε νὰ ἐκχριστιανίσει ὅλους τους Ἴβηρες.

Λεπτομέρειες βλέπε στὸν «Μέγα Συναξαριστή» τοῦ Ματθαίου Λαγγὴ τόμος 10ος, σελ. 621, ἔκδοση 1992.

Πληροφορίες ἀπό Saint, Μέγα Συναξαριστή

anavaseis.blogspot.gr

26 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Δημητρίου Μεγαλομάρτυρος, Ἀρτεμιδώρου καί Βασιλείου, Λεπτίνας, Γλύκωνος, Μνήμη τοῦ Μεγάλου Σεισμοῦ, Ἰωάσαφ τοῦ Νέου Ὁσιομάρτυρα, Λεωντίνης Μάρτυρος, τῶν Ὁσίων Λεοντίων, Ἀνακομιδή Λειψάνων Νεομάρτυρος Γεωργίου, Μαγλόριος (Maglorious) τοῦ Σάρκ .Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Μεγαλομάρτυρας ὁ Μυροβλύτης Ὑψηλόβαθμος ἀξιωματικός του ρωμαϊκοῦ στρατοῦ, ἔζησε καὶ μαρτύρησε ἐπὶ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ, περίοδος φοβερῶν διωγμῶν ἐναντίον τῶν χριστιανῶν.

Ὁ Δημήτριος, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ εὐσεβῇ οἰκογένεια τῆς Θεσσαλονίκης δὲν φοβήθηκε τὶς διαταγὲς τῶν αὐτοκρατόρων καὶ συνέχιζε νὰ κηρύττει τὸ Εὐαγγέλιο. Αὐτή του ἡ δράση τὸν ὁδήγησε μπροστὰ στὸν Δοκλητιανό, ὁ ὁποῖος διέταξε τὴν φυλάκισή του.

Στὴν φυλακὴ ἦταν ἕνας νεαρὸς χριστιανὸς, ὁ Νέστορας, ὁ ὁποῖος θὰ ἀντιμετώπιζε σὲ μονομαχία τὸν φοβερὸ μονομάχο τῆς ἐποχῆς Λυαῖο. Ὁ νεαρὸς χριστιανὸς πρὶν τὴ μονομαχία ἐπισκέφθηκε τὸν Δημήτριο καὶ ζήτησε τὴν βοήθειά του. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ὁ Νέστορας νὰ νικήσει τὸν Λυαῖο καὶ νὰ προκαλέσει τὴν ὀργὴ τοῦ αὐτοκράτορα. Διατάχθηκε νὰ θανατωθοῦν καὶ οἱ δυὸ, Νέστορας καὶ Δημήτριος.

Σήμερα ὁ Ἅγιος Δημήτριος τιμᾶται ὡς πολιοῦχος Ἅγιος τῆς Θεσσαλονίκης.

Ἡ μεταφορὰ τῆς εἰκόνας τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴν Κωνσταντινούπολη ἔγινε τὸ ἔτος 1149 ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Μανουὴλ Κομνηνό. Καὶ ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παντοκράτορος τῆς Κωνσταντινούπολης, ἐπὶ ἡγουμενίας Ἰωσήφ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Μέγαν εὕρατο, ἐν τοῖς κινδύνοις, σὲ ὑπέρμαχον, ἡ οἰκουμένη, Ἀθλοφόρε τὰ ἔθνη τροπούμενον. Ὡς οὖν Λυαίου καθεῖλες τὴν ἔπαρσιν, ἐν τῷ σταδίῳ θαρρύνας τὸν Νέστορα, οὕτως Ἅγιε, Μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιοv αὐτόμελον. Ἦχος β’.

Τοῖς τῶv αἱμάτων σου ῥείθροις Δημήτριε, τὴv Ἐκκλησίαν Θεὸς ἐπορφύρωσεν, ὁ δούς σοι τὸ κράτος ἀήττητοv, καὶ περιέπων τὴν πόλιν σου ἄτρωτοv· αὐτῆς γὰρ ὑπάρχεις τὸ στήριγμα.

Μεγαλυνάριον.

Τὸν μέγα ὁπλίτην καὶ Ἀθλητήν, τὸν στεφανηφόρον, καὶ ἐν Μάρτυσι θαυμαστόν, τὸν λόγχῃ τρωθέντα, πλευρὰν ὡς ὁ Δεσπότης, Δημήτριον τὸν θεῖον, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Ἔτερον Μεγαλυνάριον.

Μύρον γεωργήσας πνευματικόν, τῷ ἐπουρανίῳ, μύρῳ Μάρτυς δι’ ἀρετῶν, μύρων κρήνη ὤφθης, ζωοποιῶν ἐν κόσμῳ, Δημήτριε Μαρτύρων, τὸ ἀκροθίνιον.

Οἱ Ἅγιοι Ἀρτεμίδωρος καὶ Βασίλειος οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Ἡ Ἁγία Λέπτινα ἡ Μάρτυς

Μαρτύρησε συρόμενη στὴ γῆ μέχρι θανάτου.

Ὁ Ἅγιος Γλύκων ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Μνήμη τοῦ Μεγάλου Σεισμοῦ

Πρόκειται γιὰ τὸν μεγάλο σεισμό, ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 740 ἐπὶ βασιλείας Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου. Τότε πολλὰ οἰκοδομήματα τῆς πόλης ἔπεσαν καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι καταπλακώθηκαν στὰ ἐρείπιά τους.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.

Ὁ ἐπιβλέπων ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ ποιῶν αὐτὴν τρέμειν, ῥῦσαι ἡμᾶς, τῆς φοβερᾶς τοῦ σεισμοῦ ἀπειλῇς, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν· καὶ κατάπεμψον ἡμῖν, πλούσια τὰ ἐλέη σου, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου μόνε Φιλάνθρωπε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.

Ὡς εὐσπλαγχνίας ἄβυσσος, καὶ θησαυρὸς χρηστότητος, ἐπὶ τὸν φόβον σου στήριξον, Κύριε, τῶν εὐσεβῶν τὸ πλήρωμα, καὶ ἐκλύτρωσαι Σῶτερ, ἐκ τῆς σεισμοῦ φοβερᾶς συγκλονήσεως, τοὺς πίστει ἀφορῶντας, τοῖς οἰκτιρμοῖς σου Φιλάνθρωπε.

Μεγαλυνάριον.

Ἔδρασον τῷ φόβῳ σου ἀκλινῶς, ἡμῶν τὰς καρδίας, ἐκκλινόντων τοῖς γεηροῖς, καὶ σεισμοῦ βιαίας, φθορᾶς λύτρωσαι Λόγε, τοὺς πίστει προσκυνοῦντας, τὴν δυναστείαν σου.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάσαφ ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἰωάσαφ ὑπῆρξε μαθητὴς καὶ μιμητὴς του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα (1486 – 89, 1497 – 98).

Ἀσκούμενος στὶς ἀρετὲς καὶ ἀφοῦ ἔφτασε σὲ τέλεια ἀγάπη, τὸν κατέλαβε ὁ πόθος νὰ δώσει τὴν ζωή του γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ δασκάλου του, Ὁσίου Νήφωνα, ᾖλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρουσιάστηκε στὸ κριτήριο τῶν Τούρκων. Ἐκεῖ κήρυξε μὲ θάρρος μπροστά τους τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸ μυστήριό τῆς ἐνσάρκωσης τοῦ Χριστοῦ.

Ἀμέσως τότε συνελήφθη καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν σκληρά, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 26 Ὀκτωβρίου 1536.

Ἡ Ἁγία Λεωντίνη ἡ Μάρτυς

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας.

Οἱ Ὅσιοι Λεόντιοι (δύο) οἱ ἐν Ἄθῳ

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ὁσίων.

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Νεομάρτυρος Γεωργίου τοῦ ἐν Ἰωαννίνοις (1971)

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.



Μαγλόριος (Maglorious) τοῦ Σάρκ (Sark)

Ὁ ἅγιος Μαγλόριος ὑπῆρξε ἡγούμενος Ἰρλανδικῆς καταγωγῆς. Εἶχε δεχτεῖ τήν ἐκπαίδευσή του στό Μέγα Λάντγουιτ (Lliantwit Major) ἀπό τόν Illtud. Μέ τόν ἱεραπόστολο Σαμψῶν (Samson) πῆγαν στήν Βρετάνη (Βόρεια Γαλλία) καί ἵδρυσαν μοναστήρια ὑπό τήν προστασία τοῦ βασιλιᾶ Χιλδεβέρτου (Childebert). Ὁ Μαγλόριος ἔγινε ἐπίσκοπος σέ ἕνα ἀπό αὐτά, κοντά στό Ντόλ (Dol).

Μετά ἀπό μερικά χρόνια, ἀποσύρθηκε στό Σάρκ, ὅπου ἵδρυσε ἕνα μοναστήρι καί πέθανε.

Στόν Βίο τοῦ ἀναφέρεται καί μία σχέση του μέ τήν Ὑερσέη (Jersey), ὅπου ἐδίωξε ἕναν καταστροφικό δράκοντα καί ἔλαβε ὡς ἀνταμοιβή ἔκταση γής. Πέθανε στά 575.
Πληροφορίες ἀπό Saint, Μέγα Συναξαριστή, καί μετάφραση και ἐπιμέλεια Βρετανῶν Ἁγίων από Κωνσταντίνο  Δ.

anavaseis.blogspot.gr

25 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Των Αγίων Νοταρίων Μαρκιανού και Μαρτυρίου, Αναστασίου, Ουαλερίνου, Ουαλερίου και Χρυσαφίου, Σαβίνου, Ταβιθάς, Ουάρου εν Αιγύπτω, Γεωργίου Επισκόπου, των Αγίων Παππία, Διοδώρου και Κλαυδιανού, των Αγίων Φαύστου, Βασιλείου και Λουκιανού, Νικηφόρου και Στεφάνου, Φιλαδέλφου και Πολυκάρπου, Μακαρίου Οσίου, των Αγίων Δύο Μαρτύρων από την Θράκη, Χρυσάνθης.
Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ

Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ ἦταν εὐσεβὴς καὶ φιλάνθρωπη χριστιανὴ καὶ κατοικοῦσε στὴν Ἰόππη. Τὸ Ταβιθᾶ εἶναι λέξη Συριακὴ καὶ σημαίνει Δόρκα.

Ἦταν ὑφάντρα καὶ ἔφτιαχνε χιτῶνες, τοὺς ὁποίους πωλοῦσε πρὸς ἀνακούφιση τῶν χηρῶν καὶ ὀρφανῶν.

Ἡ Ταβιθᾶ ὅμως ἀρρώστησε καὶ πέθανε. Τὴν περίοδο ἐκείνη βρισκόταν στὴ Λῦδδα ὁ Ἀπόστολος Πέτρος. Ὅταν τὸ ἄκουσαν αὐτὸ οἱ δικοί της, ἔσπευσαν νὰ τὸν παρακαλέσουν νὰ ἔρθει στὴν Ἰόππη, ὅπου καὶ ὁδηγήθηκε στὸ νεκροκρέβατο τῆς Ταβιθᾶς. Ἀφοῦ παρακάλεσε τοὺς παραβρισκόμενους νὰ βγοῦν ἀπὸ τὸ δωμάτιο, ὁ Πέτρος γονάτισε καὶ προσευχήθηκε. Στὴν συνέχεια εἶπε στὴν Ταβιθᾶ νὰ σηκωθεῖ. Μόλις ἐκφώνησε τὸ πρόσταγμα ἡ νεκρὴ ἀνεστήθῃ.

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ διεδόθει στὴν Ἰόππη καὶ πολλοὶ πίστεψαν. Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ κοιμήθηκε σὲ βαθὺ γῆρας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Μαθήτρια ἔνθεος, ἐν τῇ Ἰόππῃ σεμνή, Χριστοῦ ἐχρημάτισας, καὶ ἐν πολλοῖς οἰκτιρμοῖς, αὐτὸν ἐθεράπευσας· ὅθεν ὑπὸ τοῦ Πέτρου, ὡς ἠγέρθης θανοῦσα, ἐδειξας τοῦ σοῦ βίου, Ταβιθᾶ μακαρία, πᾶσι τὴν κεκρυμμένην, θείαν λαμπρότητα.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.

Τοῖς θεαρέστοις σου ἔργοις καὶ πράξεσι, θεοπρεπῶς τῷ Σωτῆρι λατρεύουσα, ἀγάπης ὑπόδειγμα πέφηνας, ὦ Ταβιθᾶ ὡς θεόφρων μαθήτρια· διό σου τὴν μνήμην γεραίρομεν.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις θεοδόξαστε Ταβιθᾶ, στήλη θείων ἔργων, ὡς μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ· ἐλεημοσύνης, πηγὴ γὰρ ἀνεδείχθης, ἐν πόλει τῇ Ἰόππῃ, γνώμῃ θεόφρονι.

Οἱ Ἅγιοι Μαρκιανὸς καὶ Μαρτύριος οἱ νοτάριοι

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν νοτάριοι καὶ γραμματικοί του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παύλου τοῦ Ὁμολογητοῦ, στὰ χρόνια τοῦ Ἀρειανοῦ βασιλέως Κωνσταντίου (337 – 349). Ἄριστα σπουδαγμένοι καὶ οἱ δύο, ὑπῆρξαν συνήγοροι θαρραλέοι της ὀρθόδοξης ἀλήθειας.

Ὅταν ὁ Πατριάρχης Παῦλος δὲν δέχθηκε νὰ συμφωνήσει μὲ τοὺς Ἀρειανούς, ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸν βασιλιὰ στὴν Ἀρμενία καὶ πνίγηκε ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ Ἀρειανούς. Τότε οἱ δυὸ Ἅγιοι ἔμειναν πιστοὶ στὸν ποιμένα τους καὶ σταθεροὶ στὸ ὀρθόδοξο δόγμα. Διότι πάντα στὸ μυαλό τους κυριαρχοῦσε ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: «ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς μαθηταί μου ἔστε». Ἄν, δηλαδή, ἐσεῖς, μείνετε στερεοὶ στὴν διδασκαλία μου, λέει ὁ Κύριος, τότε πράγματι εἶσθε καὶ ἀληθινοὶ μαθητές μου. Ὁ Μαρκιανὸς καὶ ὁ Μαρτύριος τὸ ἀπέδειξαν περίτρανα αὐτό, ὅταν συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα.

Ὁμολόγησαν μὲ θάρρος μπροστὰ του τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἤλεγξαν αὐτὸν γιὰ τὶς παρανομίες του. Τότε, διατάχθηκε καὶ τοὺς σκότωσαν μὲ μαχαίρι.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Ζῆλον ἔνθεον, ἀναλαβόντες, ἠμαυρώσατε, Ἀρείου πλάνην, ὁμοούσιον Τριάδα κηρύττοντες, Μαρκιανὲ καὶ θεόφρον Μαρτύριε, Ὀρθοδοξίας οἱ ἄσειστοι πρόβολοι. Θεῖοι Μάρτυρες, Χριστῷ τῷ Θεῷ πρεσβεύσατε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοvτάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Ἀγωνισάμενοι καλῶς ἀπὸ βρέφους, Μαρκιανὲ σὺν τῷ κλεινῷ Μαρτυρίῳ, τὸν ἀποστάτηv Ἄρειοv καθείλετε, ἄτρωτον φυλάξαντες, τὴν Ὀρθόδοξοv πίστιν, Παύλῳ ἐφεπόμενοι, τῷ σοφῷ διδασκάλῳ· ὅθεν σὺν τούτῳ εὕρατε ζωήv, ὡς τῆς Τριάδος ὑπέρμαχοι ἄριστοι.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις τῶν Μαρτύρων ἡ ξυνωρίς, ἡ δίστυλος βάσις, τῶν δογμάτων τῶν εὐσεβῶν, σὺν τῷ Μαρτυρίῳ, Μαρκιανὲ παμμάκαρ, Τριάδος τῆς Ἁγίας, τὰ θεῖα ὄργανα.

Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Μάρτυρας αὐτὸς παρουσιάστηκε μὲ τὴν θέλησή του στοὺς τυράννους καὶ ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸν Χριστό. Τότε αὐτοί, ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος παρέμεινε σταθερὸς στὴν ὁμολογία του, τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα.

Τότε κάποια εὐσεβὴς γυναίκα, παρέλαβε τὸ τίμιο λείψανό του, ἀφοῦ τὸ ἔβγαλε ἡ θάλασσα, καὶ τὸ ἔθαψε μὲ τιμές. Ἐκεῖ ἐπίσης ἔκτισε ἐκκλησία στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου, ποὺ τὸ ἱερὸ λείψανό του, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔκανε πολλὰ θαύματα.

 Ὁ Ἅγιος Οὐαλερῖνος ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Οἱ Ἅγιοι Οὐαλέριος (ἢ Οὐαλερῖνος) καὶ Χρυσάφιος (ἢ Χρύσαφος) οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Σαβῖνος ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ

Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ ἦταν εὐσεβὴς καὶ φιλάνθρωπη χριστιανὴ καὶ κατοικοῦσε στὴν Ἰόππη. Τὸ Ταβιθᾶ εἶναι λέξη Συριακὴ καὶ σημαίνει Δόρκα.

Ἦταν ὑφάντρα καὶ ἔφτιαχνε χιτῶνες, τοὺς ὁποίους πωλοῦσε πρὸς ἀνακούφιση τῶν χηρῶν καὶ ὀρφανῶν.

Ἡ Ταβιθᾶ ὅμως ἀρρώστησε καὶ πέθανε. Τὴν περίοδο ἐκείνη βρισκόταν στὴ Λῦδδα ὁ Ἀπόστολος Πέτρος. Ὅταν τὸ ἄκουσαν αὐτὸ οἱ δικοί της, ἔσπευσαν νὰ τὸν παρακαλέσουν νὰ ἔρθει στὴν Ἰόππη, ὅπου καὶ ὁδηγήθηκε στὸ νεκροκρέβατο τῆς Ταβιθᾶς. Ἀφοῦ παρακάλεσε τοὺς παραβρισκόμενους νὰ βγοῦν ἀπὸ τὸ δωμάτιο, ὁ Πέτρος γονάτισε καὶ προσευχήθηκε. Στὴν συνέχεια εἶπε στὴν Ταβιθᾶ νὰ σηκωθεῖ. Μόλις ἐκφώνησε τὸ πρόσταγμα ἡ νεκρὴ ἀνεστήθῃ.

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ διεδόθει στὴν Ἰόππη καὶ πολλοὶ πίστεψαν. Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ πέθανε σὲ βαθὺ γῆρας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Μαθήτρια ἔνθεος, ἐν τῇ Ἰόππῃ σεμνή, Χριστοῦ ἐχρημάτισας, καὶ ἐν πολλοῖς οἰκτιρμοῖς, αὐτὸν ἐθεράπευσας· ὅθεν ὑπὸ τοῦ Πέτρου, ὡς ἠγέρθης θανοῦσα, ἐδειξας τοῦ σοῦ βίου, Ταβιθᾶ μακαρία, πᾶσι τὴν κεκρυμμένην, θείαν λαμπρότητα.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.

Τοῖς θεαρέστοις σου ἔργοις καὶ πράξεσι, θεοπρεπῶς τῷ Σωτῆρι λατρεύουσα, ἀγάπης ὑπόδειγμα πέφηνας, ὦ Ταβιθᾶ ὡς θεόφρων μαθήτρια· διό σου τὴν μνήμην γεραίρομεν.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις θεοδόξαστε Ταβιθᾶ, στήλη θείων ἔργων, ὡς μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ· ἐλεημοσύνης, πηγὴ γὰρ ἀνεδείχθης, ἐν πόλει τῇ Ἰόππῃ, γνώμῃ θεόφρονι.

Ὁ Ἅγιος Οὔαρος ὁ ἐν Αἰγύπτῳ

Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Μᾶλλον εἶναι ὁ ἴδιος μὲ αὐτὸν τῆς 19ης Ὀκτωβρίου.

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος Ἐπίσκοπος Ἄμαστριδος

Γεννήθηκε στὴν Κρώμνη κοντὰ στὴν Ἀμάστριδα καὶ ἦταν γιὸς εὐσεβῶν γονέων, τοῦ Θεοδοσίου καὶ τῆς Μεγέθους.

Μετὰ τὶς πρῶτες του σπουδὲς στὴν πατρίδα του, ἔφυγε στὸ ὄρος τῆς Συρίκης (ἢ Σηρικῆς) καὶ ἐκεῖ ἀφοῦ βρῆκε γέροντα ἀσκητὴ διδάχτηκε τὰ περὶ τῆς μοναχικῆς ζωῆς καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο ἐκάρη μοναχός.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ γέροντά του, ὁ Γεώργιος πῆγε στὴν Βόνιτσα τῆς Ἀκαρνανίας καὶ ἐκεῖ ἀσκήτευε. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου Ἀμάστριδος, ἡ Ἐκκλησία βραβεύοντας τὶς ἀρετὲς τοῦ Γεωργίου, τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο τῆς πόλης αὐτῆς.

Ὁ Γεώργιος εἶναι καὶ ὁ ποιητὴς τῶν Κανόνων. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά, ἀφοῦ θεάρεστα ποίμανε τὸ ποίμνιο ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός.

Οἱ Ἅγιοι Παππίας , Διόδωρος καὶ Κλαυδιανὸς οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ Δεκίου (249 – 251). Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀττάλεια τῆς Παμφυλίας καὶ στὸ ἐπάγγελμα ἦταν κτηνοτρόφοι.

Προσκυνοῦσαν ὅμως τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ καὶ γι’ αὐτὸ τοὺς συνέλαβε ὁ ἡγεμόνας τῆς Παμφυλίας Πούπλιος. Καὶ ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε νὰ τοὺς ἀλλάξει τὸ φρόνημα, τελικά τους ἀποκεφάλισε.

 Οἱ Ἅγιοι Φαῦστος, Βασίλειος καὶ Λουκιανὸς οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τῆς 6ης Φεβρουαρίου.

Οἱ Ἅγιοι Νικηφόρος καὶ Στέφανος οἱ Μάρτυρες

Ἡ μνήμη τους ἐπαναλαμβάνεται στὶς 8 Φεβρουαρίου. Μαρτύρησαν «ξεόμενοι».

Οἱ Ἅγιοι Φιλάδελφος καὶ Πολύκαρπος

Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. Μᾶλλον ἦταν μοναχοὶ ἀσκητές, ποὺ ἔζησαν ὀσιακὰ τὴν ζωή τους.

(Ἡ μνήμη τους ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 8η Φεβρουαρίου).

 Ὁ Ὅσιος Μακάριος Ἐπίσκοπος Πάφου τῆς Κύπρου

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἡ μνήμη του ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 8η Φεβρουαρίου.

Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Θράκη

Μαρτύρησαν, ἀφοῦ συμπιέστηκαν μεταξὺ δύο μεγάλων πετρῶν.

Ἡ Ἁγία Χρυσάνθη

Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες.

Πουθενὰ ἄλλου δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη της αὐτὴν τὴν μέρα. (Ἄλλες πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι εἶναι σύζυγος τοῦ Ἁγίου Χρυσάφου, ποὺ ἐπίσης ἡ μνήμη του ἀναφέρεται σήμερα)

Ὁ σημερινός Συναξαριστής ὁλοκληρώθηκε μέ πληροφορίες ἀπό Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr), Saint.gr.

anavaseis.blogspot.gr

24 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Αρέθα Μεγαλομάρτυρα, Η Αγία Γυναίκα με το Βρέφος της, Σεβαστιανής, Πρόκλου Αρχιεπισκόπου, των Αγίων Μάρκου, Σωτηρίχου και Ουαλεντίνου, Ακακίου Πρεσβυτέρου, Νέρδωνος, Αρεθά εν τω Σπηλαίω.
Ὁ Ἅγιος Ἀρέθας ὁ Μεγαλομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ

Ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς προύχοντες τῆς πόλης Νέγρας στὴν Αἰθιοπία. Ὅταν ἀσπάσθηκε τὸ χριστιανισμό, διακρινόταν γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὶς πολλές του ἀγαθοεργίες. Κοντά του μαζεύτηκε ἕνας ὅμιλος ἀπὸ ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ποὺ καθημερινό τους ἔργο εἶχαν τὴν διδασκαλία τοῦ θείου λόγου.

Ἡ πρόοδος αὐτὴ τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἐκκλησία τῆς Νέγρας, ἐξήγειρε τὸ φανατισμὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, καὶ συνέλαβαν τὸν Ἀρέθα μὲ τοὺς συνεργάτες του. Ὁ Ἀρέθας ἦταν τότε γέροντας. Οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστης τοῦ συνέστησαν νὰ λυπηθεῖ τὰ γεράματά του καὶ νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τότε ὁ Ἀρέθας ἔδωσε γενναία ἀπάντηση: «Στὴν διάρκεια τῆς ζωῆς μου, εἶπε, διέπραξα πολλὰ ἁμαρτήματα.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ καθάρισε ἀπ’ αὐτὰ διὰ τῆς θυσίας Του καὶ μὲ τὴν πίστη μου πρὸς Αὐτόν. Καὶ ἀπὸ ἄνθρωπο ἀπώλειας μὲ ἔκανε κληρονόμο τοῦ ἀνεσπέρου φωτὸς καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς. Τώρα μου προσφέρει καὶ ἄλλη τιμή. Μοῦ δίνει τὴν εὐκαιρία, ἀπὸ τὴν σάρκα ἐνὸς γέροντα νὰ προβάλει ἀθλητής, ἀποδεικνύοντας ὅτι ἡ ἰσχὺς καὶ ἡ ἐλευθερία τοῦ πνεύματος μποροῦν νὰ καταφρονήσουν κάθε ἄνομη ἀπειλὴ καὶ βία καὶ νὰ καταισχύνουν τοὺς δυνατοὺς τῆς γῆς».

Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ ἐξαγρίωσε περισσότερο τοὺς δήμιούς του, ποὺ ἀμέσως ἀποκεφάλισαν τὸν Ἀρέθα

μὲ τοὺς συνεργάτες του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Εὐσεβείᾳ ἐμπρέπων τῇ ἀθλήσει δεδόξασαι, τὴν τῶν Χριστοκτόνων κακίαν καθελὼν τῇ ἐνστάσει σου· διὸ καὶ προσενήνοχας Χριστῷ, Μαρτύρων ἀρραγῆ συνασπισμόν, ὥσπερ θεῖος παιδοτρίβης καὶ ὁδηγός, Ἀρέθα παμμακάριστε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Εὐφροσύνης πρόξενος ἡμῖν ἐπέστη, ἡ φωσφόρος σήμερον, τῶν Ἀθλοφόρων ἑορτή· ἣv ἐκτελοῦντες δοξάζομεv, τὸν ἐv ὑψίστοις ὑπάρχοντα Κύριον.

Μεγαλυνάριον.

Κλῆρος περιούσιος καὶ λαός, ἔχων ταξιάρχην, τὸν Ἀρέθαν τὸν εὐκλεῆ, τῇ τῶν πρωτοτόκων, συνήφθη Ἐκκλησίᾳ, μαρτυρικοῖς ἀγῶσιν· ὃν μεγαλύνωμεν.

Οἱ Ἅγιοι Γυναίκα καὶ τὸ Βρέφος της

Μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀρέθα.

Τὸ βρέφος τῆς Ἁγίας αὐτῆς γυναίκας τὸ ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ βλέποντας αὐτό, ἔριξε καὶ τὸν ἑαυτό της ἡ ἴδια στὴν φωτιά.

Ἡ Ἁγία Σεβαστιανὴ ἡ Μάρτυς

Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σεβαστὴ τῆς Φρυγίας καὶ διδάχτηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, καὶ πῆρε τὴ θερμότητα καὶ τὴν ἀνδρεία τοῦ διδασκάλου της.

Ἡ Ἁγία Σεβαστιανὴ ἔζησε τὸν 1ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χρησιμοποιοῦσε τὴν ζωή της κάθε ἡμέρα γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου (στὴ Μαρκιανούπολη τῆς Θράκης). Πήγαινε σὲ σπίτια εἰδωλολατρῶν καὶ εἵλκυε πολλὲς γυναῖκες ἀπ’ αὐτοὺς στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.

Συνελήφθη γι’ αὐτὸ ἐπὶ αὐτοκράτορος Δομετιανοῦ καὶ ἡγεμόνος Σεργίου, κακοποιήθηκε καὶ ἐξεδιώχθη ἀπὸ τὸν τόπο της. Ἔφθασε στὴν Ἡράκλεια τῆς Θράκης ὅπου πάλι συνελήφθη, ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Πομπηϊανό, καὶ φυλακίστηκε.

Ἀλλὰ ἡ γυναικεία της φύση, ντρόπιασε τοὺς βασανιστές της. Οἱ ὑποσχέσεις δὲν τὴν δελέασαν, οἱ ἀπειλὲς δὲν τὴν ἔκαμψαν, καὶ κάτω ἀπὸ βαριὰ μαρτύρια στάθηκε ὄρθια μὲ ὅλη της τὴν γενναιοψυχία. Οἱ σάρκες τῆς Ἁγίας Σεβαστιανῆς σχίζονταν, ἀλλὰ τὰ χείλη, ὅπως καὶ ἡ καρδιά της, ἐξακολουθοῦσαν νὰ ὑμνοῦν τὸν Χριστό.

Τελικά, ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀθλήτρια τῆς Ἐκκλησίας μας, παρέδωσε τὴν ζωή της μὲ τὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο καὶ ἐτάφῃ στὴ Ραιδεστό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τοῖς ῥήμασι τοῦ Παύλου φωτισθεῖσα προσέδραμες, Σεβαστιανὴ τῷ Σωτῆρι καὶ νομίμως ἐνήθλησας, βασάνους ὑπομείνασα πολλάς, δυνάμει τοῦ νυμφίου σου Χριστοῦ, ὃν ἱκέτευε ἀπαύστως ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν εὐλαβῶς βοώντων σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, διὰ τοῦ Παύλου δέδεξαι, καὶ πίστει θερμῇ, ὑπὲρ αὐτοῦ ἠγώνισαι, Σεβαστιανὴ ἔνδοξε, τῆς σαρκός σου μηδόλως φροντίσασα, καὶ τὴν ἄπονον εὗρες ζωήν, τῷ ξίφει τμηθεῖσα τὸν αὐχένα σου.

Μεγαλυνάριον.

Ἤθλησας ὡς ἄσαρκος ἐν σαρκί, καὶ τομῇ τῆς κάρας, γάλα ἔβλυσας θαυμαστῶς· ὁ Χριστὸς γὰρ Μάρτυς, ὦ Σεβαστιανή σε, δοξάζει ὃν ἐν ἄθλοις λαμπρῶς ἐδόξασας.

 

Ὁ Ἅγιος Πρόκλος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

Ἡ μνήμη του τιμᾶται τὴν 20η Νοεμβρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Ἀγνωστο γιατί επαναλαμβάνεται αὐτὴ την ἡμέρα.

Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος, Σωτήριχος καὶ Οὐαλεντῖνος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀσία.

Συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανοὶ καὶ τοὺς ἔσυραν πάνω σὲ αἰχμηρὲς πέτρες μέχρι θανάτου.

Τὰ δὲ ἅγια λείψανά τους, μετακομίστηκαν ἀπὸ τὴν Ἀσία στὴν Θᾶσο, ὅπου μέχρι σήμερα βρίσκονται.

 Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Πρεσβύτερος

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Νέρδων ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

 Ὁ Ὅσιος Ἀρέθας ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρῶσος)

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Ὁ σημερινός Συναξαριστής ὁλοκληρώθηκε μέ πληροφορίες ἀπό Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr), Saint.gr.

 

23 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Ιακώβου Αδελφοθέου, Ιγνατίου Αρχιεπισκόπου, Νικηφόρου Οσίου, Μακαρίου Ρωμαίου, Πετρωνίου Οσίου, Ανακομιδή Λειψάνων Ιακώβου Βοροβίας.
Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀπόστολος καὶ Ἀδελφόθεος

Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰωσὴφ ἀπὸ ἄλλη γυναίκα, γι’ αὐτὸ ὀνομαζόταν ἀδελφὸς τοῦ Κυρίου. Ἡ συγγενική του ὅμως σχέση μὲ τὸν Κύριο δὲν εἶναι ὁμόφωνα καθορισμένη. Ἀλλὰ τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ὁ Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος ἔγινε πρῶτος ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων καὶ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔγραψε τὴν πρώτη Θεία Λειτουργία τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἰάκωβος, λοιπόν, ποίμανε τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων μὲ δικαιοσύνη, μὲ γενναία στοργὴ καὶ στερεότητα στὴν πίστη. Αὐτὸ ὅμως, ἐξήγειρε τὴ μοχθηρία καὶ τὴν κακουργία τῶν Ἰουδαίων. Ἀφοῦ τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔριξαν πάνω ἀπὸ τὸ πτερύγιο τοῦ Ναοῦ, καὶ ἐνῷ ἀκόμα ἦταν ζωντανός, τὸν ἀποτελείωσαν μὲ ἄγριο κτύπημα ροπάλου στὸ κεφάλι.

Ἔργο τοῦ Ἰακώβου εἶναι καὶ ἡ Καθολικὴ Ἐπιστολή του στὴν Καινὴ Διαθήκη, στὴν ὁποία νὰ τί μας συμβουλεύει, σχετικὰ μὲ τὸ πὼς πρέπει νὰ χειριζόμαστε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ: «Γίνεσθε ποιηταὶ λόγου καὶ μὴ μόνον ἀκροαταί, παραλογιζόμενοι ἑαυτούς».

Δηλαδὴ νὰ γίνεσθε ἐκτελεστὲς καὶ τηρητὲς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μόνο ἀκροατές. Καὶ νὰ μὴ ξεγελᾶτε τὸν ἑαυτό σας, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶναι ἀρκετὸ καὶ μόνον νὰ ἀκούει κανεὶς τὸ λόγο.

(Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, φέρεται καὶ τὴν Κυριακὴ μετὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, μαζὶ μὲ τὴν μνήμη τοῦ Δαβὶδ τοῦ Προφήτου καὶ Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος, συνοδευόμενη μὲ

τὸ ἀκόλουθο δίστοιχο: «Σὺ τέκτονος παῖς, ἀλλὰ ἀδελφὸς Κυρίου, τοῦ πάντα τεκτήναντος, ἐν λόγῳ, μάκαρ». Τελεῖται δὲ αὐτῷ ἡ Σύναξις ἐν τῷ σεπτῷ αὐτοῦ Ναῷ τὸ ὄντι ἔνδοθεν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοὶς Χαλκοπρατείοις. Πατμιακὸς κώδικας: 266).

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.

Ὡς τοῦ Κυρίου Μαθητής, ἀνεδέξω δίκαιε τὸ Εὐαγγέλιον· ὡς Μάρτυς ἔχεις τὸ ἀπαράτρεπτον· τὴν παρρησίαν ὡς Ἀδελφόθεος· τὸ πρεσβεύειν ὡς Ἱεράρχης. Ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιοv. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.  

Ὁ τοῦ Πατρὸς μονογενὴς Θεὸς Λόγος, ἐπιδημήσας πρὸς ἡμᾶς ἐπ’ ἐσχάτων, τῶν ἡμερῶν Ἰάκωβε θεσπέσιε, πρῶτόν σε ἀνέδειξε, τῶν Ἱεροσολύμων, ποιμένα καὶ διδάσκαλον, καὶ πιστὸν οἰκονόμον, τῶν μυστηρίων τῶν πνευματικῶν. Ὅθεv σε πάντες τιμῶμεν Ἀπόστολε.

Μεγαλυνάριον.

Κλήσει ἀδελφόθεος πεφηνώς, Ἰάκωβε μάκαρ, τῶν ἀρρήτων μυσταγωγός, ἐν Σιὼν ἐδείχθης, καὶ πάθει σου τιμίῳ, τὸ ζωηφόρον πάθος, Χριστοῦ ἐδόξασας.

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ἦταν γιὸς τοῦ αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Α’ τοῦ Ραγκαβὲ καὶ τῆς αὐτοκράτειρας Προκοπίας, ἀδερφὸς δὲ τοῦ Θεοφύλακτου.

Ὁ Ἰγνάτιος ἤτανε μοναχὸς καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Ἀρχαγγέλου, ἡ ὁποία ὀνομαζόταν τοῦ Ἀνατέλλοντος, ἐνῷ τώρα ὀνομάζεται τοῦ Σατύρου. Τὸ 846 μ.χ. ἐκλέχτηκε καὶ χειροτονήθηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου καὶ ὑπηρέτησε τὴν Ἐκκλησία γιὰ ἕντεκα ἔτη καὶ πέντε μῆνες.

Μετὰ ὁ αὐτοκράτορας Μιχαὴλ Γ’ τὸν ἐκθρόνισε καὶ ἔκανε Πατριάρχη τὸν Φώτιο. Κατόπιν τὸ 867 μ.χ. ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος Α’ ὁ Μακεδὼν ἐπανέφερε τὸν Ἰγνάτιο στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο. Ἡ δεύτερη αὐτὴ πατριαρχία κράτησε δέκα χρόνια, κατὰ τὰ ὁποία ὁ Ἅγιος ποίμανε θεοφιλῶς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Πρὶν τὸ τέλος του ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ Σατύρου, στὴν ὁποία καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. Ἐκεῖ δὲ καὶ τάφηκε.

Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος

Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτόν, οἱ Συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι, «τὴν ἐν τῷ Χαρσιανῷ συστησάμενος Μονήν, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται».

Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες.

Ὁ Ὅσιος Μακάριος ὁ Ρωμαῖος

Ἡ βιογραφία του ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς εἶναι πολὺ μυθώδης καὶ παράδοξη. Ὅπως φανερώνει καὶ ἡ προσωνυμία του, ἦταν ἀπὸ τὴ Ρώμη, γιὸς κάποιου συγκλητικοῦ ἄρχοντα, ὀνόματι Ἰωάννου.

Μὲ τὴν βία τῶν γονέων του ὁ Μακάριος παντρεύτηκε γυναίκα, τὴν ὁποία ἄφησε τὴ νύχτα τοῦ γάμου. Περιπλανώμενος γιὰ μερικὲς ἡμέρες, βρῆκε μία σπηλιά, μέσα στὴν ὁποία ζοῦσε μαζὶ μὲ δυὸ λιοντάρια σὲ ἄγρια κατάσταση. Κάποτε τὸν ἀνακάλυψαν τρεῖς μοναχοί, ποὺ ὀνομάζονταν Σέργιος, Ὑγίνος καὶ Θεόφιλος. Ἀπὸ τότε ὁ Μακάριος ἔγινε γνωστὸς γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικότητά του καὶ τὶς μεγάλες ἀρετές του, ποὺ ἀπέκτησε ἀπ’ αὐτὴ.

Ὁ Ὅσιος Μακάριος, σύμφωνα μὲ τὴν διήγηση τοῦ Συναξαριστή, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ὅσιος Πετρώνιος

Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

 Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰακώβου Βοροβίας τοῦ Θαυματουργοῦ (Ρῶσος)

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

 Ὁ σημερινός Συναξαριστής ὁλοκληρώθηκε μέ πληροφορίες ἀπό Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr), Saint.gr.

anavaseis.blogspot.gr

21 Οκτωβρίου Συναξαριστής. Ιλαρίωνος του Μέγα, Γαΐου, Δασίου και Ζωτικού, Φιλόθεου Ασκητού, των Αγίων Ανδρέου, Στεφάνου, Παύλου και Πέτρου, Ζαχαρία Οσιομάρτυρα, Θεοδότης και Σωκράτους, Ευκράτη Οσιομάρτυρα, Βαρούχ, Αζή, Πλαντίνου, Ιακώβου, Σωκράτους Ιερομάρτυρα, Ιωάννη Νεομάρτυρα, Φιλίππου Οσίου, Βαρνάβα και Ιλαρίωνος Θαυματουργών, Ursula, Finan.
Ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ὁ Μέγας

Λίγα χιλιόμετρα πιὸ πάνω ἀπὸ τὴ δαντελωτὴ ἀκρογιαλιὰ τῆς Κερύνειας καὶ σὲ ὕψος δυὸ χιλιάδες περίπου πόδια ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας ὀρθώνεται ἕνα γιγαντιαῖο ὕψωμα ἀποκομμένο ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη ὀροσειρὰ τοῦ Πενταδάκτυλου. Στὴν κορυφὴ τοῦ ὑψώματος αὐτοῦ μὲ τὴν πανοραμικὴ θέα εἶναι κτισμένο ἀπὸ χρόνια ἕνα φρούριο, τὸ γνωστὸ φρούριο τοῦ Ἁγίου Ἰλαρίωνα.

Γιὰ τὴν προσφορὰ τοῦ φρουρίου στοὺς ἀγῶνες τοῦ νησιοῦ γιὰ ἐλευθερία καὶ τὶς παραδόσεις καὶ τοὺς θρύλους ποὺ ἔχουν δημιουργηθεῖ γύρω ἀπ’ αὐτό, πολλὰ εἰπώθηκαν καὶ γράφηκαν μέχρι σήμερα. Γιὰ τὸν Ἅγιο Ἰλαρίωνα ὅμως τὸν μεγάλο ἐρημίτη καὶ ἀσκητή, ποὺ μὲ τὸ ὄνομά του, τὸ ὕψωμα τοῦτο μπῆκε στὴν ἱστορία, πολὺ λίγα ἔχουν γραφεῖ καὶ σὲ πολὺ πιὸ λίγους εἶναι γνωστά.

Τὴν παράλειψη αὐτὴ, ἀπαράδεκτη γιὰ χριστιανοὺς ὀρθοδόξους ποὺ κατοικοῦν μία νῆσο μ’ ἕνα τόσο τιμητικὸ προσωνύμιο — «Νῆσος τῶν Ἁγίων» – ἐπιθυμοῦν νὰ θεραπεύσουν οἱ γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν.

Θεωροῦμε τὴν πράξη τούτη σὰν ἕνα χρέος. Χρέος ὄχι μονάχα σ’ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν. Ἀλλὰ πρὸ παντὸς χρέος σ’ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν καὶ θέλουν καὶ ἀναζητοῦν γιὰ τὴν ζωὴ τοὺς πρότυπα. Ναί! Πρότυπα ἠθικὰ ποὺ νὰ τὰ πλησιάσουν καί, κατὰ τὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ, νὰ τὰ μιμηθοῦν.

Καὶ ὁ Ἅγιος Ἱλαρίων ποὺ μᾶς ἦρθε ἀπ’ ἔξω καὶ ἔζησε καὶ κοιμήθηκε στὸν τόπο μας, εἶναι ἕνα τέτοιο πρότυπο γιὰ ὅλους. Πρότυπο πίστεως καὶ ὑπακοῆς στὸν Θεό. Ἀλλὰ καὶ πρότυπο ἀγωνιστικότητας καὶ γνήσιας ἀρετῆς. Μιὰ γρήγορη ματιὰ στὶς κύριες πτυχὲς τῆς ζωῆς του θὰ μᾶς τὸ ἀποδείξει.

Ὁ ἰσάγγελος αὐτὸς ἅγιος, σύγχρονος τῶν Μεγάλων Βασιλέων καὶ Ἰσαποστόλων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης, γεννήθηκε στὴν κωμόπολη τῆς Παλαιστίνης τὴν Θαβαθᾶ, ποὺ βρίσκεται πέντε περίπου μίλια μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀρχαία πόλη τῶν Φιλισταίων, τὴν Γάζα.

Οἱ γονεῖς του, πλούσιοι εἰδωλολάτρες φρόντισαν ἀπὸ νωρὶς νὰ δώσουν στὸ παιδὶ τους μιὰ ξεχωριστὴ μόρφωση. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ μικρὸ ἔσπευσαν νὰ τὸν ἀποχωρισθοῦν καὶ νὰ τὸν στείλουν στὴν Ἀλεξάνδρεια, ποὺ ἦταν τότε ἕνα μεγάλο κέντρο Ἑλληνικῶν σπουδῶν. Σὲ μία ἀπὸ τὶς ὀνομαστὲς Σχολὲς τῆς πόλεως αὐτῆς φρόντισε ὁ μικρὸς Ἱλαρίων νὰ ἐγγραφεῖ καὶ μ’ ἐνδιαφέρον νὰ παρακολουθήσει τὰ μαθήματά της. Ὁ πόθος του ὅμως νὰ γνωρίσει τὴν ἀλήθεια ὁδήγησε κάποτε τὰ βήματά του καὶ σὲ χριστιανικὲς συγκεντρώσεις.

Ἡ ζωὴ τῶν χριστιανῶν, ἡ εὐγένεια καὶ ἡ καλοσύνη τους, τὸ ἐνδιαφέρον τους νὰ ἐξυπηρετήσουν τοὺς ἄλλους μὲ κάθε ἀνιδιοτέλεια καὶ προθυμία τοῦ ἔκαμαν ἀπ’ τὴν πρώτη στιγμὴ ξεχωριστῆ ἐντύπωση. Ἀλλὰ καὶ τὰ ἁγνὰ ἤθη κι ἔθιμά τους καὶ ἡ ὅλη τους ἀρετὴ τοῦ σκλάβωσαν τὴν ψυχὴ καὶ ἄναψαν μέσα του θερμὸ τὸν ζῆλο νὰ γνωρίσει καλύτερα τὴν πηγὴ τῆς τροφοδοσίας τους.

Ἔτσι ὁ φιλομαθὴς νέος ἐπεδίωξε νὰ ἔρθει σ’ ἐπαφὴ μὲ σημαίνοντας χριστιανοὺς καὶ ἀπὸ ὑπεύθυνα πρόσωπα νὰ μάθει τὶς ἐπιταγὲς τῆς νέας πίστεως. Ὁ ἐνθουσιασμός του γιὰ ὅσα ἄκουε καὶ ὁ ζῆλος του νὰ γνωρίσει περισσότερα, προχωροῦσε μέρα μὲ τὴ μέρα γιὰ νὰ καταλήξει κάποτε στὴν ἀποδοχὴ τῆς νέας θρησκείας καὶ νὰ βαπτισθεῖ.

Ἡ χαρὰ καὶ ἡ εὐτυχία τοῦ ἁγνοῦ νέου τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ποὺ φόρεσε τὸν λευκὸ χιτώνα τοῦ βαπτίσματος, ὑπῆρξε ἀφάνταστα μεγάλη. Μιὰ ἀπόδειξη τούτης τῆς χαρᾶς εἶναι καὶ ἡ πλούσια χρηματικὴ προσφορά του γιὰ χάρη τῶν πτωχῶν ἀδελφῶν τοῦ Χριστοῦ.

Μὲ τὴν εἴσοδό του στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ὁ νεοπροσήλυτος χριστιανὸς ρίχτηκε μὲ πιὸ πολὺ κέφι στὸν ἀγώνα. Ἡ Ἁγία Γραφὴ γίνηκε ὁ ἀγαπημένος του σύντροφος καὶ ἡ ζωὴ τῶν ἐνάρετων ἀνδρῶν, ποὺ μελετοῦσε στὰ ἱερὰ κείμενα, ἦταν ἐκείνη ποὺ προσπαθοῦσε καὶ ὁ ἴδιος νὰ μιμηθεῖ καὶ ἀκολουθήσει. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ τὸν συνεῖχε κυριολεκτικά. Πόθος του ἕνας:

Ν’ ἀποχωρισθεῖ ἀπὸ καθετὶ ποὺ θὰ τὸν κρατοῦσε δεμένο μὲ τὰ ὑλικά, τὰ γήινα καὶ ἐλεύθερος νὰ τραβήξει τὸν δύσκολο, μὰ εὐλογημένο δρόμο, ποὺ φέρει τὸν ἄνθρωπο στὸν οὐρανό.

Αὐτὴ τὴν ἐποχὴ στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ σ’ ὅλη τὴν Αἴγυπτο κυριαρχοῦσε ἡ φήμη τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Μορφωμένοι καὶ ἀγράμματοι μιλοῦσαν μὲ σεβασμὸ γιὰ τὴ θεοσέβεια τοῦ ξακουστοῦ ἀσκητῆ. Κοντὰ σ’ αὐτὸν ὁ ζηλωτὴς νέος ἐπιθύμησε νὰ μαθητεύσει ἔστω καὶ γιὰ λίγο.

Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ἕνα πρωὶ ἄφησε τὴν πολυθόρυβη πόλη καὶ τράβηξε στὴν ἔρημο. Βρῆκε τὸν Ἅγιο ἐρημίτη καὶ ἔμεινε κοντά του ἀρκετὸ καιρό.

Στὸ διάστημα αὐτὸ σὰν τὴ μέλισσα ρούφηξε ἀπὸ τὸν καθηγητὴ τῆς ἀσκήσεως ὅτι καλὸ μπόρεσε νὰ δεῖ καὶ ν’ ἀκούσει μὲ ἀποτέλεσμα ἡ καρδιά του νὰ σκλαβωθεῖ ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῆς ἄλλης, τῆς μακαριᾶς ζωῆς.

Πλησίον στὸν πολύπειρο ἀγωνιστὴ τοῦ καλοῦ καὶ τῆς ἀρετῆς ἔμαθε ὁ ἁγνὸς νέος νὰ ζεῖ σὲ μία θεϊκὴ ἀνάταση. Ἡ ζωντανὴ προσευχή, ἡ προσεκτικὴ μελέτη, ἡ ἀνάλογη περισυλλογὴ καὶ ὁ αὐστηρὸς αὐτοέλεγχος ἦταν ἡ καθημερινὴ ἀπασχόλησή του.

Μὲ τὰ μέσα τοῦτα τὰ πνευματικὰ ὁ ζηλωτὴς νέος ἀγωνίστηκε ν’ αὐξήσει τὶς διανοητικές του δυνάμεις καὶ νὰ ἀποκτήσει σιγά – σιγὰ τὰ ἐφόδια ποὺ χρειαζόταν γιὰ τοὺς κατοπινούς του ἀγῶνες. Ἐδῶ συνήθισε ἀκόμη ν’ ἀξιοποιεῖ τὸν χρόνο του καὶ νὰ ἱεραρχεῖ τὶς ἀνάγκες του. Ἔτσι ἔγινε ἕνας θεοκεντρικὸς ἄνθρωπος.

Κύριο σκοπὸ τῆς ὑπάρξεώς του ἔβαλε ν’ ἀρέσει στὸν Θεό. Καὶ ὅλες του οἱ δυνάμεις, ὅλες του οἱ προσπάθειες, ὅλοι του οἱ ἀγῶνες σὲ τοῦτο καὶ μόνο στράφηκαν: Στὸ πῶς νὰ καλλιεργήσει μέσα του τὸ «κατ’ εἰκόνα», γιὰ νὰ ἐπιτύχει «τὸ καθ’ ὁμοίωσιν». Στὸ πῶς ν’ ἀναπτύξει τὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν ἐπροίκισε ὁ Πανάγαθος Θεός, γιὰ νὰ ἐπιτύχει νὰ γίνει κάποια μέρα γνήσια εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἀληθινὸς ἄνθρωπος ἀρετῆς. Ἕνας Ἅγιος.

Μὲ τούτη τὴν ἀπόφαση καὶ τοῦτο τὸν πόθο καὶ σκοπὸ ὡς θησαυρὸ πολύτιμο στὴν ψυχὴ του ἀποχαιρέτησε κάποιο πρωινὸ τὸν πνευματικό του πατέρα καὶ καθοδηγητὴ τῆς ἐρήμου Ἀντώνιο καὶ πῆρε τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς στὴν πατρίδα του. Ποθοῦσε νὰ δεῖ τοὺς γονεῖς του, γιατί ἔμαθε πὼς δὲν ἦσαν καλὰ στὴν ὑγεία. Καὶ ἀκόμη ἤθελε νὰ τακτοποιήσει καὶ μερικὰ περιουσιακὰ στοιχεῖα, ποὺ ἦσαν ἐκκρεμῆ.

Σὰν ἔφθασε, πῆγε καὶ κτύπησε τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του. Κάποιος γείτονας ποὺ ἄκουσε τὸ κτύπημα, βγῆκε καὶ τοῦ εἶπε πὼς τόσο ὁ πατέρας ὅσο καὶ ἡ μητέρα του εἶχαν ἐδῶ καὶ ἀρκετὸ καιρὸ φύγει ἀπὸ τοῦτο τὸν κόσμο. Λυπημένος ὁ φιλόστοργος νέος καὶ ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν γείτονα τράβηξε πρὸς τὸ κοιμητήριο. Πάνω ἀπὸ τὸ χῶμα τοῦ τάφου ποὺ σκέπαζε τ’ ἀγαπημένα πρόσωπα, γονάτισε. Γιὰ ὦρες ἔμεινε ἐκεῖ προσευχόμενος μὲ ἱερὴ κατάνυξη.

Στὴν πατρίδα του ὁ ἐραστὴς τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς δὲν στάθηκε γιὰ πολύ. Ἀφοῦ μοίρασε τὴν πατρικὴ περιουσία στοὺς πτωχοὺς καὶ ἀποχαιρέτησε τοὺς γνωστούς, ἀνεχώρησε. Γεμάτος ἀποφασιστικότητα προχώρησε γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ ἱεροῦ σκοποῦ του. Τὰ λόγια τοῦ θείου Παύλου «ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται καὶ ἐγὼ τῷ κόσμῳ» (Γαλατ. στ’ 14) ἀντηχοῦσαν δυνατὰ μέσα του καὶ τοῦ γέμιζαν τὴν ψυχὴ ἀπὸ ἀληθινὴ εὐτυχία.

Ὅλος ὁ κόσμος μὲ τὶς δόξες καὶ τὶς τιμὲς μὰ καὶ τὰ Πλούτη καὶ τὶς ἡδονὲς καὶ ὅλα τὰ θέλγητρά του σταυρώθηκαν καὶ νεκρώθηκαν γιὰ τὸν εὐγενικὸ νέο. Τίποτα ἀπ’ αὐτὰ δὲν μποροῦσε νὰ τὸν τραβήξει ἢ νὰ τὸν συγκινήσει.

Μὰ καὶ κανένα ἄλλο ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ λέγονται ἀγαθὰ τοῦ κόσμου τούτου, δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ τὸν δελεάσει καὶ νὰ τοῦ μεταλλάξει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀφοσίωσή του στὸν Σωτήρα Χριστό. Καύχηση καὶ χαρά του ἦταν μόνο Αὐτός, ποὺ πέθανε πάνω στὸν σταυρὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, μὰ καὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες ὅλων ἐκείνων ποὺ θὰ πίστευαν σ’ Αὐτόν. Τὸ ὄνομά Του ἀνέλαβε νὰ κηρύξει. Καὶ τὸ κηρύττει παντοῦ.

«Οὐκ ἐστὶν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία, οὐδὲ γὰρ ὄνομα ἐστὶν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ὢ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ’ 12). Κανένα ἄλλο πρόσωπο δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἐξασφαλίσει τὴν σωτηρία. Κανένα ἄλλο ὄνομα δὲν ἔχει δοθεῖ ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ, ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ μᾶς σώσει. Μόνο ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Σωτήρ.

Σ’ Αὐτὸν ἂς πιστέψουμε ὅλοι. Αὐτὰ μὲ παρρησία καὶ ζωντάνια κηρύττει παντοῦ ὁ νέος Ἱεραπόστολος. Καὶ τὸ κήρυγμά του συγκινεῖ καὶ ἐνθουσιάζει. Μὰ καὶ πείθει καὶ οἰκοδομεῖ. Ἕνα μεγάλο ποσοστὸ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες ποὺ κατοικοῦσαν στὶς περιοχὲς ἐκεῖνες τῆς Γάζας καὶ τῆς Νότιας Παλαιστίνης δέχτηκαν τὸ κήρυγμα τῆς σωτηρίας χάρη στὸν Ἅγιο καὶ ἔγιναν χριστιανοί. Ἀλλὰ καὶ οἱ αἱρετικοὶ ποὺ ζοῦσαν στὰ μέρη ἐκεῖνα, στὸ πρόσωπο τοῦ Ὁσίου βρῆκαν τὸν σθεναρὸ καὶ ἀκαταμάχητο πρόμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἀφοῦ γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα ὁ ζηλωτὴς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου ἀσχολήθηκε μὲ τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο, κατόπιν ἀποσύρθηκε στὴν ἀγαπημένη του ἔρημο. Ἐκεῖ κοντὰ στὸ λιμάνι τοῦ Μαϊουμᾶ προχώρησε καὶ ἔστησε τὸ ἡσυχαστήριό του. Τριάντα ἑπτὰ χρόνια πέρασε στὸ μέρος αὐτό. Τριάντα ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια αὐστηρῆς ἀσκήσεως.

Ἕνας τρίχινος σάκος, ποὺ ταλαιπωροῦσε τὸ κορμί του, ἦταν τὸ φόρεμά του χειμώνα – καλοκαίρι. Στὸν λαιμὸ ἔφερε μία δερμάτινη λωρίδα, δῶρο τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Κατοικία του εἶχε μία σπηλιὰ μ’ ἕνα στενότατο κελί. Καὶ τροφή του λίγα ξερὰ σύκα καὶ μερικὰ ἀγρία χόρτα. Μὲ τὴν αὐστηρή του τούτη ἐγκράτεια, ἀλλὰ καὶ τὴν θερμὴ καὶ ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴν συνεχὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀγωνιζόταν κάθε μέρα γιὰ ἕνα πράγμα μόνο:

Στὸ πῶς νὰ ἀρέσει στὸν Θεό.

Σὰν τὸ χρυσάφι ποὺ δοκιμάζεται στὴ φωτιά, ἔτσι καὶ αὐτὸς δοκιμάστηκε τοῦτο τὸν καιρὸ ἀπὸ τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς ποὺ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐπέτρεψε νὰ τοῦ ἔρθουν γιὰ προσωπική του ὠφέλεια καὶ δοκιμή. Ὅμως μὲ τὸ νὰ ἔχει τὴν σκέψη του στραμμένη στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν καρδιά του καθαρὴ ἀπὸ κάθε ἀκάθαρτο λογισμὸ κατόρθωσε καὶ τοὺς πειρασμοὺς νὰ ξεπεράσει καὶ αὐτὸς ἀπρόσβλητος νὰ μένει.

Κάτι περισσότερο. Πέτυχε νὰ γίνει ἡ ψυχή του κατοικητήριο Αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὥστε τίποτα στὸν κόσμο νὰ μὴν τὸν φοβίζει καὶ νὰ μὴ τὸν ταράσσει.

Τὸ παρακάτω περιστατικὸ εἶναι ἐνδεικτικό του θάρρους καὶ τῆς τόλμης ποὺ διέκρινε τὸν Ὅσιο.

Κάποτε ἐκεῖ στὴν ἐρημιά, στὴν ἀρχὴ ποὺ πῆγε, μιὰ συμμορία ἀπὸ ληστὲς τὸν εἶχε ἐπισημάνει καὶ τὸν πλησίασε μὲ κακὲς διαθέσεις.

– Τί θὰ ἔκαμνες, καλόγηρε, ἂν ἐδῶ στὴν ἐρημιὰ ποὺ εἶσαι μόνος, σοῦ ἐπετίθεντο ληστές; τὸν ρώτησε μὲ προσποιητὴ ἀφέλεια ὁ ἀρχηγός τους.

– Τί ἔχει νὰ φοβηθεῖ ἕνας γυμνὸς σὰν καὶ ἔμενα; ἀπήντησε μὲ πραότητα κι ἀταραξία ὁ ἐρημίτης.

– Καὶ ἂν σὲ σκοτώσουν; πρόσθ