Ἀκοῦστε ἐδῶ τήν ὁμιλία:http://hristospanagia3.blogspot.gr/2015/11/mp3_24.html

 Δέν ξέρω ἄν ἔχετε σκεφτεῖ ποτέ ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Κάποτε ἕνας ἔμπορος ὀνόματι Μοτοβίλωφ, ρωτοῦσε ἕναν μεγάλο ἅγιο, ποιός ἄραγε εἶναι ὁ σκοπός. Γιατί κάνουμε ὅλα αὐτά πού κάνουμε; Γιατί νηστεύουμε; Γιατί προσευχόμαστε; Γιατί ἀγωνιζόμαστε πνευματικά; Ὁ ἅγιος τοῦ ἀπάντησε ὅτι ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νά τό ποῦμε πιό σωστά θεολογικά, μέ μεγαλύτερη ἀκρίβεια, εἶναι ἡ ἐπανενεργοποίηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο ὑπάρχει μέσα στό βαπτισμένο πιστό, ἀλλά κατά κανόνα εἶναι ἀπενεργοποιημένο, δέν εἶναι ἐνεργό λόγω τῶν πολλῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν πού ὑπάρχουνε μέσα στόν ἄνθρωπο καί κατ’ ἐξοχήν στήν καρδία του.

Ἄρα, ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἀλλά πολύ νωρίτερα καί πολύ σαφέστερα καί καθαρότερα μᾶς τό εἶπε ὁ Κύριος, εἶναι νά καθαρισθεῖ ἡ καρδιά. Νά φύγουν τα πάθη γιατί ἐκεῖνο πού μολύνει τόν ἄνθρωπο, εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι εἶναι οἱ λογισμοί. Αὐτό πού ἐξέρχεται ἀπό τόν ἄνθρωπο καί μάλιστα ἀπό τήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό εἶναι πού τόν λερώνει τόν ἄνθρωπο καί ὄχι οἱ διάφορες τροφές πού θεωροῦνταν ἀκάθαρτες ἀπό τους Ἑβραίους καί θεωροῦσαν ὅτι αὐτές μόλυναν τόν ἄνθρωπο.

Ὁ Κύριος λοιπόν εἶπε, ὅτι αὐτό πού ἐξέρχεται ἀπό τήν καρδία, πονηροί λογισμοί, φόνοι, μοιχεῖες κ.λ.π., αὐτά εἶναι πού μολύνουν τόν ἄνθρωπο καί θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά τά διώξει ὅλα αὐτά ἀπό τήν καρδία του, ὥστε νά μπορέσει νά δεῖ τόν Θεό. «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. 5,8) εἶναι ἕνας ἀπό τούς μακαρισμούς πού εἶπε ὁ Κύριος καί μᾶς δίδαξε ἀκριβῶς ὅτι ἄν θέλουμε νά δοῦμε τόν Θεό, ἄν θέλουμε νά μποῦμε δηλαδή στή Βασιλεία Του -αὐτό σημαίνει νά δῶ τόν Θεό- θά πρέπει νά καθαρίσουμε τήν καρδιά μας. Εἶναι ἀπαραίτητο νά μήν ὑπάρχουν ἐκεῖ μέσα αὐτά ὅλα τά πάθη, αὐτές ὅλες οἱ κακές -ἄς ποῦμε- ρίζες, οἱ κακές πηγές παραγωγής μολυσμοῦ, οἱ ὁποῖες λερώνουν μετά καί ὅλη τήν ψυχή, ἀλλά καί τό σῶμα, ὅλη τήν ὕπαρξη. Ὅλον τόν ἄνθρωπο λερώνουν αὐτές οἱ κακές πηγές, οἱ κακές ρίζες πού λέγονται πάθη.

Τί εἶναι αὐτά τά πάθη; Εἶναι ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες ἔχουν γίνει πολλές φορές. Ἔχουν ἐπαναληφθεῖ πολλές φορές καί ἔχουν γίνει συνήθειες, ἔχουν γίνει ἕξεις. Ὅταν κανείς -ἄς ποῦμε- μιά φορά θυμώσει, δέ σημαίνει ὅτι ἔγινε καί θυμώδης. Ἀλλά ἄν θυμώσει καί δεύτερη φορά καί δέν ἀντισταθεῖ καί τρίτη καί τέταρτη καί πέμπτη καί … ἑκατοστή, σιγά-σιγά μετά ἀποκτάει αὐτή τήν κακή συνήθεια, νά θυμώνει εὔκολα καί τότε πλέον ἔχει ἀποκτήσει τό πάθος τοῦ θυμοῦ καί εἶναι θυμώδης ἤ είναι ὀργίλος, ὅπως λένε ἀλλιῶς οἱ Ἅγιοι Πατέρες.

Πῶς καθαρίζεται ἡ καρδιά; Τό ἐπόμενο ἐρώτημα. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες πάλι μᾶς εἶπαν ὅτι ἡ καρδιά καθαρίζεται με τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ὅταν τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τότε ἡ καρδιά πράγματι καθαρίζεται. Ἡ πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ εἶναι τό ν’ ἀγαπήσεις τό Θεό. «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ τῆς καρδίας σου καί τῆς διανοίας σου» καί δεύτερη ἐντολή ὅμοια μέ τήν πρώτη, μᾶς εἶπε ὁ Θεός, εἶναι τό νἀ «Ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματθ. 22,37-39).

Τήν Τετάρτη θά γιορτάσουμε τήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί ὁ Σταυρός ἔχει κι αὐτή τήν ἔννοια: τῆς διπλῆς ἀγάπης. Ἔχει τό κατακόρυφο σκέλος του, τό ὁποῖο εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί ἔχει καί τό ὁριζόντιο σκέλος του, πού εἶναι ἡ ἀγάπη στόν πλησίον. Θά πρέπει ἡ ζωή μας νά εἶναι «σταυροειδής», θά λέγαμε. Σταυρική, ἄν θέλετε. Δηλαδή νά ἔχει αὐτές τίς δύο ἀγάπες. Πρῶτον καί κατ’ ἐξοχήν τήν πρός τόν Θεό, τό κατακόρυφο σκέλος τοῦ Σταυροῦ καί δεύτερον τήν ὁριζόντια πρός ὅλους τούς ἄνθρώπους.

Ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος ἀποφασίσει νά καθαρίσει τήν καρδιά του, πρέπει ν’ ἀρχίσει μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν καί κυρίως ἀπό τήν πρώτη ἐντολή. Ἡ πρώτη ἐντολή λοιπόν ζητάει ἀπό τόν ἄνθρωπο νά ἀγαπήσει τόν Θεό μέ ὅλη του τήν καρδιά, μέ ὅλη του τήν ἰσχύ, μέ ὅλη του τήν ψυχή, μέ ὅλη του τή δύναμη καί μέ ὅλη του τή διάνοια. Κάθε συναίσθημα -θά λέγαμε- κάθε ἐπιθυμία, κάθε σκέψη, κάθε κίνηση πού θά κάνει ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει ὡς στόχο τόν Θεό, ὡς ἀφορμή τόν Θεό, ὡς σκοπό τόν Θεό καί ὡς τέλος πάλι τόν Θεό. Ὁ Θεός ἐπιβάλλεται νά εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῶν πάντων γιά τόν ἄνθρωπο. Ὅλες του οἱ σκέψεις νά εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλες του οἱ ἐπιθυμίες νά εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλα του τά βλέμματα νά εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλη του ἡ ἀκοή νά εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτό πού λέμε πολύ ὄμορφα στήν προσευχή μετά τή Θεία Μετάληψη, τήν ὁποία τήν ἔχει διατυπώσει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στόν «Ἀόρατο Πόλεμο» καί εἶναι πολύ καλό νά τή διαβάζουμε μετά τή Θεία Εὐχαριστία καί ἐκεῖ λέει «..κάνε με Χριστέ μου νά μή βλέπω τίποτα παρά Ἐσένα. Νά μήν ἀκούω τίποτα παρά Ἐσένα. Νά μή θέλω τίποτα παρά Ἐσένα..». Γιατί ἔτσι θά πρέπει νά ζοῦμε, ὄχι γιά τόν ἑαυτό μας ἀλλά γιά τόν Χριστό.

Πῶς μπορεῖ κανείς νά φτάσει νά τηρήσει αὐτή τήν ἐντολή, ἡ ὁποία εἶναι ἡ κορυφαία ἐντολή. Καί θά λέγαμε, μέσα σ’ αὐτή τήν ἐντολή κλείνονται ὅλες οἱ ἐντολές. Ἄν κανείς τηρήσει δηλαδή αὐτή τήν ἐντολή, θά καθαρίσει τήν καρδιά του. Γιατί, ὅπως εἴπαμε, ἡ καρδιά μολύνεται ἀπό τούς λογισμούς. Οἱ ὁποῖοι, λογισμοί εἶναι κακοί, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί καλοί. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς εἶπαν ὅτι μέσα στήν καρδιά δέν πρέπει νά ἔχουμε κανένα λογισμό, καμία σκέψη. Εἶναι σκόπιμο οἱ λογισμοί ὅλοι νά μένουν μέχρι τόν ἐγκέφαλο, μέχρι τή διάνοια. Νά μήν κατεβαίνουν στήν καρδιά.

Μέσα στήν καρδιά θά πρέπει νά ὑπάρχει μόνο μία σκέψη, ἕνας λογισμός, μιά ἐπιθυμία, ἕνας πόθος, ὁ Χριστός. Τίποτα ἄλλο. Ὅπως ἔλεγε κι ἕνας Γέροντας στό Ἅγιο Ὄρος, «ὁ Χριστός στήν καρδιά μας δέ θέλει παρέες. Θέλει νά ’ναι μόνος του. Νά εἶναι βασιλιάς». Γι’ αὐτό εἶπε πάλι ὁ Χριστός μας, νά ζητᾶτε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τή δικαιοσύνη Αὐτοῦ. Αὐτό σημαίνει, νά κάνετε τόν Χριστό βασιλιά. Δικό σας βασιλιά. Ὁ βασιλιάς μας εἶναι ὁ Χριστός καί συνεπῶς στό θρόνο τῆς καρδιάς, στό κέντρο τῆς ὕπαρξής μας θά πρέπει νά εἶναι καθισμένος ὁ Χριστός καί κανένας ἄλλος. Δέν μπορεῖς νά ἔχεις καί συμβασιλεῖς, νά ἔχεις κι ἄλλους βασιλιάδες νά κάθονται μαζί στό θρόνο τῆς καρδιᾶς σου. Εἶναι ἀπαράδεκτο αὐτό. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει ὁ Χριστός μαζί μέ κάποιον ἄλλον. Γι’ αὐτό, εἶπε ὁ Κύριος πάλι, δέ μπορεῖτε νά δουλεύετε σέ δύο κυρίους, δηλαδή νά ἔχετε δυό βασιλιάδες. Τόν ἕνα θά μισήσεις καί θα καταφρονήσεις καί τόν ἄλλο θ’ ἀγαπήσεις. Ἐκεῖ κάνει λόγο βεβαίως γιά τόν βασιλιά τοῦ κόσμου τούτου, τόν «μαμωνά», ὁ ὁποῖος κατά κανόνα εἶναι ὁ βασιλιάς στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Στούς περισσότερους ἀνθρώπους, πού μπορεῖ νά λέγονται καί χριστιανοί καί νά πηγαίνουν στήν ἐκκλησία, βασιλιάς δέν εἶναι ὁ Χριστός. Καί πῶς φαίνεται αὐτό; Φαίνεται ἀπό τά ἔργα τους. Γιατί ἔχεις βασιλιά αὐτόν στόν ὁποῖο ὑπακοῦς.

Ἄν λοιπόν τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, τότε εἶναι βασιλιάς μας ὁ Χριστός. Ἄν τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ κόσμου, τότε βασιλιάς μας εἶναι ὁ κόσμος κι ὁ ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου, πού εἶναι ὁ μαμωνάς. Δηλαδή ἡ φιλαργυρία καί κατ’ ἐξοχήν ὁ διάβολος τοῦ χρήματος, τῆς φιλοχρηματίας.

Πῶς λοιπόν θά τηρήσουμε αὐτή τήν πρώτη ἐντολή, ὥστε νά καθαρίσει ἡ καρδιά μας καί νά ἔχουμε μόνο μία σκέψη μέσα της, δηλαδή τόν Χριστό; Καί καμία ἄλλη.. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς εἶπαν ἕναν τρόπο πολύ ἀποτελεσματικό. Ὁ τρόπος αὐτός εἶναι ἡ λεγόμενη ‘νοερά προσευχή’. Ἡ ἀδιάλειπτη δηλαδή ἐπίκληση, μέ τό νοῦ, τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Νά μιλᾶμε συνεχῶς στόν Χριστό καί νά Τοῦ λέμε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με».

Μέχρι τώρα δέν σᾶς εἶχα μιλήσει γι’ αὐτό τό θέμα, ἀλλά τώρα μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα, ἀποφάσισα ν’ ἀσχοληθοῦμε μ’ αὐτό τό θέμα καί νά δοῦμε, ὄχι βέβαια δικά μας πράγματα, ἀλλά αὐτά πού λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες πάνω σ’ αὐτό τό θέμα. Γιατί πολλά κυκλοφοροῦν καί πολλά εἶναι πλανεμένα ἀπ’ αὐτά πού κυκλοφοροῦν. ‘Υπάρχει -ἄς ποῦμε- μιά ἀντίληψη ὅτι δέν θά πρέπει οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν στόν κόσμο νά ἀσχολοῦνται μ’ αὐτά τά θέματα γιατί αὐτά εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς. Δέν θά πρέπει νά διαβάζουν τέτοια βιβλία, ὅπως εἶναι γιἀ παράδειγμα ἡ Φιλοκαλία, ἡ Κλίμακα γιατί δέν ἀπευθύνονται σέ αὐτούς πού εἶναι ἔγγαμοι, ἀπευθύνονται μόνο στούς μοναχούς ἤ σέ κάποιους τέλος πάντων πολύ φανατικούς, φιλομόναχους ἀνθρώπους.

Εἶναι ὅμως ἀλήθεια ὅλα αὐτά; Θά δοῦμε τί λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Προκαταβολικά σᾶς λέω ὅτι δέν εἶναι ἀλήθεια. Μέ πολλά τεκμήρια καί πολλές ἀποδείξεις, ὄχι μόνο ἀπό ἁγίους ἀνθρώπους, ἀλλά κι ἀπ’ τόν ἴδιο τόν Θεό, οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς ἐπιβεβαιώνουν ὅτι ἡ ἐργασία αὐτή εἶναι γιά ὅλους.

Νά σᾶς πῶ ἕνα περιστατικό πού σχετίζεται μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά, τόν Ἅγιο τῆς πόλης μας. Ὅταν ἤταν στή σκήτη τῆς Βεροίας, εἶχε μιά συζήτηση μ’ ἕναν εὐλαβή μοναχό, ὀνόματι Ἰώβ καί ἡ συζήτηση ἤταν πάνω σ’ αὐτό τό θέμα, ἄν τή νοερά προσευχή, τή συνεχή ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ θά πρέπει νά τήν κάνουνε καί οἱ λαϊκοί ἤ πρέπει νά τήν κάνουνε μόνο οἱ μοναχοί. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμάς ἔλεγε ὅτι πρέπει νά τήν κάνουν ὅλοι καί εἶναι γιά ὅλους. Γιατί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς τό ’χει πεῖ ὅτι πρέπει ἀδιάλειπτα νά προσευχόμαστε. Ἄν θυμᾶστε εἴχε πεῖ καί τήν παραβολή τοῦ ἀδίκου κριτοῦ καί τῆς χήρας, μέ σκοπό νά μᾶς τονίσει καί νά μᾶς ξεκαθαρίσει αὐτή τήν ἀλήθεια ὅτι πρέπει συνεχῶς νά προσευχόμαστε καί νά μήν ἀποκάμνουμε στήν προσευχή. Ὁ Ἰώβ ἤτανε καλός μοναχός, ἀλλά δέν τό δεχότανε καί ἔλεγε :

– Πῶς εἶναι δυνατόν οἱ κοσμικοί, οἱ λαϊκοί πού ἔχουν συζύγους, ἔχουν παιδιά, ἔχουν ἐπαγγέλματα θορυβώδη κ.λ.π., ἔχουν τόσες μέριμνες νά κρατοῦν τό νοῦ τους συνεχῶς καί νά προσεύχονται ἀδιάλειπτα; Δέν εἶναι γι’ αὐτούς..

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος δέν ἐπέμενε, δέν τοῦ εἶπε βέβαια ὅτι ἔχεις δίκιο, τόν ἄφησε. Ὁ Ἰώβ ἔφυγε στό κελί του καί ἐκεῖ στό κελί του -ἤτανε καλός μοναχός κατά τά ἄλλα- εἴχε μιά ἀποκάλυψη. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός τοῦ ἔστειλε ἕναν ἄγγελο γιά νά τόν διδάξει. Καί ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε ὅτι δέν ἔχεις δίκιο. Ὁ Γρηγόριος εἶναι αὐτός πού ἔχει δίκιο καί ν’ ἀκοῦς αὐτά πού σοῦ λέει ὁ Γρηγόριος. Καί αὐτή ἡ προσευχή εἶναι γιά ὅλους, δέν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς. Δηλαδή βλέπουμε τήν ἐπικύρωση αὐτῆς τῆς ἀλήθειας ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό.

Πολλοί Ἅγιοι διδάσκαν αὐτή τήν προσευχή καί στά μικρά παιδιά καί στους λαϊκούς, σέ ὅλους. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ πρόσφατος Ἅγιος, πολύ κοντινός μας Ἅγιος, ἔλεγε στούς ἀνθρώπους, «θά ἤθελα ὅλοι νά ἔχετε στό χέρι σας, στό ἀριστερό σας χέρι ἀπό ἕνα κομποσκοίνι καί νά κάνετε συνεχῶς τήν εὐχή, τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με. Καί μέ τό ἄλλο σας χέρι νά κάνετε τίς ἄλλες σας ἐργασίες». Ἤθελε νά τούς πεῖ δηλαδή ὅτι θά πρέπει νά κρατάει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀδιάλειπτα.

Μέ τόν τρόπο αὐτό μόνο εἶναι δυνατόν νά καθαρισθεῖ ὁ νοῦς. Γιατί ὁ νοῦς εἶναι ἀεικίνητος. Πάντα πρέπει νά ἔχει κάτι γιά νά ἀλέθει. Ἄν λοιπόν δέν τοῦ δώσουμε ἐμεῖς ὑλικό, θά τοῦ δώσει ὁ πονηρός. Ἄν ὁ νοῦς μας δηλαδή δέν εἶναι στόν Χριστό, θά πάει στό πονηρό, θά πάει στό βλάσφημο, θά πάει στο αἰσχρό, θά πάει στό δαιμονικό. Τότε εἶναι ἀκριβῶς πού μολύνεται. Ἄν λοιπόν συνεχῶς τοῦ δώσεις τοῦ νοῦ σου νά σκέφτεται τόν Χριστό μ’ αὐτή την εὔκολη προσευχή ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’, δέ θά μολύνεται. Θά ἀποφεύγεις τό μολυσμό καί θά ἔχεις καθαρό τό νοῦ σου, καθαρή δηλαδή τήν καρδιά σου.

Ὅπως πάλι μᾶς εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἡ καρδιά εἶναι τό κατοικητήριο τοῦ νοῦ. Ἐκεῖ στήν καρδιά βρίσκεται τό κέντρο τῆς ψυχῆς μας καί ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς μας, πού λέγεται καί νοῦς. Ὑπάρχει λοιπόν ἕνα βιβλίο -πάρα πολλά βιβλία ὑπάρχουν πού μιλᾶνε γιά τή νοερά προσευχή- ἀλλά ὑπάρχει ἔνα κατ’ ἐξοχήν βιβλίο, πού μιλάει γι’ αὐτή τήν πνευματική ἐργασία. Καί φυσικά τό ξέρετε, λέγεται Φιλοκαλία. Τό βιβλίο αὐτό ἔχει μιά πολλή σπουδαία εἰσαγωγή, τήν ὁποία ἔχει γράψει ὁ συντάκτης του, ὁ ὁποῖος, ἴσως θά ξέρετε, εἶναι ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὀ Ἁγιορείτης μαζί μέ τόν Ἅγιο Μακάριο Ἐπίσκοπο Κορίνθου τόν Νοταρά. Ὁ Ἅγιος Μακάριος συνέλεξε τά κείμενα προφανῶς ἀπό μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους στά δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας καί ὡς θησαυρό τά παρέδωσε στόν Ἅγιο Νικόδημο στίς Καρυές. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος τά ἐπιμελήθηκε φιλολογικά, ἔγραψε καί τούς βίους τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ὑπάρχουν μέσα στό σύγγραμμα αὐτό τῆς Φιλοκαλίας καί ἔφτιαξε αὐτό τό ὑπέροχο σύγγραμμα πού λέγεται ‘Φιλοκαλία’.

Τί σημαίνει φιλοκαλία; Φιλία τοῦ καλοῦ. Ἀγάπη δηλαδή γιά τό καλό, ἀγάπη γιά τήν ὀμορφιά, γιά τό κάλλος. Καί ἀληθινό κάλλος βεβαίως εἶναι τό κάλλος τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί, κατ’ ἐξοχήν, ἡ Φιλοκαλία εἶναι ἡ φιλία γιά τόν Θεό, τό νά γίνεις φίλος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὄντως Καλοῦ. Τοῦ ὄντως Ἀγαθοῦ. «Οὐδείς ἀγαθός, εἰμὴ εἷς, ὁ Θεός» (Λουκ.18,19) , εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος.

Λοιπόν σκέφτηκα ν’ ἀρχίσουμε, γιά νά μποῦμε λίγο στό νόημα, ἀπό τήν εἰσαγωγή. Νά σχολιάσουμε τό κατά δύναμιν αὐτή τήν εἰσαγωγή πού ἔχει γράψει ὁ Ἅγιος Νικόδημος στό σύγγραμμα αὐτό, πού εἶναι συρραφή πολλῶν συγγραμμάτων τῶν Ἀγίων Πατέρων καί ἔχει ὡς κεντρικό ἄξονα, -ὅπως σᾶς εἶπα- τή νοερά προσευχή. Τήν ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Άλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Μέσα σ’ αὐτό τό βιβλίο εἶναι ἀποθησαυρισμένη ὅλη ἠ πατερική σοφία. Ἄν κανείς ἀσχοληθεῖ μ’ ἕναν Ἅγιο, ἕναν Πατέρα τῆς ἐκκλησίας νά διαβάσει, οὐσιαστικά εἶναι σάν νά τούς διαβάζει ὅλους.

Ὑπάρχει μιά διάκριση, θά τήν ἔχετε ἀκούσει, οἱ «νηπτικοί» Πατέρες καί οἱ λεγόμενοι «κοινωνικοί» Πατέρες. Γιά παράδειγμα, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θεωρεῖται «κοινωνικός» Πατέρας. Δηλαδή, Πατέρας πού μιλοῦσε στόν κόσμο καί ἀσχολιόταν πάρα πολύ μέ τόν λαό, μέ τόν κόσμο. Ἔζησε καί στόν κόσμο ἐν πολλοῖς. Ὄχι ὅτι δέν ἔζησε καί ὡς μοναχός. Ἔζησε καί ὡς μοναχός, ἀλλά μετά πιό πολύ ἀσχολήθηκε μέ τό κήρυγμα στόν κόσμο. Οὐσιαστικά αὐτή ἡ διάκριση νά ξέρετε εἶναι -θά λέγαμε- τυπική καί οἱ λεγόμενοι κοινωνικοί Πατέρες εἶναι κι αὐτοί νηπτικοί, δηλαδή Πατέρες πού ἔκαναν σγχρόνως τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί ζοῦσαν μοναχικά καί μοναστικά. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τόν ὁποῖο ἔχουμε ἤδη ἀναφέρει, ἔχει τρεῖς ὁλόκληρους λόγους γιά τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, γιά τή νοερά προσευχή, στήν ὁποία προτρέπει τούς πιστούς νά τήν κάνουνε συνεχῶς, ἀπό πρωίας ἕως ἑσπέρας καί εἰ δυνατό ἀπό ἑσπέρας ἕως πρωίας. Καί ἀπ’ τό βράδυ μέχρι τό πρωί ἄν μπορεῖς λέει πάλι νά φωνάζεις, νά βοᾶς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό». Θά πρέπει νά ξέρουμε ὄτι αὐτή ἡ ἐργασία, ἡ ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος στούς πρώτους χριστιανούς ἦταν αὐτονόητη. Ἤταν δηλαδή κάτι τό πολύ.. κοινό. Δέν χρειαζόταν νά τούς τό πεῖ κανένας. Τό κάνανε ὅλοι. Τό θεωρούσανε «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ», ἦταν ἀπαραίτητο στοιχεῖο τοῦ χριστιανοῦ νά βαστάζει τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Βαστάζω τό ὄνομα, σημαίνει ἔχω τό νοῦ μου συνεχῶς κρατημένο σ’ αὐτό τό ὄνομα.

Αὐτή ἠ ἐργασία λοιπόν γινόταν ἀπό ὅλους τούς χριστιανούς, τούς πρώτους χριστιανούς. Γιά τό λόγο αὐτό, δέν ἔχουμε ἀναφορές πάνω σ’ αὐτή τήν ἐργασία στούς πρώτους Πατέρες γιατί τό κάνανε ὅλοι καί θεωροῦνταν πολύ κοινό θέμα νά τό πεῖ κάποιος Πατέρας ὡς κήρυγμα καί νά παρακινήσει τούς χριστιανούς νά προσεύχονται. Τό κάνανε ὅλοι. Ὅπως εἶναι περιττό νἀ κάνουμε μαθήματα ἰατρικῆς γιά τό πῶς θά ἀναπνέουμε! Ὅτι χρειάζεται ν’ ἀναπνέουμε καί ὅτι εἶναι καλό πράγμα ν’ ἀναπνέεις! Κανένας δέν τό κάνει. Κανένας δηλαδή ἀπ’ τούς γιατρούς δέν βγαίνει νά μᾶς κάνει τέτοιο μάθημα. Γιατί τό θεωροῦμε φυσιολογικό ν’ ἀναπνέουμε. Ἔτσι καί στούς χριστιανούς τότε ἦταν φυσιολογικό ν’ ἀναπνέει ἡ ψυχή τους μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά δυστυχῶς αὐτή ἡ ἐργασία ἀτόνισε.

Ὅσο πέρασε ὁ κόσμος μέσα στήν ἐκκλησία καί ὅσο ἐκκοσμικεύτηκε ἡ ἐκκλησία, τόσο ἀτόνισε αὐτή ἡ ἐργασία. Ἔτσι ἔχουμε ἀπό τόν 4ο αἰῶνα καί μετά ἐκτενεῖς πλέον ἀναφορές τῶν Ἀγίων Πατέρων πάνω σ’ αὐτή την ἐργασία τῆς ἀδιάλειπτης προσευχής. Σᾶς εἶπα περί τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου, πῶς μιλάει γιά τή νοερά προσευχή. Ἀπό ΄κεῖ καί μετά βέβαια ἔχουμε καί τούς ἄλλους Ἅγιους Πατέρες καί ὅλο καί περισσότερο θά λέγαμε μᾶς τονίζουν αὐτό τό θέμα. Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος τό 10ο αἰῶνα, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμάς 14ο αἰῶνα, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μέ τούς Κολλυβάδες τό 18ο αἰῶνα, ὅλοι αὐτοί μᾶς κάνουν λόγο γιά τήν ἀνάγκη τῆς ἀναπνοῆς τῆς ψυχῆς μέ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Λέει λοιπόν στήν εἰσαγωγή του ὁ Ἅγιος Νικόδημος. «Θεός, ἡ μακαρία φύσις» ὁ Θεός εἶναι ὁ ἀληθινά μακάριος, ἡ ἀληθινά μακάρια φύσις. «Ἡ ὑπερτελής τελειότης» εἶναι ἡ πιό τέλεια τελειότης, δέν ὑπάρχει κάτι πιό τέλειο ἀπό τόν Θεό. «Ἡ πάντων τῶν ἀγαθῶν καί καλῶν ποιητική ἀρχή ὑπεράγαθος καί ὑπέρκαλος», δηλαδή ὁ Θεός εἶναι ὅλων τῶν καλῶν καί ὅλων τῶν ὡραίων ἡ Ποιητική Ἀρχή. Αὐτός πού ἔφτιαξε τά πάντα καί αὐτός πού εἶναι πάνω ἀπό κάθε καλό καί κάθε ὡραῖο. Μήν ξεχνάτε ὅτι μιλάμε γιά τό «κάλλος» ἔ; Γιά τήν ἀληθινή ὀμορφιά. Καί μᾶς λέει εὐθὺς ἐξαρχῆς ὁ Ἅγιος, ὅτι τό ἀληθινό κάλλος, τό ὑπέρκαλο κάλλος εἶναι ὁ Θεός. Γιά κάθε πιστό, εἴτε εἶναι ἔγγαμος, εἴτε εἶναι ἄγαμος, εἴτε εἶναι κληρικός, μοναχός εἴτε εἶναι λαϊκός, ὁ Θεός εἶναι τό ἀληθινό κάλλος, ἡ ἀληθινή ὀμορφιά. Εἶναι Αὐτός πού εἶναι πάνω ἀπό κάθε ἀγαθό, Ὑπεράγαθος καί πάνω ἀπό κάθε ὀμορφιά, Ὑπέρκαλος. Ὁ Θεός λοιπόν αὐτός ὁ Ὑπεράγαθος καί Ὑπέρκαλος «ἔχοντας προορίσει ἀπό πάντοτε κατά τήν θεαρχική Του ἰδέα νά κάνει τόν ἄνθρωπο Θεό καί ἔχοντας θέσει γι’ αὐτόν ἀπό τήν άρχή μέσα στό νοῦ Του πρίν ἀπό κάθε τί ἄλλο αὐτόν τόν σκοπό τόν δημιούργησε ὅταν Ἐκείνος ἔκρινε καλό» νά τόν δημιουργήσει.

Ὁ Θεός λοιπόν ἀπό ἄπειρη ἀγάπη δημιούργησε τόν ἄνθρωπο καί ἔβαλε κι ἕναν σκοπό στόν ἄνθρωπο. Ὁ σκοπός ἦταν καί εἶναι νά κάνει τόν ἄνθρωπο Θεό. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός μας. Οἱ ἄνθρωποι βάζουμε σκοπούς στή ζωή μας. Μερικοί ἄνθρωποι… Ἄλλος βάζει σκοπό νά παντρευτεῖ. Ἄλλος βάζει σκοπό νά γίνει ἐπιστήμονας. Ἄλλος βάζει σκοπό νά γίνει μοναχός. Ὅλα αὐτά εἶναι λάθος γιατί ὁ σκοπός ὑπάρχει καί ἔχει μπεῖ ἀπό τόν κατασκευαστή μας. Αὐτός εἶναι τό νά γίνουμε Θεοί. Ὁ δρόμος τώρα καί ὁ τρόπος εἶναι δικό σου θέμα. Ἄν θέλεις νά γίνεις μέσω τοῦ μοναχισμοῦ, γίνε. Ἄν θέλεις νά γίνεις μέσω τοῦ γάμου, γίνε. Τό θέμα εἶναι ὅμως νά γίνεις Θεός. Τότε πέτυχες στή ζωή σου. Βλέπουμε σ’ αὐτό τό σημείο πόσο εὔστοχος, πόσο ἀληθινός, πόσο σωστός εἶναι ὁ Ἅγιος Νικόδημος.

Ὁ Θεός λοιπόν πρό πάντων τῶν αἰώνων, προαιωνίως ἔβαλε ὡς προορισμό τοῦ ἀνθρώπου τή θέωση καί σέ ἕνα συγκεκριμένο χρόνο, ὅταν ἐκεῖνος εὐδόκησε δημιούργησε τόν ἄνθρωπο. Ἤ νά τό ποῦμε πιό σωστά μαζί μέ τό χρόνο, ἔφτιαξε καί τό χῶρο καί ἀφοῦ ἄρχισε νά τρέχει ὁ χρόνος σέ κάποια συγκεκριμένη στιγμή φτιάχνει καί τόν ἄνθρωπο. Αὐτή ἡ θέωση, ἡ ἔνωση δηλαδή μέ τό Θεό εἶναι ὁ σκοπός ὅλων. Κοινός σκοπός καί τῶν λαϊκῶν καί τῶν μοναχῶν. Δέν εἶναι σκοπός μόνο τῶν μοναχῶν ἡ θέωση. Εἶναι καί τῶν λαϊκῶν. Ὁ μοναχός ἐγκαταλείποντας τόν κόσμο καί τήν κοσμική κοινωνία, δέν ἐγκαταλείπει καί τόν προορισμό του, ἀλλά ἔχει συνεχῶς αὐτόν τό σκοπό μπροστά στά μάτια του, δηλαδή τή θέωση. Τό ἴδιο ὡστόσο πρέπει να κάνει καί αὐτός πού ζεῖ μέσα στόν κόσμο, νά μή χάσει τό σκοπό του, δηλαδή τή θέωση. Ὁ μοναχός πού φεύγει ἀπ’ τόν κόσμο δέν φεύγει ἐπιζητώντας μιά ἀτομική καί αὐτάρεσκη σωτηρία γιά τό δικό του ὄφελος, ἀλλά γιά νά εὐαρεστήσει στόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἔχει ἕνα καί μοναδικό θέλημα «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄Τιμ.2,4). Ὁμοίως ὁ λαϊκός πού μένει μέσα στόν κόσμο, πρέπει νά μένει ἐπιζητώντας τή σωτηρία του, μέσω αὐτοῦ τοῦ δρόμου πού διάλεξε καί ν’ ἀγωνιστεῖ πολύ περισσότερο ἀπ΄ ὅτι ὁ μοναχός διότι μέσα στόν κόσμο εἶναι πολύ πιό δύσκολη ἡ σωτηρία λόγω τῶν πολλῶν πειρασμῶν πού ὑπάρχουν. Ἀλλά ἐφόσον τό ἐπιλέγει, βεβαίως ἔχει κάθε δικαίωμα νά τό ἐπιλέξει ἀφοῦ εἶναι ἐλεύθερος, θά πρέπει νά ἀγωνιστεῖ.

«Καί ἀφοῦ ἔλαβε τό σῶμα ἀπό τήν ὕλη τού ἔβαλε ἀπό τόν ἑαυτό Του τήν ψυχή», ὁ Θεός. Μᾶς φτιάχνει λοιπόν ἀπό σῶμα καί ψυχή. «Φτιάχνει  ἕνα κόσμο, μεγάλο στό πλῆθος τῶν δυνάμεων καί στήν ὑπεροχή, μέσα στό μικρό σῶμα», ἕναν μεγάλο κόσμο πού εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Εἶναι ἕνας μεγάλος κόσμος μέσα σ’ ἕνα μικρό κόσμο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα μεγάλο στολίδι μέσα στόν κόσμο, πού εἶναι κι αὐτός ἕνα στολίδι. Εἶναι ἕνας πολύπλοκος καί πολυσύνθετος μέσα σ’ ἕναν ἐπίσης πολύπλοκο καί πολυσύνθετο κόσμο, ὁ ἄνθρωπος μέσα στό σύμπαν.

Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε με σκοπό νά ἐπιβλέπει τήν αἰσθητή κτίση καί να μυσταγωγεῖται στή νοούμενη. Λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅτι «ὁ Θεός φτιάχνει τόν ἄνθρωπο γιά νά βλέπει ἐποπτικά τήν αἰσθητή κτίση, δηλαδή ὅλο αὐτό τό σύμπαν νά τό βλέπει, νά τό μελετᾶ καί νά διδάσκεται ἀπ’ αὐτό», ὅπως λέμε στό σχολεῖο νά ἔχει μιά ἐποπτική διδασκαλία. Τί νά διδάσκεται; Ὅτι ὑπάρχει ἕνας παντοδύναμος καί πάνσοφος καί πανάγαθος νοῦς πού ἔχει φτιάξει αὐτό τό σύμπαν. Βλέποντας αὐτή τήν ἄπειρη ὡραιότητα, τήν τόσο τεράστια δύναμη, τήν τόσο λεπτή τελειότητα πού ὑπάρχει μέσα στό σύμπαν, καταλαβαίνει τίς ἰδιότητες τοῦ Δημιουργοῦ, τοῦ Κτίστου καί ἀνάγεται διά τοῦ σύμπαντος, διά τῆς κτίσεως στόν Κτίστη. Γι’ αὐτό ὁ Θεός μᾶς ἔβαλε σ’ αὐτό μέσα τόν ὑπέροχο κόσμο, ὄχι γιά νά τόν κάνουμε εἴδωλο καί νά τόν λατρέψουμε αὐτόν καθ’ ἑαυτόν, ἀλλά γιά νά δοῦμε πίσω ἀπ’ αὐτόν καί πάνω ἀπ’ αὐτόν τόν Δημιουργό του, πού εἶναι καί δικός μας Δημιουργός. Καί μέσα σ’ αὐτό ὅλο τό σύμπαν βάζει τόν ἄνθρωπο «σάν ἕνα ἄγαλμα ἤ ἁλλιῶς σάν μιά θεότευκτη εἰκόνα», ὅπως λέει ὄμορφα. Τόν βάζει ὁ Θεός, δηλαδή τόν ἄνθρωπο, σάν μιά θεοκατασκεύαστη εἰκόνα. Δηλαδή δίνει στόν ἄνθρωπο τήν εἰκόνα Του.

Τοῦ δίνει καί μία ἐντολή. Ποιά ἦταν ἡ ἐντολή; Νά μή φᾶνε ἀπό ἕνα δέντρο. Ἐνῶ ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα θά μποροῦσαν νά φᾶνε. Γιατί τοῦ τή δίνει αὐτή τήν ἐντολή; Τοῦ τή δίνει, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος «σάν μιά δοκιμασία στό αὐτεξούσιο». Ἔκανε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο ἐλεύθερο, αὐτεξούσιο, νά μπορεῖ νά ἐξουσιάζει δηλαδή τόν ἑαυτό του καί νά μπορεῖ νά κινηθεῖ ἐλεύθερα εἴτε πρός τό καλό εἴτε πρός τό κακό. Εἴτε πρός τόν Θεό, εἴτε ἀντίθετα ἀπό τόν Θεό. Καί γιά νά τόν δοκιμάσει ὁ Θεός τοῦ δίνει αὐτή τήν ἐντολή. Ἦταν πάρα πολύ εὔκολη στήν τήρησή της. Τί δυσκολία εἶχε νά μή φάει ἀπό ἕνα δέντρο; Ἐνῶ εἶχε τόσα ἄλλα γιά νά φάει. Τόν βάζει λοιπόν στήν διαδικασία τῆς ὑπακοῆς. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔκανε ὑπακοή, θά γινόταν κατά χάριν Θεός καί θά ἀπεδείκνυε ὅτι ἐλεύθερα, μέ τή θέλησή του, ἀγαπάει τόν Θεό. Θά περνοῦσε μέ ἐπιτυχία δηλαδή αὐτή τή δοκιμασία τοῦ αὐτεξουσίου του.

Ὅμως, ὅπως ὅλοι ξέρουμε, ὁ ἄνθρωπος ἀπέτυχε. Δέν πέρασε στίς ἐξετάσεις. Δοκιμάστηκε τό αὐτεξούσιό του καί κινήθηκε ἀντίθετα ἀπό τόν Θέο. Ἔκανε παρακοή. Κι ἔρχεται ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστός και κάνει αὐτό πού δέν ἔκανε ὁ παλαιός Ἀδάμ. Δηλαδή τί; Κάνει ὑπακοή. Εἶναι Αὐτός ἐν ᾧ ὁ Πατήρ ηὐδόκησε (Ματθ.3,17). Γίνεται ὁ νέος Ἀδάμ ὁ Χριστός, αὐτός ὀ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι καί Υἱός τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ ὁποῖος κάνει αὐτή τήν τέλεια ὑπακοή καί ἀποκαθιστᾶ τόν ἄνθρωπο. Τώρα πλέον ὁ ἄνθρωπος, ὁ κάθε ἄνθρωπος ἑνούμενος μέ τόν Χριστό μπορεῖ νά πετύχει αὐτό πού δέν πέτυχε ὁ Ἀδάμ, δηλαδή νά γίνει Θεός μέ τή λειτουργία τῆς ὑπακοῆς. Γίνεται πλέον ὁ χριστιανός, υἱός τοῦ Θεοῦ κατά χάριν, μιμητής τοῦ Χριστοῦ. Πῶς γίνεται μιμητής τοῦ Χριστοῦ; Διά τῆς ὑπακοῆς.

Σήμερα ἔχουμε, ὅπως ὅλοι ξέρετε, τό μοναχισμό. Τί εἶναι ὁ μοναχισμός; Το ’χουμε πεῖ κι ἄλλη φορά, ὅτι ὁ μοναχισμός εἶναι ἡ συνέχεια τῆς πρώτης ζωῆς τῶν πρώτων χριστιανῶν. Οὐσιαστικά τό πῶς ζοῦσε ὁ Χριστός μέ τούς Ἁγίους Ἀποστόλους. Εἶναι ἡ ζωή τῆς πρώτης ἐκκλησίας πού συνεχίζεται σήμερα. Δέν εἶναι κάτι ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία, ὅπως μερικοί ἴσως φαντάζονται.. κάτι ἀκραῖο, κάτι φανατικό, κάτι σάν τούς ‘ταλιμπάν’, ἄς ποῦμε, οἱ μοναχοί. Ὄχι. Εἶναι ἀκριβῶς ἡ ζωή τῶν Ἀποστόλων. Γι’ αὐτό καί στήν πρώτη του ἐκφορά ὁ μοναχισμός ὀνομαζόταν ἀποστολική ζωή. Στά πρῶτα χρόνια, ὅταν ἐμφανίστηκαν οἱ μοναχοί καί συνέπτυξαν τά πρῶτα κοινόβια, ἡ ζωή πού ἔκαναν ὀνομαζόταν ἀποστολική γιατί ἦταν ἀκριβῶς ἡ συνέχεια τῆς ζωῆς τῶν Ἀποστόλων. Τότε πού ἀρχισε νά ἐκκοσμικεύεται ἡ ζωή τῶν χριστιανῶν στίς πόλεις, βρέθηκαν κάποιοι ἄνθρωποι καί εἴπανε :

– Γιά σταθεῖτε, δέν πᾶμε καλά.

Ἐμεῖς διαχωρίζουμε τήν θέση μας, βλέπουμε ὅτι δέν μποροῦμε νά συνυπάρξουμε ἐδῶ στήν πόλη, θά πᾶμε στην ἔρημο νά συνεχίσουμε αὐτό πού μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός καί οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι. Ἔτσι ἔγιναν τά πρῶτα κοινόβια, τά ὁποῖα δέν ἦταν μακριά ἀπό τίς πόλεις, ἦταν πολύ κοντά καί ὅπου ὑπῆρχε πνεῦμα ἀγωνιστικό, ὑπῆρχαν καί μέσα στίς πόλεις. Ακόμη καί μέσα στην Κωνσταντινούπολη εἴχαμε πολλά μοναστήρια, γι’ αὐτό καί ὅλη ἡ Κωνσταντινούπολη λεγότανε τό ‘Μέγα Μοναστήρι’.

Ὅσο ἀλλοτριωθήκαμε οἱ χριστιανοί, τόσο καί διώξαμε μακριά ἀπό τίς πόλεις τά μοναστήρια. Στίς μέρες μας ὑπάρχει αὐτή ἡ πολεμική πού γνωρίζετε ἐναντίον τοῦ μοναχισμοῦ καί πρόσφατα μάλιστα ἕνα βλάσφημο θεατρικό ἔργο κυκλοφορεῖ ἀνά τήν Ἑλλάδα μέ στόχο τό μοναχισμό. Λοιπόν, ὅλα αὐτά εἶναι ἀποτέλεσμα ἄγνοιας -θά λέγαμε- στήν καλύτερη περίπτωση γιά νά μήν ποῦμε ἄλλους λόγους. Δυστυχῶς βεβαίως ὑπάρχουν καί ἄλλα χειρότερα πίσω ἀπ’ αὐτό. Γι’ αὐτό καί γίνεται αὐτή ἡ πολεμική στό μοναχισμό. Ἐκεῖνο μόνο θά σᾶς πῶ ὅτι, οἱ λεγόμενοι «φίλοι» μας, οἱ Εὐρωπαῖοι τό πρῶτο πού ἔκαναν ὅταν ἦλθαν στήν Ἑλλάδα μέ τόν Ὄθωνα, ἦταν ἀκριβῶς νά χτυπήσουν τό μοναχισμό. Αὐτό ἔχει νά μᾶς πεῖ πολλά πράγματα. Γιατί ὁ μοναχισμός ὡς συνέχεια τῆς γνήσιας χριστιανικῆς ζωῆς ἦταν ἀντίθετος μέ τά σχέδιά τους, τά ὁποῖα ἦταν διαβολικά καί ἐξακολουθοῦν νά εἶναι διαβολικά. Ἀκόμα καί σήμερα, ἄν θέλετε νά τό ποῦμε ξεκάθαρα, ὁ στόχος πάλι εἶναι ὁ μοναχισμός καί ἡ Ὀρθοδοξία. Γι’ αὐτό χτύπησαν τό Βατοπαίδι καί βγάζουνε ὅλα αὐτά τά ψευτοσκάνδαλα. Γιατί αὐτό μόνο εἶναι ἐμπόδιο στα σχέδιά τους. Τίποτα ἄλλο δέν ἀντιστέκεται πλέον στά σχέδια τοῦ διαβόλου, παρά μόνο ὁ γνήσιος χριστιανισμός, ὅπως ἔχει διασωθεῖ στό μοναχισμό.

Γιατί τί κάνει ὁ μοναχός; Ὁ μοναχός κάνει αὐτό πού ἔκανε καί ὁ Χριστός. Κάνει ὑπακοή. Ὅπως ὁ Χριστός ἔκανε ὑπακοή στόν Πατέρα Του σέ ὅλα, ἔτσι κι ὁ μοναχός κάνει ὑπακοή στόν πνευματικό του πατέρα σέ ὅλα. Κάνει δηλαδή, συνεχίζει θά λέγαμε, τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Καί γι’ αὐτό εἶναι φῶς γιά ὅλους. Ὁ μοναχός εἶναι φῶς γιά τούς λαϊκούς, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Γιατί ὅπως κάνει ὁ μοναχός πρέπει νά κάνει καί ὁ λαϊκός. Νά κάνει κι αὐτός ὑπακοή στόν  πνευματικό του πατέρα καί οὐσιαστικά στόν Χριστό. Γιατί ἡ ὐπακοή εἴτε τοῦ μοναχοῦ εἴτε τοῦ λαϊκοῦ, τελικά ἀφορᾶ στό Χριστό. Πηγαίνει στό Χριστό.

Ὁ πνευματικός, «ὁ Γέροντας», ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός πατήρ Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, «εἶναι γιά τόν μοναχό ἕνας ὁρατός Θεός, ὁ ὁποῖος τοῦ ἀποκαλύπτει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδή ἀκριβῶς εἶναι Γέροντας», ὅταν βέβαια εἶναι Γέροντας. Ὄχι ὅποιος αὐτοαποκαλεῖται «Γέροντας» ὅτι εἶναι καί Γέροντας.. ὅταν εἶναι πραγματικά Γέροντας ἀποκαλύπτει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στόν ὑποτακτικό. Καί ὁ τελευταίος κάνοντας ὑπακοή στόν Γέροντά του προχωράει στή Θέωση καί πραγματώνει αὐτό τό σκοπό τοῦ ἀνθρώπου, πού δέν μπόρεσε νά πραγματώσει ὁ Ἀδάμ μέσα στόν παράδεισο. «Πιστέψτέ με», λέει ὁ π. Ἐφραίμ «μέ πείρα σᾶς μιλῶ, μέ εἰλικρίνεια σᾶς λέω, ὅποιος ὑποτακτικός φτάσει στήν τελειότητα τῆς ὑπακοῆς δέν φοβᾶται Θεό, οὔτε τήν κρίση, οὔτε τήν δευτέρα παρουσία. Φοβᾶται μόνο τό πνεῦμα τοῦ Γέροντα νά μή λυπήσει. Ὁ Γέροντας εἶναι ὁ ὁρατός Θεός. Λύπησες τόν Γέροντα, λύπησες τόν Θεό. Ἀνέπαυσες τόν Γέροντα, ἀνέπαυσες τόν Θεό. Γι’ αὐτό καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἤξεραν τί ἔλεγαν: Ὑπακοή – ζωή, παρακοή – θάνατος. Δέν θέλει ἐδῶ οὔτε μεταλήψεις, οὔτε ἀγῶνες, οὔτε φιλοξενίες, οὔτε νοερές προσευχές. Ὅλα μπροστά στήν ὑπακοή καταργοῦνται. Δέκα φορές τήν ἡμέρα νά μεταλαμβάνεις, ἄν δέν κάνεις ὑπακοή, προορίζεσαι γιά τήν κόλαση».

Βλέπετε, σταράτα λόγια, ξεκάθαρα.. γιατί ἀκριβῶς ἡ ὑπακοή εἶναι μίμηση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ὑπακοή εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ὅταν ὑπακοῦς τότε τηρεῖς τίς ἐντολές καί ὅταν τηρεῖς τίς ἐντολές καθαρίζεις τήν καρδιά. Μπορεῖς νά μεταλαμβάνεις καί κάθε μέρα, ἀλλά ἡ καρδιά νά μήν καθαρίζεται γιατί δέν τηρεῖς τίς ἐντολές. Ἔχεις ἕνα τέλειο ἐργαλεῖο, πού εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία, ἀλλά δέν τό χρησιμοποιεῖς σωστά. Τό χρησιμοποιεῖς αὐτοκαταστροφικά. Γιατί βέβαια γίνεται «εἰς κρῖμα ἢ εἰς κατάκριμα», ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει καί τίς προϋποθέσεις. Τό ἴδιο καί ὅλα τ’ ἄλλα ἐργαλεῖα. Ἡ νηστεία, οἱ ἀγρυπνίες, οἱ πολλές προσευχές καί ὅλα αὐτά. Ὅλα αὐτά εἶναι ἐργαλεῖα, εἶναι μέσα γιά νά πραγματοποιηθεῖ ὁ σκοπός πού εἶπαμε εἶναι ἡ ἀπόκτηση ἤ πιό σωστά ἡ ἐπανενεργοποίηση τῆς Θείας Χάρης πού πήραμε στό Βάπτισμα. Ἄν δέν γίνει αὐτή ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, ἄν δέν ὑπάρχει δηλαδή ἡ ὑπακοή, ἄν δέν ὑπάρχει δηλαδή ἡ ταπείνωση μέ λίγα λόγια, μάταια κάνεις ὅλα αὐτά πού κάνεις. Τίς λεγόμενες ‘εὐλάβειες’. Ἔτσι πολλοί χριστιανοί καί πολλές χριστιανές κάνουν μεγάλες νηστεῖες, μεγάλες προσευχές..ναί τά κάνεις ὅλα αὐτά, ἀλλά ὅταν σοῦ πεῖ ὁ πνευματικός σου κάνε αὐτό, τό κάνεις; Ἤ ἐκεῖ λές «ἔ, θά τό δοῦμε τώρα, θά τό ἐξετάσουμε.. Μήπως κάνει καί λάθος. Μήπως πλανιέται κιόλας. Ἔ..ἄνθρωπος δέν εἶναι κι αὐτός;» Ἅμα πᾶς μέ τέτοιο πνεῦμα, φυσικά δέν πρόκειται νά προχωρήσεις.

Τί ἔγινε ὅμως μέ τήν πλάση τοῦ ἀνθρώπου, πού μπῆκε στόν παράδεισο καί τόν ἔβαλε ὁ Θεός σέ κοινωνία μαζί του; Ἐμφανίζεται ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος φθόνησε καί τόν Πλάστη καί τό πλάσμα. Ἑπομένως γίνεται ὁ διάβολος ὁ εἰσηγητής τῆς κακίας γιατί δέν βάσταξε νά δεῖ νά γίνεται ὁ ἄνθρωπος-Θεός.

Γιατί φθονεῖ ὁ διάβολος τόν Θεό; Διότι εἶναι ὑπερήφανος. Ὁ διάβολος θέλησε ν’ ἀνεβεῖ ἐκεῖ πού δέν τοῦ ἄξιζε. Θέλησε νά πάρει τή θέση τοῦ Πλάστη. Νά μπεῖ στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν γκρεμίστηκε ἀπό τόν οὐρανό, λόγω τῆς ὑπερηφάνειάς του, τότε θέλησε νά «πληγώσει» τόν Θεό -ὁ Θεός δέν πληγώνεται- παρασύροντας τόν ἄνθρωπο στήν ἴδια ἁμαρτία, τήν ὁποία ἔχει καί ὁ ἴδιος, δηλαδή στήν ὑπερηφάνεια. Ἔτσι «σφύριξε» στήν Εὔα νά προχωρήσει στή θέωση χωρίς τό Θεό, μ’ ἕναν εὔκολο τρόπο.. «Θά φᾶς αὐτό τόν καρπό καί θά γίνεις Θεός». Γνώριζε πολύ καλά ὁ διάβολος, ὅτι ἄν ὁ ἄνθρωπος παρέμενε στήν ὑπακοή, θά γινόταν Θεός καί θα πετύχαινε αὐτό πού δέν πέτυχε ὁ ἴδιος. Γνώριζε ὅτι, ἄν ὁ ἄνθρωπος παρέμενε στήν ὑπακοή, θά κέρδιζε τή θεία δόξα καί τή θέωση. Γι’ αὐτό ἔκανε τό πᾶν ὥστε νά ἐμποδίσει τόν ἄνθρωπο νά κάνει ὑπακοή καί γενικά νά ξέρουμε -πρέπει νά τό ξέρουμε- ὅτι ὅλη ἡ προσπάθεια τοῦ διαβόλου εἶναι νά μᾶς ὁδηγήσει στήν παρακοή τῶν θείων ἐντολῶν.

Ἔτσι πετυχαίνει τό θάψιμο τῆς Θείας Χάρης πού λάβαμε ὅλοι μας κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα. Ὡς ἐκ τούτου, πετυχαίνει τήν ἀκύρωση τοῦ σκοποῦ τῆς ὕπαρξής μας πού εἶναι ἡ θέωση. Πόσοι ἄνθρωποι εἶναι βαφτισμένοι γύρω μας; Τό 96% τῶν Ἑλλήνων εἶναι βαφτισμένοι. Πόσοι ὅμως τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ; Ἐλαχιστότατοι. Οἱ πιό πολλοί εἶναι «προτεστάντες» στό φρόνημα. Ὁ καθένας ἔχει κι ἕνα δικό του Θεό, μιά δική του ἀντίληψη γιά τό Θεό. Καί σοῦ λέει ‘ Ἐγώ νομίζω ὅτι.. ἔτσι εἶναι ὁ Θεός, ἔτσι πρέπει νά ’ναι ἡ ἐκκλησία, ἔτσι πρέπει νά ’ναι οἱ παπάδες, οἱ δεσποτάδες καί ἔτσι πρέπει νά ’μαι καί ’γω καί γι’ αὐτό εἶμαι ἔτσι ὅπως εἶμαι’. Μέ τόν τρόπο αὐτό, πετυχαίνει ὁ διάβολος μιά χαρά τό σκοπό του. Μᾶς ὁδηγεῖ στήν παρακοή καί ἀκυρώνει τό σκοπό μας πού εἶναι ἡ θέωση.

Τό δρόμο τῆς ὑπακοῆς πού, ὅπως εἴπαμε, ἀκολουθοῦν οἱ μοναχοί, θά πρέπει νά τόν ἀκολουθήσουν ὅλοι. Ὅσοι θέλουν νά σωθοῦν. Οἱ λαϊκοί νά κάνουν ὑπακοή στόν πνευματικό τους πατέρα καί στό σύζυγο/στή σύζυγο -ἄν ὑπάρχει- ἀλλά καί σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους ἐκτός βεβαίως ἁμαρτίας καί πάντα μέ διάκριση.

Ὁ διάβολος ἐξαπάτησε τόν ἄνθρωπο μέ δόλο, τόν χώρισε ἀπό τόν Θεό, τόν χώρισε ἀπό τή Θεία Δόξα. Πῶς τόν ἐξαπάτησε; Τόν ἐξαπάτησε μέ τή χρηστολογία, δηλαδή μέ καλά λόγια. Ὁ διάβολος ἔκανε τό φίλο στόν ἄνθρωπο καί τοῦ εἶπε «ξέρεις ὁ Θεός σᾶς ἐξαπάτησε, δέν σᾶς εἶπε τήν ἀλήθεια. Ἐγώ εἶμαι πού σᾶς λέω τήν ἀλήθεια. Ξέρεις γιατί σᾶς εἶπε νά μή φᾶτε ἀπ’ αὐτό τό δέντρο; Διότι..διότι..διότι..θά γίνετε Θεοί. Θά γίνετε σάν κι αὐτόν καί δέ θέλει νά χάσει τήν ἐξουσία Του». Πανουργία! Καί ’μεῖς τόν πιστέψαμε!

Δέν πρέπει νά πιστεύουμε τή χρηστολογία τοῦ διαβόλου. Καί σήμερα ὑπάρχει χρηστολογία ἀπό τό διάβολο, ἔτσι; Σήμερα ὁ διάβολος φαίνεται – φανερώνεται σάν κάποιος καλός, ὁ ὁποῖος τάχατες μᾶς ὁδηγεῖ στό συμφέρον μας. Καί σοῦ λέει τώρα τί ν’ ἀκοῦς τί λένε οἱ παπάδες κι ὁ παπα-Σάββας καί ὅλοι αὐτοί οἱ αὐστηροί καί ὅλα αὐτά, θά γίνεις μίζερος, θά γίνεις καταθλιπτικός, θά γίνεις ἀπόκοσμος.. Ἄκου ἐμένα νά σοῦ πῶ ἐγώ τά δικά μου τά «καλά», τά «σωστά».. Aὐτή εἶναι ἡ χρηστολογία τοῦ διαβόλου σήμερα καί δυστυχῶς πολλοί τήν ἀκοῦνε. Ἀφήνουν τόν Χριστό καί τίς ἐντολές του καί ἀκοῦνε αὐτόν. Τή χρηστολογία τοῦ διαβόλου, δηλαδή τά λεγόμενα «καλά» λόγια. Ὁ διάβολος δέ λέει ποτέ καλά λόγια, ἀλλά ἔτσι ἐμφανίζεται ὅτι θέλει τό καλό μας. Ἔτσι ἐμφανίστηκε καί στήν Εὔα. Καί τῆς λέει τί νά ταλαιπωρεῖσαι μέ ὑπακοές καί τέτοια πράγματα.. Εὔκολα πράγματα. Θά φᾶς τόν καρπό καί θά γίνεις Θεός.

Ὁ ἀρχέκακος ὄφις λοιπόν ποτέ δέν παύει νά συκοφαντεῖ στούς ἀνθρώπους τόν Θεό ὡς ψεύτη. Σοῦ λέει, ἔλα βρέ παιδί μου σιγά τώρα ὑπάρχει Δευτέρα Παρουσία, πού λένε οἱ παπάδες; Δέν ὑπάρχουν αὐτά τά πράγματα. Ἤ ὑπάρχει ἄλλη ζωή; Ἐδῶ εἶναι ἡ ζωή, ἐδῶ τελειώνουν ὅλα. Ἀκριβῶς αὐτή εἶναι ἡ συκοφαντία πού κάνει ὁ διάβολος καί σήμερα καί σοῦ προτείνει νά θεωθεῖς μόνος σου. Αὐτοβελτίωση. Αὐτοπραγμάτωση. Ἔ; Πόσες αἰρέσεις δέν τό λένε; Μ’ αὐτή τή λέξη. Μόνος σου μπορεῖς νά τά κάνεις, δέ χρειάζεσαι τόν Θεό. Σωτηρία-αὐτοσωτηρία. Μόνος σου. Δέν ὑπάρχει Σωτήρας. Δέ χρειαζόμαστε Σωτῆρες. Πόσοι ἄνθρωποι σήμερα δέν τό λένε αὐτό; Δέν χρειάζεσαι σωτῆρες; Ὅταν θά ’ρθεῖ ἡ Δευτέρα Παρουσία νά δοῦμε τί θά κάνεις τότε..

Τελικά ὁ διάβολος ἐξευτελίζεται μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς ἀγωνιστές. Χαίρεται βέβαια μ’ αὐτούς πού ὑποκύπτουν στή χρηστολογία του. Οἱ μοναχοί, ὅπως καί οἱ ἐν τῷ κόσμῳ ἀγωνιζόμενοι νομίμως λαϊκοί χριστιανοί μέ τή ζωή τους ἀποτελοῦν μιά κραυγαλέα, ἐξουδενωτική ἀπάντηση στή διαβολική χρηστολογία καί ψεύτικη καλοσύνη. Οἱ ἅγιοι, πού ὑπάρχουν καί σήμερα, διαψεύδουνε αὐτά ὅλα, τά τοῦ διαβόλου. Γιά τό λόγο αὐτό, ὁ κόσμος δέν τούς θέλει τούς ἁγίους. Δέ θέλει νά τούς βλέπει. Ἐπιπλέον καί τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ δέ θέλει νά βλέπει διότι ἀκριβῶς μέ τό πού τούς βλέπουνε διαψεύδονται οἱ ἴδιοι ὡς πρός τή ζωή τους καί ὡς πρός τά πιστεύω τους. Διαψεύδεται κι ὁ διάβολος. Ὅσοι λοιπόν πιστεύουνε καί ὑπακοῦν ἐντάσσονται σ’ αὐτό τό σωτήριο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἶναι ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου καί τό ὁποῖο γίνεται μόνο μέσα στήν ἐκκλησία.

Πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε καί αὐτό τό θέμα ὅτι ἐκτός τῆς ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία. Οἱ μοναχοί πού ζοῦνε κάπως μακριά συνήθως ἀπό τόν κόσμο εἶναι κι αὐτοί μέσα στήν ἐκκλησία. Μπορεῖ νά μήν ἐκκλησιάζονται μαζί μας, ἐδῶ στούς ναούς τῆς πόλης, ἀλλά ἔχουνε κι αὐτοί τίς δικές τους μοναστικές ἐνορίες ὅπου ἐκκλησιάζονται καί εἶναι κι αὐτοί κύτταρα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ὅσοι ζοῦνε σύμφωνα μ’ αὐτά τά θέσμια τά μοναχικά, τά ὁποῖα οὐσιαστικά εἴπαμε εἶναι ἡ συνέχεια τῶν θεσμίων – ἡ τήρηση τῶν θεσμίων τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων, εἶναι οὐσιαστικά τά πρότυπα τά εὐαγγελικά, αὐτοί καί σώζονται. Προκύπτει δηλαδή ὅτι ἡ ζωή τῶν λαϊκῶν θά πρέπει νά εἶναι μιά μίμηση τῆς ζωῆς τῶν μοναχῶν.

Γι’ αὐτό λέει κι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ὅτι οἱ μοναχοί θά πρέπει νά εἶναι φῶς καί εἶναι φῶς γιά τούς λαϊκούς. Ὅτι σωτηρία δέν ὑπάρχει παρά μόνο μέσα στήν ἐκκλησία, αὐτό ἰσχύει καί γιά τούς λαϊκούς καί γιά τούς μοναχούς. Λέει ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ ὅτι ἐκτός ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία διότι σωτηρία εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἐκκλησία. Δέν μπορεῖ κανείς νά ἔχει πατέρα τόν Θεό, ἄν δέν ἔχει μητέρα τήν ἐκκλησία. Εἶναι πολύ γνωστή ἡ ρήση τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ ἐκτός ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία. Εἶναι ξεκάθαρα πράγματα.

Καί ποιός εἶναι ἀληθινά μέλος τῆς ἐκκλησίας; Αὐτός ὁ ὁποῖος κάνει ὑπακοή. Αὐτός ὁ ὁποῖος τηρεῖ τίς ἐντολές. Μπορεῖ νά εἶσαι βαφτισμένος καί τυπικά νά εἶσαι μέλος, ἀλλά οὐσιαστικά εἶσαι μέλος; Ἤ εἶσαι σέ μιά προβληματική σχέση; Ἤ εἶσαι ἀποκομμένος; Γιατί ὁ Χριστός μᾶς εἶπε ὅτι «Ἐγώ εἶμαι ἡ ἄμπελος καί ’σεις εἶστε τά κλήματα»(Ιω. 15,5). Ἀλλά τό κλῆμα μπορεῖ νά εἶναι καί ζωντανό, μπορεῖ νά εἶναι καί νεκρό. Ἄν δέν εἶναι ἐνωμένο μέ τήν ἄμπελο, μέ τόν κεντρικό κορμό εἶναι νεκρό. Δέν παίρνει τούς ζωτικούς χυμούς. Πότε εἶσαι ἐνωμένος; Ὅταν εἶσαι τηρητής τῶν ἐντολῶν. Εἴπαμε κατ’ ἐξοχήν τηρητής τῆς πρώτης ἐντολῆς τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό μέ ὅλη σου τή διάνοια, μέ ὅλη σου τή σκέψη, μέ ὅλη σου τήν καρδιά.

Αὐτό λοιπόν εἶναι τό ἀντικείμενο τῆς Φιλοκαλίας, το πῶς ὁ ἄνθρωπος θά τηρήσει τίς ἐντολές καί κατ’ ἐξοχήν τήν πρώτη ἐντολή, ἔτσι ὥστε νά καθαρισθεῖ ἡ καρδιά καί νά γίνει πραγματικά μέτοχος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ἀληθινά θεωμένος ἄνθρωπος. «Μή νομίζετε ὅτι ἡ θέωση εἶναι κάτι», λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, «τό ὁποῖο δέν εἶναι για ὅλους. Ἀλλά» λέει -καί εἶναι συγκλονιστικό αὐτό- ὅτι ἡ θέωση ταυτίζεται μέ τή σωτηρία». Πολλοί ἀκόμη Ἅγιοι Πατέρες λένε τό ἴδιο ὅτι, γιά νά φτάσουμε στή σωτηρία, πρέπει νά φτάσουμε στή θέωση. Ἑπομένως εἶναι ἕνας σκοπός γιά ὅλους. Θά πρέπει ὅλοι νά προσπαθοῦμε νά ἔχουμε καθαρή τήν καρδιά, ἔτσι ὥστε νά πετύχουμε αὐτό τό σκοπό. Αὐτή τή θέωση.

Μιλήσαμε γιά τήν ἐπανενεργοποίηση τῆς Θείας Χάρης καί πρέπει λίγο νά τό ἐξηγήσουμε αὐτό. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς λένε ὅτι ἀπό τή στιγμή πού βαπτιζόμαστε παίρνουμε μέσα μας τή Θεία Χάρη. Παίρνουμε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὄχι τό Ἅγιο Πνεῦμα ὡς πρόσωπο ἤ ὡς οὐσία, ἀλλά ὡς ἐνέργεια. Αὐτή ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ Θεία Χάρις ὑπάρχει μέσα στήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου καί ὅσο ὁ ἄνθρωπος προσέχει καί τηρεῖ τίς ἐντολές, αὐτή ἡ ἐνέργεια εἶναι σάν μιά δυνατή φωτιά, ἡ ὁποία θερμαίνει, ζεσταίνει, εὐφραίνει τόν ἄνθρωπο καί τόν τελειοποιεῖ. Τόν ὀδηγεῖ στή θέωση. Ἀλλά δυστυχῶς αὐτή τή φωτιά δέν τήν ἔχουμε κρατήσει ἀναμμένη. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἤ σχεδόν ὅλοι, θά λέγαμε. Ἀπό τή στιγμή πού βαφτιζόμαστε καί μετά ἀπενεργοποιοῦμε αὐτή τή Χάρη. Πῶς τήν ἀπενεργοποιοῦμε; Μέ τίς ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες συσσωρεύονται ὅσο περνάει ὁ χρόνος ἐπάνω στή Χάρη καί καταντάει ἡ Χάρις νά εἶναι σάν μιά σπίθα θαμμένη κάτω ἀπό πάρα πολλούς τόνους στάχτης – τόνους παθῶν καί ἁμαρτιῶν.

Ὅλη ἡ προσπάθεια τώρα τοῦ χριστιανοῦ, εἴτε εἶναι μοναχός εἴτε εἶναι λαϊκός, εἶναι ν’ ἀποτινάξει αὐτή τή στάχτη, νά ξαναβρεῖ αὐτή τή βαπτισματική Θεία Χάρη, πού εἶναι σά σπίθα τώρα καί τρεμοσβήνει μέσα στήν καρδιά του, νά Τήν ἐπανενεργοποιήσει, ἔτσι ὥστε νά γίνει αὐτή ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμός καί ἡ θέωση μέσα στήν καρδιά του. Αὐτή τήν ἐπανενεργοποίηση τῆς Χάρης τήν κάνει ὁ χριστιανός μέ αὐτή τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Τήν ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Ὅσο κανείς ἐπικαλεῖται τ’ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ τόσο βαθαίνει μέσα στήν καρδιά του, εἰσχωρεῖ μέσα στήν καρδιά του καί τινάζει ὅλα αὐτά τά «μπάζα», ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός ὁ π. Παΐσιος, τά ὁποῖα καλύπτουν τή Θεία Χάρη. (Και) γίνονται κάποιες εὐλογημένες ἀνατινάξεις, μέχρις ὅτου νά φανερωθεῖ αὐτή ἡ σπίθα καί νά γίνει μιά λαμπρή φωτιά μέσα στόν ἄνθρωπο. Αὐτή ἡ διαρκής ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ λοιπόν εἶναι ἕνα ἀπαραίτητο ἔργο γιά ὅλους τούς χριστιανούς. (Και) Μέσα ἀπ’ αὐτή τήν ἐπίκληση ὁ ἄνθρωπος ξαναβρίσκει τή Θεία Χάρη, γιά τήν ὁποία μᾶς μίλησε ὁ Κύριος μέ παραβολές. Θυμᾶστε μιά παραβολή τοῦ πολύτιμου μαργαρίτη, ὅπου ἀναφέρει ἕναν ἔμπορο πού βρήκε ἕναν πολύτιμο μαργαρίτη καί ἐξαιτίας αὐτοῦ, πούλησε ὅλα ὅσα εἶχε καί ἀγόρασε αὐτό τό μαργαρίτη. Αὐτός ὁ πολύτιμος μαργαρίτης εἶναι ἡ Θεία Χάρις πού ὑπάρχει μέσα μας. Ἀξίζει κανείς νά πουλήσει τά πάντα γιά ν’ ἀσχοληθεῖ μ’αὐτό τό πολύτιμο μαργαρίτη πού ἔχει μέσα του.

Αὐτό τό βιβλίο λοιπόν, πού λέγεται ‘Φιλοκαλία’, μᾶς μιλάει γι’ αὐτή τήν ἐπανεύρεση τῆς Χάρης καί τήν ἐπανενεργοποίηση. Ὑπάρχει βέβαια καί ἕνα μεγάλο ἐμπόδιο σ’ αὐτή τήν προσπάθεια. Σήμερα πολλοί ἄνθρωποι κάνουν αὐτή τήν ἐργασία. Τό ἐμπόδιο αὐτό εἶναι οἱ μέριμνες. Οἱ βιοτικές μέριμνες. Ἀλλά γι’ αὐτό τό θέμα θά μιλήσουμε τήν ἄλλη φορά ἐπειδή πέρασε ὁ χρόνος μας. Τώρα ἕνα ἄς κρατήσουμε. Ἄς μποῦμε σ’αὐτή τήν προσπάθεια νά προσευχόμαστε, εἰ δυνατόν ἀδιάλειπτα, ἔτσι ὥστε νά γευτοῦμε λίγο τή Θεία Χάρη καί ἀπό ’κει καί μετά θά δεῖτε πόσο πιο εὔκολα εἶναι τά πράγματα. Πόσο πιό εὔκολα τηροῦνται καί οἱ ἐντολές. Γιατί χωρίς αὐτή τή Θεία Χάρη δέν μποροῦμε νά τηρήσουμε τίς ἐντολές. Καμία ἐντολή δέν μποροῦμε νά τηρήσουμε. Ὁ Χριστός μᾶς τό εἶπε «χωρίς Ἐμένα δέν μπορεῖτε νά κάνετε τίποτε» (Ιω. 15,5). Ἔτσι; Ὁ Χριστός εἶναι μέσα μας, ἀλλά πρέπει νά Τόν βροῦμε καί νά Τοῦ ζητήσουμε τή βοήθεια καί τή συνδρομή Του. Ὁ Θεός νά τό δώσει γιά ὅλους μας.

Λοιπόν αὐτά ἤθελα νά σᾶς πῶ. Ἔχετε κάτι νά ρωτήσετε πάνω σ’ αὐτά; Ἴσως θά ’χετε πολλές ἀπορίες. Πιστεύω σιγά σιγά νά ξεδιαλυθοῦν μέ τά ἐπόμενα μαθήματα.

– Ναί. Ὁρίστε.

– Ἤθελα νά ρωτήσω δύο πράγματα. Γιατί ὅταν ὁ Ὄθωνας, ὅπως εἴπατε, ὅταν ἦρθαν οἱ Δυτικοί ἀσχολήθηκε μέ τό νά κλείσει τά μοναστήρια τή στιγμή πού οἱ χριστιανοί εἶναι ὄφελος γιά τό κράτος, γιατί εἶναι μαθημένοι στήν ὑπακοή, εἶναι ἐργατικοί, γενικά εἶναι πρόθυμος, συνεργάσιμος κόσμος καί τό δεύτερο πού θά ἤθελα, ἄν μπορεῖτε, ν’ ἀναλύσετε αὐτό πού εἴπατε κάποια στιγμή βιαστικά «νομίμως ἀθλήσαντες». Τό νά ἀθλοῦμαι νομίμως τί ἀκριβῶς ἐννοοῦμε;

– Νά ἀρχίσουμε ἀπό τό δεύτερο. Ἡ νόμιμη ἄθληση εἶναι ἡ ἐν ὑπακοή ἄθληση. Ὅταν εἴμαστε στήν ὑπακοή ἀσκούμαστε καί ἀθλούμαστε νομίμως. Ἔτσι; Ὅλα τ’ ἄλλα πού κάνουμε μόνοι μας εἶναι ἄνομα. Δηλαδή δέν ἔχουν εὐλογία, ὅπως λέμε. Ἄν κανείς ἔχει εὐλογία γιά αὐτό πού κάνει, τότε νομίμως ἀθλεῖται. Αὐτό εἶναι ἡ νόμιμη ἄθληση. Δηλαδή ἡ ἄθληση πού εἶναι σύμφωνη μέ τό νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ποιός θά μᾶς τόν πεῖ τό νόμο τοῦ Θεοῦ; Ὁ πνευματικός μας. Θά πάρουμε εὐλογία καί θά προχωρήσουμε.

Τώρα… γιατί ὁ Ὄθωνας καί ὅλοι αὐτοί οἱ Βαυαροί -καί ὄχι μόνο- καί οἱ δικοί μας, οἱ ὁποῖοι συμπράξανε μ’ αὐτούς, οἱ λεγόμενοι ‘διαφωτιστές’, νεοέλληνες διαφωτιστές, μέ ἐπικεφαλής τόν Κοραή κάνανε ὅλα αὐτά ἐναντίον τῶν μοναστηριῶν, πολύ ἁπλά διότι κινοῦνταν ἀπό τό πνεῦμα τοῦ πονηροῦ. Τό πνεῦμα τοῦ πονηροῦ δέ θέλει νά προοδεύει ὁ ἄνθρωπος. Οὔτε τά κράτη καί τά ἔθνη θέλει νά προοδεύουνε. Οὔτε ὑλικά ἀκόμα, πολύ περισσότερο πνευματικά. Δέ θέλει. Ὄντως εἶναι ἀλήθεια αὐτό πού εἴπατε καί τό κατάλαβε πολύ καλά ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος. Ὅτι οἱ χριστιανοί καί ἡ Ὀρθοδοξία φτιάχνει σωστούς πολίτες. Σήμερα ἀκοῦμε πολίτες.. πολίτες.. καί θέλουμε καλούς πολίτες.. Ἔ ἅμα θέλετε καλούς πολίτες, θά πρέπει νά βοηθήσετε τήν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία βγάζει καλούς πολίτες κανένας ἄλλος. Ὅλα τ’ ἄλλα τά συστήματα κακούς πολίτες θά βγάλουνε. Μέ τόν τρόπο αὐτό πού εἶναι σήμερα δομημένα καί λειτουργοῦν. Διότι χωρίς τόν Χριστό δέ μπορεῖ νά γίνει τίποτα καλό. Ξεκάθαρα πράγματα. Ὅλα τ’ ἄλλα εἶναι κοσμικά -ἄς ποῦμε- κατασκευάσματα καί ποτέ δέ μποροῦν νά βγάλουν κάτι καλό, ἐφόσον θέλουν νά μένουν μακριά ἀπ’ τόν Χριστό.

Ποιός σήμερα ἀπ’ τούς πολιτικούς μας μιλάει γιά τόν Χριστό; Πέστε μου. Ἀληθινά δηλαδή καί γνήσια καί σωστά. Δέν τολμοῦν νά ποῦνε γιά τόν Χριστό. Ἴσως μερικοί λένε νεφελωδῶς γιά τό Θεό. Ἑπομένως ἡ αἰτία εἶναι αὐτή, πίσω κρύβεται ὁ δαίμονας. Οἱ Βαυαροί εἶναι προτεστάντες, αἰρετικοί δηλαδή, οὐσιαστικά κι αὐτοί αὐτό ὑπηρετοῦσαν καί ὑπηρετοῦν. Ἔτσι ὅλα τ’ ἄλλα πού λέμε ὅτι θεωροῦν πώς τά μοναστήρια δέν προσέφεραν τίποτε.. αὐτά ἦταν προφάσεις.

Ἄν κάτι χρειάζεται ὁ κόσμος σήμερα, χρειάζεται προσευχή πάνω ἀπ’ ὅλα. Πάντα τή χρειαζόταν. Ἡ προσευχή εἶναι αὐτή ἡ ὁποία στηρίζει ὅλο τόν κόσμο. Ἀλλά γιά τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό αὐτό εἶναι ἀκατανόητο. Σοῦ λέει «Τί κάνει αὐτός πού προσεύχεται; Δέν κάνει τίποτα. Δέν προσφέρει τίποτα». Μά, τά σχέδια σήμερα τῶν παγκοσμιοποιητῶν ὡς μόνο ἐμπόδιο αὐτό ἔχουνε, τήν ὀρθοδοξία. Οἱ μόνοι πού ἀντιστέκονται. Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἔχουνε ὑποκύψει. Βλέπετε, συζητᾶμε γιά τήν Κάρτα τοῦ πολίτη καί ὅλα αὐτά.. Λοιπόν, ὅλοι ὑποκύπτουν. Οἱ ὀρθόδοξοι μόνο ἀντιστέκονται, διότι ὁ χριστιανός, ὁ ὀρθόδοξος εἶναι ἐλεύθερος καί θέλει νά παραμείνει ἐλεύθερος. Δέν πουλάει τήν ἐλευθερία του. Δέ γίνεται δοῦλος καθενός. Γιατί μᾶς τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός «μὴ γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων» (Α΄Κορ.7,23). Αὐτοί μᾶς θέλουνε νά γίνουμε δοῦλοι σάν τά τσιπαρισμένα ζώα στό παγκόσμιο στάβλο. Μᾶς θέλουνε ἔτσι. Ὄχι δέν θά γίνουμε. Γι’ αὐτό προσπαθοῦνε νά μᾶς γονατίσουνε μέ δυσβάσταχτα φορτία.

– Πάτερ, ἔχω δύο ἀπορίες. Ἡ μία εἶναι:

– Πῶς μποροῦμε νά φτάσουμε στή θέωση ἀφοῦ μέχρι νά πεθάνουμε εἴμαστε στήν κάθαρση; Καί δεύτερον :

– Ὅλοι οἱ πνευματικοί – ἐξομολόγοι εἶναι Γέροντες πού λένε τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ; Αὐτά. Εὐχαριστῶ.

– Ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμός, ἡ θέωση δέν εἶναι κουτάκια κλειστά καί στεγανά. Βλέπετε, ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου πόσο εὔκολα πηγαίνει ἀπό τό ναδίρ στό ζενίθ. Μπορεῖ νά εἶσαι στή θέωση καί μετά νά πᾶς στόν πάτο. Βλέπετε, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος στό ὄρος Θαβώρ, εἶχε ἐμπειρία θεώσεως. Μετά…ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Βέβαια ἦταν δικαιολογημένος γιατί ἦταν πρίν τή Βάφτισή του. Πρίν πάρει τό Ἅγιο Πνεῦμα στή Πεντηκοστή. Ἐμεῖς εἴμαστε ἀδικαιολόγητοι γιατί τό παθαίνουμε μετά τή Βάφτισή μας.

Θέλω νά πῶ ὅτι μποροῦμε νά προχωρήσουμε μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ -πάντοτε- (καί νά φτάσουμε;;). Ἐφόσον μᾶς τά δίδαξαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου. Οὐσιαστικά ἡ κάθαρση, πού προηγεῖται βέβαια τῆς θέωσης, εἶναι ἡ μετάνοια. Ξεκινᾶ κανείς ἀπ’ τή μετάνοια καί ὅσο καθαρίζεται, τόσο φωτίζεται. Κι ὅσο φωτίζεται, τόσο ἐλλάμπεται καί θεώνεται ὁ ἄνθρωπος. Ἔτσι; Ἐπομένως δέν εἴμαστε συνεχῶς στήν κάθαρση. Ἡ κάθαρση ἀμέσως σέ πάει στό φωτισμό καί ὁ φωτισμός καί στή θέωση. Ἐκεῖνο πού πρέπει νά προσέχει κανείς εἶναι νά ἔχει μιά σταθερότητα. Γιατί μπορεῖ νά φτάσεις στή θέωση καί νά τή χάσεις πολύ εὔκολα καί νά ’χεις ἐμπειρίες θέωσης καί πάλι νά χαθεῖς, νά μή σωθεῖς. Γιατί ἀκριβῶς δέν πρόσεξες. Ποιό εἶναι ὅμως τό στοιχεῖο αὐτό πού θά σοῦ δώσει τή σταθερότητα; Εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Πρέπει κανείς νά ἔχει βαθιά ταπεινοφροσύνη, ὥστε νά ἔχει συνεχῶς αὐτή τήν κατάσταση τῆς θέωσης, ὅσο εἶναι δυνατό βέβαια στόν ἄνθρωπο.

Και γιά τό ἄλλο, πού εἴπατε ἄν οἱ πνευματικοί εἶναι καί Γέροντες…φυσικά ὄχι! Ὑπάρχουν καί πνευματικοί πού δέν εἶναι πνευματικοί, δηλαδή δέν ἔχουν Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν τό λέω ἐγώ, τό λέει ὁ Ἅγιος ΣυμεὼνΝέος Θεολόγος ἀπό τό 1000 μ.Χ. ἀκόμα. Πρίν χίλια χρόνια. (καί στήν ἐποχή του;). Ὄχι μόνο δέν ἔχουνε Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά καί συκοφαντοῦν ἀκόμα αὐτούς πού ἔχουν Ἅγιο Πνεῦμα. Καί σήμερα γίνεται αὐτό. Οἱ πραγματικοί Ἅγιοι συκοφαντοῦνται ἀπό τούς «ἀνθρώπους τῆς ἐκκλησίας», πού μπορεῖ νά τό παίζουν καί πνευματικοί. Ἀλλά εἶναι χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ν’ ἀποκαλοῦνε τούς ἄλλους φανατικούς -ξέρω ’γω- ὅπως ἀποκαλοῦσαν καί τόν Ἅγιο Συμεὼν τό Νέο Θεολόγο. Ἤ πλανεμένους κλπ κλπ. Γι’ αὐτό θά πρέπει νά ’χουμε διάκριση σέ ποιούς πηγαίνουμε καί σέ ποιούς ἐμπιστευόμαστε τήν ψυχή μας.

– Εἴπατε πρίν ὅτι γιά κάποιον πού δέν εἶναι καθαρός -νά τό πῶ ἔτσι- μπορεῖ νά εἶναι κατάκριμα ἡ προσευχή. Ὅμως πῶς θά καθαρισθοῦμε χωρίς προσευχή; Δηλαδή ἀπό τή στιγμή πού ὁ Χριστός εἶπε «Ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ιωάν. 15,4). Ὅλα τά καλά πού γίνονται μέσω ἡμῶν, γίνονται ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, ἄς μιλήσω προσωπικά, περιμένω νά καθαρισθῶ πρῶτα γιά νά ἐπικαλοῦμαι τόν Κύριο -φοβᾶμαι ὅτι ποτέ δέ θά γίνει αὐτό. Ἑπομένως εἶναι λάθος ἐμεῖς ἤ κάποιοι ἀπό ’μας, πού εἴμαστε ἀκόμα βρώμικοι, εἴμαστε πολύ ἁμαρτωλοί, ἀκόμη παλεύουμε μέ πάθη, ἀγωνιζόμαστε νά τηρήσουμε τίς ἐντολές ἀλλά κάποιες φορές ἔχουμε πτώσεις.. δέν θα προσευχόμαστε στόν Χριστό; Δέν θά ἐλπίζουμε σ’ Αὐτόν ὅτι μέ τ’ ὄνομά Του, μέ τή συνεχή μνήμη Του, μέ τήν ἐπίκλησή Του να μᾶς βοηθήσει σάν ὅπλο νά καταφέρουμε, μέ τή βοήθειά Του νά καθαρισθοῦμε γιατί δέν μποροῦμε νά τό κάνουμε χωρίς Αὐτόν. Αὐτό εἶναι κατάκριμα;

– «Καὶ ἡ προσευχὴ αὐτοῦ γενέσθω εἰς ἁμαρτίαν» (ψαλμ.108), τό ἔχετε ἀκούσει; Νά γίνεται ἡ προσευχή ἁμαρτία; Γίνεται. Οἱ Φαρισαῖοι ὅταν προσευχόντουσαν ἦταν εἰς κατάκριμα ἤ δέν ἦταν; Εἰς κατάκριμα ἦταν ἡ προσευχή τῶν Φαρισαίων. Γιατί; Γιατί δέν εἶχαν ὑπακοή στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Τί νά λέω στό Θεό ἀπό τό πρωί ὡς τό βράδυ ‘Κύριε, Κύριε ἐλέησέ με’ καί νά μήν τηρῶ τίς ἐντολές Του. Νά μήν τίς τηρῶ. Ἔ, τότε γίνεται κατάκριμα. Ἔτσι; Νά τό κάνω «πρὸς τὸ θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις» (Ματθ.23,5), ὅπως τό ἔκαναν οἱ Φαρισαῖοι. Ἤ νά τό κάνω γιά νά νιώσω ἐγώ καλά, ὅτι τό ’κανα κι αὐτό. Ἔκανα τίς προσευχές μου. Ἔκανα τόσες προσευχές, θά τό πῶ καί στίς φίλες μου ἐνδεχομένως. Ἔτσι; Δέν ἔχω κάποιον ὑπόψη μου, μή πάει τό μυαλό σας σέ κάποιον ἤ σέ κάποια. Ἀλλά θέλω νά πῶ ὅτι μπορεῖ νά γίνει καί ἡ προσευχή – κατάκριμα, ὅπως καί ἡ Θεία Κοινωνία γίνεται κατάκριμα. Ἔτσι;

Ἐκεῖνο πού εἶναι ἀναγκαίο καί ἀπαραίτητο εἶναι ἡ στοιχειώδης ταπεινοφροσύνη πού μεταφράζεται σέ στοιχειώδη ὑπακοή. Πολλές φορές -πῶς νά τό πῶ- στενοχωριέμαι στήν ἐξομολόγηση. Ὄχι γιά ἄλλο λόγο, γιατί βλέπω δέν ὑπάρχει ὑπακοή, διάθεση ὑπακοῆς. Πάλι σᾶς λέω δέν ἔχω κάποιον ὑπόψη μου. Ἔτσι; Ἀλλά τό λέω γενικῶς, ὡς κραυγή -ἄν θέλετε- ἑνός πνευματικοῦ. Νά λές στόν ἄλλον καί νά μήν πείθεται καί νά παλεύεις οὐσιαστικά. Νά γίνεται μιά πάλη ἡ ἐξομολόγηση. Γιατί δέ θέλει νά κάνει ὑπακοή. Κατά τά ἄλλα μπορεῖ νά κάνει πολλές προσευχές, νά θέλει νά κοινωνάει καί κάθε μέρα κλπ, κλπ. Ἔ, δέν ὠφελεῖται… μάλλον βλάπτεται ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα. Γιατί ἔχει πολλά ἐργαλεῖα, ἀλλά δέν τά χρησιμοποιεῖ σωστά. Τά χρησιμοποιεῖ γιά νά καταστραφεῖ.

Ἐκεῖνο πού θέλει ὁ Θεός, τό ἔχει πεῖ ξεκάθαρα, ‘θέλω τήν καρδιά σου’ (Παρ. 23,26). Δέ μᾶς εἶπε θέλω νηστεῖες, θέλω προσευχές, θέλω γονυκλισίες, θέλω ν’ ἀνάβεις τά καντήλια σου κάθε μέρα, τίς μεγάλες λαμπάδες σου, τά τάματα…Ὄχι. Τήν καρδιά σου θέλω. Μπορεῖς νά μοῦ δώσεις τήν καρδιά σου; Δηλαδή τό θέλημά σου. Αὐτό θέλω. Θέλω νά Μέ θέλεις. Θέλω νά θέλεις ὅ,τι θέλω. Αὐτό θέλει ὁ Θεός. Μπορεῖς νά τό κάνεις αὐτό; Κάνε αὐτό καί μετά ὅλα τ’ ἄλλα θά ’ρθουν ἀπό μόνα τους. Καί οἱ πολλές προσευχές καί ὅλα αὐτά θά ’ρθουνε. Γιατί μετά θ’ ἀγαπήσεις κι ὅταν ἀγαπᾶς θά σοῦ βγαίνει πολύ φυσικό νά μιλᾶς σ’ αὐτόν πού ἀγαπᾶς. Ἐμεῖς πᾶμε λίγο ἀνάποδα..

Δέν λέω, ἄς ποῦμε, ὅτι εἶναι λάθος νά προσπαθοῦμε καί νά προσευχόμαστε καί νά κάνουμε μετάνοιες καί νά νηστεύουμε.. Δέν εἶναι λάθος. Ἀλλά μή ξεχνᾶμε το βασικό, πού εἶναι τό δόσιμο τῆς καρδιάς. Αὐτό πού θά μᾶς πεῖ ὁ Κύριος τώρα στό εὐαγγέλιο τοῦ Σταυροῦ, ν’ ἀπαρνηθεῖς τόν ἑαυτό σου. Δηλαδή τό θέλημά σου.

Ξέρετε πόσοι ἄνθρωποι ἔρχονται καί μοῦ κάνουν διδασκαλία στήν ἐξομολόγηση; Καί τούς ἀκούω. Τί νά κάνω; Δηλαδή κάνω ὑπακοή.. Ναί! Λοιπόν, ἀντί νά πᾶνε στόν πνευματικό καί νά τοῦ πεῖς «λάλει, Κύριε καί ὁ δοῦλός σου ἀκούει» (Α Βασ. 3,9). Αὐτό πρέπει νά πεῖς. Γίνεται τό ἀντίθετο ἔτσι; Λαλεῖ δοῦλος καί ἀκούει ὁ Κύριος. Τί νά κάνει; Ναί. Κάνουμε τό δάσκαλο καί στό Θεό δηλαδή. Καί λέμε γιατί Θεέ μου ἐσύ δέν τό καταλαβαίνεις ἀφοῦ αὐτό εἶναι, αὐτό πρέπει νά κάνεις. Λοιπόν, τά λέμε λίγο ἀστεῖα, ἀλλά εἶναι τραγικά. Γι’ αὐτό δέν προχωρᾶμε. Γιατί ὁ καθένας κρατάει τό θέλημά του. Κι ἄς λέει ὁ πνευματικός, ἄς λένε (δεν ακούγεται καθαρά 1:14:51) στά κηρύγματα.. «Ἐγώ θά κάνω αὐτό πού θέλω».

Ἀπό αὐτούς πού ἔρχονται ἐδῶ, ὁ καθένας ξέρει γιατί ἔρχεται.  Ἔρχεσαι ν’ ἀκούσεις τό λόγο τοῦ Θεοῦ ἤ μήπως ἔρχεσαι γιά ἄλλο λόγο; Μπορεῖ καί νά ἔρχεσαι γιά ἄλλο λόγο. Γιά ἄλλους λόγους. Δέν ξέρω. Ὁ καθένας ξέρει. Γιατί πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς καί γιατί πᾶς νά προσευχηθεῖς ἀκόμα. Γιά ποιό λόγο πᾶς; Γιατί πᾶς στήν ἐκκλησία; Μήπως πᾶς ἰδιοτελῶς; Γιά νά ἰκανοποιήσεις κάποια δική σου «ψυχολογική» ἀνάγκη; Ἤ γιά νά βολευτεῖς ἤ γιά νά βολέψεις τό παιδί σου.. χίλια δυό πράγματα. Ἔτσι; Δέν τό ἐξετάζουμε τί μπορεῖ νά ’ναι. «Υἱέ, δός μοι σήν καρδίαν» (Παρ.23,26). Ἔδωσες τήν καρδιά σου στό Χριστό; Αὐτό θέλει ὁ Χριστός. Καί τή θέλει καθαρή. Σ’ αὐτό τό σημεῖο πρέπει νά προσέξεις γιά νά κρατήσεις καθαρή τήν καρδιά. Ἐδῶ βοηθᾶν ὅλα τά παραπάνω, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν καί ὅλες αὐτές οἱ ἀσκήσεις. Ἀλλα μήν τίς κάνουμε σκοπό. Δέν εἶναι σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς οὔτε οἱ νηστεῖες, οὔτε οἱ πολλές προσευχές, οὔτε οἱ μετάνοιες. Ὁ σκοπός εἶναι ὁ Χριστός. Τό δόσιμο τῆς καρδιᾶς καθαρῆς στό Χριστό. Αὐτό.

Ἐντάξει. Νά κάνουμε προσευχή.

 

 

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

http://hristospanagia3.blogspot.gr/