Κυριακή της Αποκρέω (Ματθ. κε΄31-46) 

Αγίου Ιωάννου ,αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, του Χρυσοστόμου 

Ὑπόμνημα εἰς τόν

γιον Εὐαγγελιστὴν Ματθαῖον, ὁμιλία ΟΘ΄(απόσπασμα)

  «Όταν δε έλθει ο υιός του ανθρώπου με όλη τη δόξα του Πατρός Αυτού και μαζί με Αυτόν όλοι οι άγιοι άγγελοι, τότε θα καθίσει», λέγει, « στον θρόνο του, τον λαμπρό και ένδοξο και θα χωρίσει τα πρόβατα από τα ερίφια· και τους μεν θα τους αποδεχτεί, επειδή όταν Αυτός πεινούσε, Τον έθρεψαν, και όταν Αυτός διψούσε, Του έδωσαν νερό να πιει, και όταν Αυτός ήταν ξένος, Τον φιλοξένησαν και Τον περιποιήθηκαν, και όταν Αυτός ήταν γυμνός Τον έντυσαν, και όταν ήταν ασθενής, Τον επισκέφθηκαν, και όταν βρισκόταν στη φυλακή, πήγαν να Τον δουν. Και θα τους δώσει ως ανταμοιβή την ουράνια Βασιλεία. Όσους όμως έκαναν τα αντίθετα, θα τους στείλει στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμασθεί για το διάβολο και τους πονηρούς αγγέλους του.»

 α΄. Την περικοπή αυτή τη γλυκύτατη, στην οποία δεν παραλείπουμε διαρκώς να επανερχόμαστε, και με την οποία ολοκληρώνεται πολύ ορθώς ο λόγος, ας την ακούσουμε τώρα με κάθε προσοχή και κατάνυξη μεγάλη. Διότι σ’ αυτήν γίνεται πολύς λόγος για φιλανθρωπία και την ελεημοσύνη. Για το θέμα αυτό και προηγουμένως μίλησε γι’ αυτή με διάφορους τρόπους, ενώ εδώ ομιλεί σαφέστερα και εμφαντικότερα, καθώς δεν παρουσιάζει εδώ δύο ή τρία ή πέντε πρόσωπα, αλλά ολόκληρη την οικουμένη. Μολονότι στην πραγματικότητα, και οι προηγούμενες περικοπές, οι οποίες ανέφεραν δύο πρόσωπα, δεν εννοούσαν ακριβώς δύο μόνο, αλλά δύο κατηγορίες ανθρώπων, όσους παρακούουν στις θείες εντολές και όσους υπακούουν.

Αλλά εδώ χρησιμοποιεί λόγο πιο φρικώδη και διαυγή. Γι’ αυτό δεν λέγει, λοιπόν, « η Βασιλεία ομοιάζει», αλλά ολοφάνερα παρουσιάζει τον εαυτό Του, λέγοντας «Όταν έρθει ο Υιός του ανθρώπου με όλη τη δόξα Του». Γιατί τώρα ήρθε περιφρονημένος, ήλθε μέσα σε ύβρεις και προσβολές. Τότε όμως θα κάθεται στον θρόνο της δόξας Του. Και μάλιστα μνημονεύει αδιάκοπα τη δόξα Του. Επειδή πλησίαζε ο καιρός της Σταύρωσης, η οποία εθεωρείτο ατιμωτική, γι’ αυτό ενισχύει τον ακροατή και φέρνει μπροστά στα μάτια του το δικαστήριο και στήνει γύρω από αυτό ολόκληρη την οικουμένη. Και δεν κάνει τον λόγο τρομερό μόνο με τον τρόπο αυτό, αλλά και με το να παρουσιάζει τους ουρανούς να αδειάζουν· γιατί θα είναι μαζί Του όλοι οι άγγελοι, λέγει, για να μαρτυρούν πόσες υπηρεσίες πρόσφεραν σαν απεσταλμένοι του Δεσπότου για τη σωτηρία των ανθρώπων.

 Αλλά και από κάθε άποψη θα προκαλεί φρίκη η ημέρα τότε εκείνη. Έπειτα λέγει: «Θα συναχθούν όλα τα έθνη», δηλαδή ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. «Και θα διαχωρίσει τους μεν από τους δε, καθώς ο βοσκός τα πρόβατα». Διότι τώρα δεν είναι χωρισμένοι, παρά όλοι μαζί ανακατεμένοι, ενώ τότε θα γίνει ο χωρισμός με κάθε ακρίβεια. Και στην αρχή τους τοποθετεί χωριστά και τους φανερώνει από τον τόπο στον οποίο τους τοποθετεί . Έπειτα όμως δείχνει τον χαρακτήρα και τη διαγωγή του καθενός με το όνομα που τους δίνει: τη μια κατηγορία την ονομάζει «ερίφια», την άλλη «πρόβατα», για να δείξει πόσο άκαρποι είναι οι πρώτοι –γιατί κανένα όφελος δεν μπορεί να προέλθει από τα ερίφια· και τη μεγάλη καρποφορία των άλλων- γιατί είναι μεγάλο το εισόδημα των προβάτων, μαλλί και γάλα και μικρά, που δεν μπορεί το ερίφι να δώσει. Τα ζώα όμως, τα οποία δεν έχουν λογικό, είναι από τη φύση τους αποδοτικά ή μη, ενώ οι άνθρωποι από την ελεύθερη προαίρεσή τους και γι’ αυτό άλλοι τιμωρούνται κι άλλοι στεφανώνονται.

Και δεν τους επιβάλλει τιμωρία νωρίτερα, παρά μέχρις ότου τούς κρίνει ως δικαστής. Και αφού τους στήσει απέναντί Του, απαριθμεί τις αξιόποινες πράξεις τους. Αυτοί βέβαια μιλούν με ήπιο τόνο στη φωνή τους, αλλά κανένα όφελος δεν τους απομένει πια. Πολύ εύλογα, γιατί περιφρόνησαν ένα τόσο αξιοπρόσεκτο πράγμα, για το οποίο έπρεπε με κάθε τρόπο να φροντίζουν. Γιατί και οι προφήτες παντού και πάντοτε έλεγαν: «λεος θέλω κα ο θυσίαν (:Ευσπλαχνία απέναντι στους συνανθρώπους σας θέλω και όχι τυπικές θυσίες»[Ωσηέ, 6,6]. Και ο Νομοθέτης σ’ αυτό [δηλαδή στην ελεημοσύνη] τους παρακινούσε με κάθε τρόπο, και με λόγια και με έργα. Και η ίδια η φύση αυτό μας υπεδείκνυε.

Πρόσεξε δε ότι αυτοί δεν έχουν να παρουσιάσουν μόνο ένα και δύο καλά έργα, αλλά κανένα καλό έργο· διότι όχι μόνο δεν Του έδωσαν τροφή όταν πεινούσε, ούτε Τον έντυσαν όταν ήταν γυμνός· δεν έκαναν όμως ούτε το ελαφρότερο, μια επίσκεψη δηλαδή όταν ήταν άρρωστος. Πρόσεξε πόσο ελαφρά καθήκοντα εντέλλεται. Δεν είπε: «Ήμουν στη φυλακή και με αποφυλακίσατε, άρρωστος και με κάνατε υγιή», αλλά «με επισκεφτήκατε και ήρθατε σε μένα». Αλλά ούτε και ως προς την πείνα ήταν βαρύ και δύσκολο αυτό που παράγγελνε. Δε ζητούσε πλούσιο τραπέζι, αλλά μόνο την αναγκαία τροφή και μάλιστα με τη μορφή ενός αξιολύπητου ικέτη.

Ώστε όλα ήσαν αρκετά για να τους καταδικάσουν: το εύκολο πράγμα που ζητούσε: λίγο ψωμί· η αξιολύπητη όψη εκείνου που το ζητούσε : ήταν φτωχός· η συμπάθεια της κοινής φύσης Του με αυτούς, αφού ήταν άνθρωπος· η περιπόθητη υπόσχεση : υποσχέθηκε τη Βασιλεία· η φοβερή τιμωρία: απειλούσε με τη γέεννα του πυρός· το αξίωμα Εκείνου που τα δεχόταν: ήταν Θεός αυτός που λάμβανε την ελεημοσύνη, μέσω των φτωχών· η υπερβολική τιμή: έκρινε ότι άξιζε να ταπεινωθεί τόσο· το δίκαιο της χορηγήσεως: έπαιρνε από τα δικά Του.

Απέναντι σε όλα αυτά, η φιλαργυρία έκαμε τυφλά καθ’ ολοκληρίαν τα θύματά της και αυτό ενώ επικρεμόταν τόσο μεγάλη απειλή . Γιατί και πιο πάνω λέγει ότι αυτοί που δε δέχονται να βοηθήσουν όσους έχουν ανάγκη, θα πάθουν χειρότερα από τους κατοίκους των Σοδόμων( «μν λέγω μν, νεκτότερον σται γ Σοδόμων κα Γομόῤῥας ν μέρ κρίσεως τ πόλει κείνῃ(:Σας διαβεβαιώνω ότι περισσότερο επιεικής θα είναι η τιμωρία, κατά την μεγάλη εκείνη ημέρα της κρίσεως, για τους κατοίκους της χώρας των Σοδόμων και Γομόρρας, παρά για τους κατοίκους της πόλεως εκείνης, που αρνήθηκε να σας δεχθεί.)[Ματθ.10,15].

Και εδώ επαναλαμβάνει· «φ᾿ σον οκ ποιήσατε ν τούτων τν λαχίστων, οδ μο ποιήσατε(: αφού δεν πράξατε κάτι καλό για να εξυπηρετήσετε έναν από αυτούς τους αδελφούς μου, που ο κόσμος θεωρεί μικρούς και ασήμαντους μέσα στην κοινωνία( « λαχίστους»), ούτε σ’ Εμένα δεν το πράξατε»). Τους ονομάζει «αδελφούς Του»; Και πώς τους αποκαλεί « λαχίστους »; Γι’ αυτό ακριβώς είναι αδελφοί του Κυρίου Ιησού Χριστού, επειδή είναι ταπεινοί,επειδή είναι φτωχοί, επειδή είναι περιφρονημένοι. Διότι αυτούς κατεξοχήν τους ανθρώπους καλεί να τους κάμει αδελφούς Του, τους αφανείς, τους ευκολοκαταφρόνητους· δεν εννοεί εδώ μόνο τους μοναχούς και όσους έχουν καταφύγει στα βουνά ως ασκητές, αλλά κάθε πιστό. Έστω κι αν είναι κοσμικός· εφόσον όμως είναι πεινασμένος και νηστικός και γυμνός και ξένος, ο Κύριος επιθυμεί να απολαύσει ένας τέτοιος στερημένος άνθρωπος όλη τη φροντίδα μας· διότι αδελφό μας τον κάνει το βάπτισμα και η κοινωνία των θείων μυστηρίων.

Έπειτα, για να δεις και από άλλη πλευρά το δίκαιον της αποφάσεως, προηγουμένως εκείνους επαινεί, αυτούς που έχουν κατορθώσει τα αγαθά έργα και λέει: «∆εῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν πρὸ καταβολῆς κόσμου. Ἐπείνασα γὰρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν·(: ελάτε σεις οι ευλογημένοι του Πατρός μου και κληρονομείστε την βασιλεία των ουρανών, η οποία έχει ετοιμασθεί για σας από τότε που θεμελιωνόταν ο κόσμος. Διότι πείνασα και μου δώσατε να φάω…), και όλα τα παρακάτω.

Για να μην ισχυρίζονται ότι «δεν είχαμε για να ελεήσουμε», τους καταδικάζει μετά από σύγκριση με τους συνανθρώπους τους· όπως ακριβώς τις παρθένες κατόπιν συγκρίσεως με τις άλλες παρθένες(Ματθ.25,1-13),και τον δούλο που μεθούσε και έτρωγε σε υπερβολικό βαθμό εν συγκρίσει με τον πιστό δούλο(Ματθ.24,45-51), και αυτόν που έκρυψε το τάλαντο, εν αντιθέσει με εκείνον που πρόσφερε δύο τάλαντα (Ματθ. 25,14-30) και τον καθένα που αμαρτάνει συγκριτικά προς όσους έχουν επιτύχει να κάνουν θεάρεστα έργα. Και άλλοτε η σύγκριση αυτή γίνεται μεταξύ ίσων, όπως στην περίπτωση αυτή και των παρθένων, άλλοτε πάλι είναι γίνεται από το περίσσευμα, όπως όταν λέει: «νδρες Νινευται ναστήσονται ν τ κρίσει μετ τς γενες ταύτης κα κατακρινοσιν ατήν, τι μετενόησαν ες τ κήρυγμα ων, κα δο πλεον ων δε. βασίλισσα νότου γερθήσεται ν τ κρίσει μετ τς γενες ταύτης κα κατακρινε ατήν, τι λθεν κ τν περάτων τς γς κοσαι τν σοφίαν Σολομνος, κα δο πλεον Σολομνος δε. (: στη μέλλουσα κρίση θα αναστηθούν μαζί με την γενεά αυτήν άνδρες Νινευίτες και θα την καταδικάσουν, διότι εκείνοι μετανόησαν με το κήρυγμα του Ιωνά. Η σημερινή όμως γενεά μένει σκληρή και αμετανόητη, μολονότι εδώ γίνονται και λέγονται πολύ περισσότερα και ανώτερα από όσα είπε και έκαμε τότε ο Ιωνάς. Η βασίλισσα της νότιας χώρας Σαβά, θα αναστηθεί κατά την μεγάλη εκείνη ημέρα της κρίσεως μαζί με την γενεά αυτήν και θα την καταδικάσει, διότι ήλθε από τα πέρατα της γης να ακούσει την σοφία του Σολομώντος. Και ιδού ότι εδώ είναι κάτι το ασυγκρίτως ανώτερο από τον Σολομώντα. (Είμαι εγώ, η ενσάρκωση αυτής ταύτης της θείας Σοφίας).»[Ματθ. 12,41-42].

Και πάλι για τη σύγκριση μεταξύ ίσων, λέγει: «δι τοτο ατο κριτα σονται μν(:Για τον λόγο αυτό αυτοί(τα πνευματικά σας τέκνα) θα σας καταδικάσουν για την μοχθηρία σας και την υποκρισία σας)»[Ματθ.12,27]· ενώ για τη σύγκριση από το ανώτερο, λέγει: «οκ οδατε τι γγέλους κρινομεν; μήτιγε βιωτικά;(: Δεν γνωρίζετε, ότι εμείς οι πιστοί θα δικάσουμε και αυτούς ακόμα τους πονηρούς αγγέλους, τον διάβολο και τα πονηρά πνεύματα; Και δεν είμαστε, λοιπόν, ικανοί να διακρίνουμε και να αποδώσουμε το δίκαιο σε υποθέσεις βιωτικές;)»[Α΄Κορ.6,3].

Και σε αυτήν την περικοπή βέβαια η σύγκριση γίνεται μεταξύ ίσων, διότι συγκρίνει πλούσιους με πλούσιους, και φτωχούς με φτωχούς. Αποδεικνύει δε ότι η καταδικαστική απόφαση εκδίδεται δικαίως όχι μόνο από αυτό, από το ότι δηλαδή οι συνάνθρωποί τους το έχουν κατορθώσει αυτό, αν και ήσαν στην ίδια κατάσταση, αλλά και από το ότι δεν υπάκουσαν ούτε σε αυτά, στα οποία η φτώχεια δεν ήταν καθόλου εμπόδιο· όπως, για παράδειγμα, το να δώσουν νερό στον διψασμένο, να δουν τον φυλακισμένο, να επισκεφθούν τον άρρωστο.

Αφού λοιπόν έπλεξε το εγκώμιο των δικαίων, δείχνει πόσο η αγάπη και η στοργή Του γι’ αυτούς προερχόταν από ψηλά. «Ελάτε», τους λέει, «οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήσετε την βασιλεία που είναι ετοιμασμένη για σας από τον καιρό της δημιουργίας του κόσμου». Με πόσα αγαθά είναι ισάξιος ο χαρακτηρισμός αυτός, ότι είναι ευλογημένοι και μάλιστα ευλογημένοι από τον Πατέρα! Και από πού αξιώθηκαν τόσο μεγάλη τιμή; «Πείνασα και μου δώσατε φαγητό, δίψασα και μου δώσατε νερό» και τα εξής. Πόση τιμή και πόση μακαριότητα δεν αξίζουν αυτά τα λόγια; Και δεν τους είπε, «πάρετε», αλλά «κληρονομήστε», ως οικεία, ως πατρικά, ως δικά σας, ως οφειλόμενα σε σας από τον ουρανό. «Προτού γεννηθείτε εσείς», λέγει, «αυτά είχαν ετοιμαστεί και ευπρεπιστεί για χάρη σας, επειδή γνώριζα ότι θα είστε τέτοιοι δίκαιοι και αγαθοί άνθρωποι». Και σαν αμοιβή ποιων πράξεων λαμβάνουν τόσα αγαθά; Είναι αμοιβή παροχής φιλοξενίας, ενδύματος , ψωμιού, νερού δροσερού, επισκέψεως, εισόδου στη φυλακή. Ό,τι δηλαδή ήταν αναγκαίο σε κάθε περίσταση. Υπάρχουν δε και περιπτώσεις, κατά τις οποίες ούτε ανάγκη δεν υπήρχε· διότι βέβαια, όπως είπα, ο φυλακισμένος και ο ταλαιπωρημένος από την αρρώστιά του και δεν επιζητεί αυτό μονάχα, αλλά ο ένας να αποφυλακισθεί και ο άλλος να απαλλαγεί από την ασθένειά του. Αλλά Εκείνος, επειδή είναι πράος και συγκαταβατικός, ζητεί μόνο όσα έχουμε τη δυνατότητα να πράξουμε· ή μάλλον και λιγότερα από όσα μπορούμε να υλοποιήσουμε, αφήνοντας σε εμάς να φιλοτιμηθούμε για περισσότερα.

Στους άλλους,όμως, λέγει: «πορεύεσθε π᾿ μο ο κατηραμένοι(:φύγετε μακριά από εμένα εσείς οι καταράμενοι)»– όχι πλέον από τον Πατέρα· διότι δεν τους καταράστηκε Εκείνος, αλλά τα ίδια τους τα έργα, «ες τ πρ τ αώνιον τ τοιμασμένον τ διαβόλ κα τος γγέλοις ατο(:και πηγαίνετε στο αιώνιο πυρ, που έχει ετοιμασθεί για τον διάβολο και τους πονηρούς αγγέλους του)»· καθώς όταν μιλούσε για τη Βασιλεία, λέγοντας: «δετε ο ελογημένοι το πατρός μου, κληρονομήσατε την βασιλείαν»(: ελάτε σεις οι ευλογημένοι του Πατρός μου και κληρονομήσατε την βασιλεία των ουρανών», πρόσθεσε, «τν τοιμασμένην μν π καταβολς κόσμου (:που έχει ετοιμαστεί για σας από τότε που θεμελιωνόταν ο κόσμος.)». Όταν όμως ομιλεί περί του πυρός, δε λέγει το ίδιο, αλλά «τ τοιμασμένον τ διαβόλ κα τος γγέλοις ατο.(: που έχει ετοιμασθεί δια τον διάβολο και τους πονηρούς αγγέλους του)». Επειδή όμως εσείς οι ίδιοι περιελάβατε μέσα σ’ αυτό το αιώνιο πυρ και τους εαυτούς σας με τις επιλογές που κάνατε κατά τη διάρκεια της ζωής σας, εσείς φέρετε όλη την ευθύνη που θα βρεθείτε εκεί και τον εαυτό σας να κατηγορείτε.

Όχι μόνο δε με αυτά, αλλά και με όσα λέγει παρακάτω, σαν να απολογείται τρόπον τινά σε αυτούς, εκθέτει και τις αιτίες, «διότι επείνασα και δε μου δώσατε να φάγω» και τα εξής. Διότι έστω και αν ήταν εχθρός που προσήλθε και ζητούσε βοήθεια, δεν θα ήταν αρκετά τα παθήματά του, η πείνα, το ψύχος, τα δεσμά, η γύμνια, η αρρώστια, το γεγονός ότι περιπλανιέται άστεγος παντού, να κινήσουν σε οίκτο και να λυγίσουν αυτόν τον άσπλαχνο άνθρωπο; Διότι αυτά είναι σε θέση και την έχθρα να σταματήσουν. Αλλ’ όμως εσείς ούτε στον φίλο δεν κάνατε αυτά,ο οποίος και φίλος ήταν,αλλά και ευεργέτης και Κύριος. Και σκύλο εάν δούμε να πεινάει, πολλές φορές λυγίζουμε και τον ταΐζουμε· και άγριο ζώο ακόμα εάν δούμε, πάλι καμπτόμαστε· εσύ λοιπόν βλέποντας τον Δεσπότη δεν κάμπτεσαι; Και πώς να θεωρούνται αυτά άξια για απολογία;

Διότι, εάν ήταν μόνο του αυτό το καλό που θα έκανες, δε θα ήταν αρκετό για ανάλογη ανταμοιβή; Και δεν αναφέρω και το να ακούσεις μια τέτοια φωνή μπροστά σε ολόκληρη την οικουμένη από Εκείνον που κάθεται στον θρόνο του Πατρός Του και να κερδίσεις την Βασιλεία· αυτό όμως το ίδιο το γεγονός ότι εργάστηκες τόσες καλές πράξεις δεν είναι αρκετό για ανταμοιβή; Τώρα λοιπόν και ενώ είναι παρούσα όλη η οικούμενη και ενώ αποκαλύπτεται η απόρρητη εκείνη Δόξα, σε ανακηρύσσει και σε στεφανώνει και σε αναγνωρίζει ως τον κατεξοχήν τροφέα και ξενοδόχο· και δεν ντρέπεται όταν τα λέγει αυτά, για να σου κάνει λαμπρότερο το στεφάνι σου. Για τον λόγο λοιπόν αυτό και από τη μία πλευρά,οι σκληρόκαρδοι και ανελεήμονες δικαίως τιμωρούνται και,από την άλλη, οι φιλάνθρωποι και ελεήμονες στεφανώνονται κατά χάριν. Διότι και αν ακόμη έχουν διαπράξει αναρίθμητα καλά, πάλι κατά χάριν γίνεται η τιμητική διάκριση, αφού αντί τόσο μικρών και ευτελών πραγμάτων, τους παρέχεται τόσος ουρανός και βασιλεία και τέτοια μεγάλη τιμή.[…] Τα αιώνια λοιπόν αγαθά είθε να αποκτήσουμε με αυτόν τον τρόπο και εμείς, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού,στον οποίο ανήκει η δοξολογία κι η δύναμη στους αιώνες. Αμήν.

ΠΗΓΕΣ:

  • http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf, σελ. 481-486
  • Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΟΘ΄,Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 105-117.
  • Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 11-19.

(https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLa01IYjNYZEZ3YUk/view)