Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
 
«Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ» (Ματθ. δ’ 1-4). Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στὸν διάβολο, ὁ ὁποῖος, πειράζοντάς τον γιὰ τὴν πείνα Του στὴν ἔρημο, τὸν προκάλεσε νὰ πῆ: «ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται.» (ὅ.π. 3). Τότε, βεβαίως, ὁ Κύριος δὲν ἔκανε τοὺς λίθους ἄρτους, ὄχι γιατὶ ὁ ἴδιος, ὡς ἄνθρωπος, δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ καλύψῃ τὴν πείνα του, οὔτε διότι δὲν μποροῦσε νὰ κάνῃ τὸ θαῦμα αὐτό, ὡς Θεὸς ποὺ ἦταν. Ἁπλῶς ἡ πρόταση τοῦ διαβόλου ἦταν ὑποκριτική, δὲν κινοῦταν ἀπὸ πραγματικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν πεινῶντα Κύριο. Ἐξ ἄλλου, ἀκόμη καὶ ἐὰν ὁ Χριστὸς ἔκανε τὸ μεγάλο αὐτὸ θαῦμα, ὁ διάβολος δὲν ἐπρόκειτο νὰ πιστέψῃ, γιατὶ δὲν ἤθελε νὰ πιστέψῃ, ἐπεδίωκε ἁπλῶς νὰ Τὸν παγιδέψῃ.
Ἡ τακτική, αὐτή, βεβαίως, τοῦ διαβόλου μοιάζει πολὺ μὲ τὴν ἀντίστοιχη τῶν Φαρισαίων, ποὺ ἐπίσης δὲν ἐπείθοντο στὰ λόγια Του, ὅ τι καὶ νὰ ἔκανε ὁ Κύριος, διότι ἡ καρδία των ἦταν πορωμένη καὶ οἱ λογισμοί των πονηροί. Θὰ πρέπει νὰ αἰσθάνεται κανεὶς πολὺ μεγάλη θλίψη γιὰ τὴν διαστροφὴ αὐτὴν τῶν κακόπιστων καὶ κακόβουλων Ἰουδαίων τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, ὡς καὶ πολλῶν σημερινῶν ὁμοίων των, καὶ γιὰ τὴν δυστυχία των νὰ καταδικάζουν μὲ τὴν στάση των αὐτὴν τόσο τοὺς ἑαυτούς των ὅσο καὶ συνανθρώπους των, ποὺ τοὺς δηλητηριάζουν μὲ τὴν ἀρρωστημένη των συμπεριφορά.
 
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, πλημμυρίζει ἡ καρδία μας ἀπὸ ἀγάπη καὶ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸ ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον καὶ γιὰ τὸ ἄπειρο ἔλεος τοῦ φιλανθρώπου καὶ φιλευσπλάγχνου Κυρίου μας γιὰ τὰ πονεμένα παιδιά Του, τ’ ἀδέλφια μας. Θεράπευε τὶς ἀσθένειές των, γλύκανε τὸν πόνο καὶ τὴν θλίψη των, τοὺς παρηγοροῦσε στὶς δυσκολίες των.

 
Ἐξ ἄλλου ἦρθε στὸν κόσμο, «ἵνα σώσῃ τὸ ἀπολωλός» ἀπὸ τὴν κάθε σωματικὴ καὶ ψυχικὴ ἀσθένεια. Ὁ Χριστὸς ἐνδιαφερόταν γιὰ τὸν ὅλο ἄνθρωπο, γι’ αὐτό, προτοῦ θεραπεύσῃ τὸ σῶμα, θεράπευε πρῶτα τὴν ψυχή, ῥωτῶντας μάλιστα τὸν ἀσθενῆ: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» Τί εὐγενὴς καὶ διακριτικὸς ποὺ εἶναι ὁ Χριστός μας. Ζητάει, Αὐτὸς ὁ Παντοδύναμος, τὴν ἄδεια τοῦ ἀσθενῆ Του, δὲν τοῦ ἐπιβάλλει τὴν θεραπεία. Ἀληθινὸς ἄρχοντας καὶ πραγματικὸς Σωτήρας!
 
Ἔτσι καὶ στὴν περίπτωση τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντάκις χιλίων στὴν ἔρημο, ἄνευ γυναικῶν καὶ παιδίων. Μετὰ ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Ἰωάννου Προδρόμου, ὁ Κύριος «ἀνεχώρησεν ἐν πλοίῳ εἰς ἔρημον τόπον κατ’ ἰδίαν καὶ οἱ ὄχλοι ἠκολούθησαν αὐτὸν πεζῇ ἀπὸ τῶν πόλεων.» (Ματθ., ιδ’ 13).
 
Βλέποντας αὐτὴν τὴν θυσία τοῦ πλήθους, ὁ Κύριος ἀνταποκρίθηκε μὲ τὸν τρόπο του: Πρῶτα θεράπευσε τοὺς ἀρρώστους των καὶ μετὰ τοὺς χόρτασε μὲ τὸν λόγο Του. Διάβασε τὴν βαθύτερη ἐπιθυμία στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ποὺ προσέτρεξαν σ’ Αὐτόν. Τί ἄλλο νὰ ἤθελαν ἀπὸ ἕναν λόγο παρηγοριᾶς! Ὁ ἀγαπημένος των Ἰωάννης εἶχε πλέον φονευθῆ, δὲν τοὺς ἔμενε ἄλλος ἀπὸ τὸν γλυκὺ Ἰησοῦ, γιὰ νὰ τοὺς παραμυθήσῃ. Ἦταν, φαίνεται, τόσο γλυκὺς ὁ λόγος Του καὶ εἶχαν τόσο πολὺ ἀπορροφηθῆ, ποὺ δὲν κατάλαβαν πῶς πέρασε ἡ ὥρα στὸν ἔρημο τόπο.
 
Αὺτοί, ἔστω, δὲν κατάλαβαν. Ὁ Κύριος, ὅμως, γιατὶ δὲν τοὺς «ἀπέλυε», ὅπως τοῦ ζήτησαν οἱ μαθητές Του; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλῆ. Λέτε αὐτὸς ποὺ μποροῦσε νὰ κάνῃ τὸ δυσκολώτερο, νὰ τοὺς θρέψῃ πνευματικά, νὰ μὴν μπορῆ νὰ κάνῃ καὶ τὸ εὐκολώτερο, νὰ τοὺς δώσῃ τὴν ἀναγκαία ὑλικὴ τροφή; Ἁπλῶς ἤθελε νὰ κάνουν καὶ κεῖνοι αὐτὸ ποὺ μποροῦσαν. Γι’ αὐτὸ τοὺς εἶπε ὁ Κύριος: «Δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν». Δική σας (δική μας) δουλειά εἶναι νὰ ἐρευνήσωμε τὶς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν μας καὶ νὰ προσπαθήσωμε νὰ τὶς καλύψωμε. Καὶ ὅταν δὲν ἐπαρκοῦν οἱ δικές μας προσπάθειες, ἔχει ὁ Θεός! Πράγματι, ὁ Κύριος εὐλόγησε τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθῦς, ποὺ τοῦ ἔφεραν ἐκεῖνοι, καὶ αὐτά – ὦ τοῦ θαύματος- πολλαπλασιάστηκαν, ὥστε νὰ χορτάσουν οἱ πέντε χιλιάδες ἄνδρες μόνον, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ γυναικόπαιδα!
 
Καὶ γιὰ νὰ μὴν θεωρήσῃ κανεὶς ὅτι αὐτὸ ἦταν ψέμα ἢ ἀποκύημα τῆς φαντασίας των, -τὸ θαῦμα τὸ ἀναφέρουν, ἄλλωστε, καὶ οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές-, ἀπόδειξη ἦταν ὅτι μαζεύτηκαν καὶ δώδεκα κοφίνια μὲ περισσεύματα, ἕνα γιὰ τὸν κάθε μαθητή, ὥστε νὰ τὸ κουβαλήσῃ στὸν ὦμο του, νὰ νοιώσῃ τὸ βάρος καὶ νὰ μὴν τὸ λησμονήσῃ ποτέ, ὅπως λένε οἱ Πατέρες καὶ μάλιστα ὁ Χρυσοῤῥήμων!
 
Ἂς κρατήσωμε μερικὰ μηνύματα ἀπὸ τὴν ὑπέροχη αὐτὴν περικοπή: Πρῶτον: Ὁ Κύριος εἶναι ὁ χορηγὸς πάντων τῶν ἀγαθῶν, ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν. Ὅλα μᾶς τὰ χαρίζει ἁπλόχερα, ἀρκεῖ νὰ τοῦ τὸ ζητήσωμε. Δὲν θέλει ὁ Κύριός μας νὰ ἤμαστε οὔτε «ἀκίνητοι» πρὸς τὴν ὕλη, ἀλλὰ οὔτε καὶ ὑλόφρονες, διδάσκοντάς μας ἔτσι τὴν «μεσότητα», τὴν μόνη ὀρθὴ δόξα, ποὺ διαφοροποιεῖται ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες δοξασίες!
 
Δεύτερον: Ὁ Χριστὸς μᾶς καλεῖ νὰ καλύπτωμε ἐμεῖς τὶς ἀνάγκες τῶν συνανθρώπων μας («δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν»), ὅσο καὶ ὅπως μποροῦμε, καὶ ὁ ἴδιος θὰ «αὐγατίσῃ» τὴν λειψή, οὕτως ἤ ἄλλως, προσπάθειά μας. Αὐτὸ ἀποτελεῖ μιὰ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα πολλῶν ἐξ ἡμῶν στὰ αἰτήματα τῶν ἐμπερίστατων ἀδελφῶν μας: «Γιατί δὲν βοηθάει τὸ Κράτος; Τί κάνει ἡ Ἐκκλησία;» Τὸ θέμα δὲν εἶναι τί κάνει τὸ κράτος ἢ ἡ Ἐκκλησία (προφανῶς ἐννοοῦμε γενικῶς καὶ ἀπροσώπως τὴν διοίκηση), τὸ ζήτημα εἶναι τί κάνομε ἐμεῖς προσωπικὰ ὡς λαὸς ποὺ ἀσκοῦμε τὴν πραγματικὴ «ἐξουσία», βάσει τοῦ Συντάγματος, καὶ πού, συγχρόνως, ὡς σῶμα Χριστοῦ, συναποτελοῦμε (οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι) τὴν Ἐκκλησία Του!
 
Τρίτον, ἀπόρροια τοῦ προηγουμένου: Δὲν χρειάζεται νὰ τρέχωμε στὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ ἀναζητοῦμε τροφή καὶ ἄλλα «ἀγαθά», ποὺ ὄχι μόνον τὰ χρυσοπληρώνωμε ἀλλὰ εἶναι καὶ ἀμφίβολης ἀξίας καὶ ποιότητος. Ὅλα τὰ καλὰ τοῦ κόσμου μᾶς τὰ παρέχει δωρεὰν ὁ Κύριος τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους καὶ μάλιστα μᾶς δίνει καὶ περίσσευμα! Μᾶς ταΐζει ἀπὸ τὸ Σῶμα Του καὶ ἀπὸ τὸ Αἷμα Του ἀπὸ τὸ κοινὸ ποτήριο τῆς ἀγάπης Του, ποὺ φτάνει καὶ περισσεύει («ὁ μελιζόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος»), γιὰ νὰ χορτάσωμε ὅλοι καὶ νὰ γίνωμε «μέτοχοι ζωῆς αἰωνίου» (φράσεις ἀπὸ τὴν Ἀκολουθία τῆς Μεταλήψεως).
 
Ἀλήθεια, τί περισσότερο θέλομε; Ἐὰν γευθοῦμε καὶ ἐμεῖς (ἀπὸ) τὰ ἀνεξάντλητα ἀγαθὰ τοῦ Κυρίου μας, τότε θὰ γλυκαθοῦμε καὶ δὲν θὰ ζητοῦμε πλέον ἄλλη ἀπὸ τὴν οὐράνια τροφή, ποὺ ἔχει τὴν δύναμη νὰ κορέσῃ καὶ τὴν συνεχῆ μας πείνα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ «εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἂς δοκιμάσωμε, μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα στὸν τροφοδότη Κύριό μας, καὶ δὲν θὰ τὸ μετανοιώσωμε! Ἀμήν!
 
https://ethnegersis.blogspot.com/2023/07/blog-post_559.html#more