Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Κυρ. ζ΄ Πράξ. (Πρξ. κ΄ 16-18, 28-36).

Πραξ. 20,16 ἔκρινε γὰρ ὁ Παῦλος παραπλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ· ἔσπευδε γάρ, εἰ δυνατὸν ἦν αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα.

Πραξ. 20,16 Ηλθομεν δε εκεί, διότι ο Παύλος απεφάσισε να προσπεράση με το πλοίον την Εφεσον και να μη αποβιβασθή εις αυτήν, δια να μη χρονοτριβήση εις την Ασίαν. Και τούτο, διότι εβιάζετο, εάν θα του ήτο δυνατόν, κατά την ημέραν της Πεντηκοστής να φθάση εις Ιεροσόλυμα.

Πραξ. 20,17 Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας.

Πραξ. 20,17 Από την Μιλητον δε έστειλε ανθρώπους εις την Εφεσον και εκάλεσε τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας.

Πραξ. 20,18 ὡς δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν αὐτοῖς· ὑμεῖς ἐπίστασθε, ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ᾿ ἧς ἐπέβην εἰς τὴν Ἀσίαν, πῶς μεθ᾿ ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην,

Πραξ. 20,18 Οταν δε ήλθαν προς αυτόν, τους είπε· “σεις γνωρίζετε πολύ καλά, πως συμπεριεφέρθην μαζή σας από την πρώτην ημέραν που ήλθα εις την Ασίαν και καθ’ όλον τον χρόνον της παραμονής μου.

Πραξ. 20,28 προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος.

Πραξ. 20,28 Προσέχετε λοιπόν στον εαυτόν σας, πως θα ζήτε. Προσέχετε δε πως θα φέρεσθε και τι θα διδάσκετε εις όλον το πνευματικόν σας ποίμνιον, στο οποίον το Πνεύμα το Αγιον σας έβαλε επισκόπους, να ποιμαίνετε την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, την οποίαν αυτός ο Κυριος απέκτησε με το αίμα του.

Πραξ. 20,29 ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου·

Πραξ. 20,29 Διότι εγώ γνωρίζω τούτο· ότι μετά την έλευσίν μου αυτήν και την αναχώρησιν θα εισέλθουν μεταξύ σας ψευδοδιδάσκαλοι και αιρετικοί, σαν άγριοι λύκοι, οι οποίοι δεν θα λογαριάζουν καθόλου τα λογικά πρόβατα του Χριστού, αλλά θα προσπαθούν να τα παρασύρουν εις τας πλάνας των και να τα κατασπαράξουν ψυχικώς.

Πραξ. 20,30 καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν.

Πραξ. 20,30 Και από σας τους ίδιους θα εγερθούν εγωπαθείς άνδρες, οι οποίοι θα διδάσκουν διεστραμμένας και ψευδείς διδασκαλίας, δια να αποσπούν τους μαθητάς από τον ορθόν δρόμον της σωτηρίας και να τους παρασύρουν με το μέρος των ως ιδικούς των οπαδούς.

Πραξ. 20,31 διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον.

Πραξ. 20,31 Δι’ αυτό πρέπει να είσθε άγρυπνοι και προσεκτικοί, ενθυμούμενοι το παράδειγμά μου, ότι επί τρία κατά συνέχειαν έτη δεν έπαυσα νύκτα και ημέραν με δάκρυα να συμβουλεύω και καθοδηγώ τον καθένα σας.

Πραξ. 20,32 καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν.

Πραξ. 20,32 Και τώρα, αδελφοί, σας εμπιστεύομαι εις τα χέρια του Θεού και εις την διδασκαλίαν της χάριτος αυτού, ο οποίος Θεός μόνος ημπορεί να σας οικοδομήση εις την κατά Χριστόν ζωήν και να σας δώση κληρονομίαν μεταξύ όλων εκείνων, οι οποίοι έχουν προχωρήσει στον αγιασμόν δια της χάριτος του Χριστού.

Πραξ. 20,33 ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα·

Πραξ. 20,33 Αργύριον η χρυσίον η ενδύματα, τίποτε από αυτά δεν επεθύμησα.

Πραξ. 20,34 αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται.

Πραξ. 20,34 Σεις δε οι ίδιοι γνωρίζετε ότι εις τας ανάγκας μου και εις τας ανάγκας εκείνων, που ήσαν μαζή μου, υπηρέτησαν αυτά τα χέρια.

Πραξ. 20,35 πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τὸν λόγον τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν.

Πραξ. 20,35 Ολα, έργω και λόγω, σας τα έχω υποδείξει, ότι δηλαδή έτσι εργαζόμενοι πνευματικώς και υλικώς θα βοηθήτε και θα στηρίζετε τους ασθενείς εις την πίστιν αδελφούς. Να ενθυμήσθε τους λόγους του Κυρίου Ιησού, τους οποίους αυτός είπε· Είναι περισσότερον μακάριον να δίδη κανείς, παρά να λαμβάνη”.

Πραξ. 20,36 καὶ ταῦτα εἰπών, θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς προσηύξατο.

Πραξ. 20,36 Και αφού είπε αυτά, εγονάτισε και μαζή με όλους προσευχήθηκε.

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Κυρ. ζ΄ ἀπό τοῦ Πάσχα. (Ἰω. ιζ΄ 1-13).

Ιω. 17,1 Ταῦτα ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε,

Ιω. 17,1 Αυτά είπεν ο Ιησούς προς τους μαθητάς του και έπειτα εσήκωσε τα μάτια του στον ουρανόν και είπε· “Πατερ έφθασεν η ώρα, την οποίαν η αγαθότης και η σοφία σου ώρισε. Δοξασε και ως άνθρωπον τον Υιόν σου, ο οποίος βαδίζει προς την θυσίαν, δια να σε δοξάση και ο Υιός σου με τα αναρίθμητα πλήθη των ανθρώπων, τα οποία δια της λυτρωτικής του θυσίας θα πιστεύσουν εις σε και θα σωθούν.

Ιω. 17,2 καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον.

Ιω. 17,2 Δοξασε τον, όπως άλωστε και τον εδόξασες έως τώρα, διότι του έδωκες εξουσίαν επί όλης της ανθρωπότητος, δια να δώση εις όλους αυτούς, που του έδωκες, ζωήν αιώνιον.

Ιω. 17,3 αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν.

Ιω. 17,3 Αυτή δε είναι η αιώνιος ζωη, να γνωρίζουν οι άνθρωποι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, να απολαμβάνουν τας απείρους τελειότητάς σου με την στενήν επικοινωνίαν και αγάπην προς σε, να γνωρίζουν δε επίσης και τον Ιησούν Χριστόν, που έστειλες στον κόσμον.

Ιω. 17,4 ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω·

Ιω. 17,4 Εγώ με την ζωήν και το έργον μου σε εδόξασα εις την γην. Εκαμα γνωστόν το όνομά σου στους ανθρώπους και με την σταυρικήν μου θυσίαν την οποίαν μετ’ ολίγον προσφέρω, ετελείωσα το έργον, το οποίον μου έδωκες να πραγματοποιήσω.

Ιω. 17,5 καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί.

Ιω. 17,5 Και τώρα, δόξασέ με και συ, Πατερ, πλησίον σου με την δόξαν την οποίαν είχα κοντά σου, πριν άκομα λάβη ύπαρξιν από σε ο κόσμος.

Ιω. 17,6 Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι.

Ιω. 17,6 Εφανέρωσα το όνομά σου στους ανθρώπους, τους οποίους συ επήρες από τον κόσμον και μου τους έδωκες ως μαθητάς μου. Ησαν ιδικοί σου, σύμφωνα με την αγαθήν διάθεσιν που είχαν, και συ τους έδωκες εις εμέ, και αυτοί εφύλαξαν την εντολήν σου.

Ιω. 17,7 νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν·

Ιω. 17,7 Τωρα έμαθαν καλύτερα ότι όλα όσα μου έχεις δώσει προέρχονται από σε.

Ιω. 17,8 ὅτι τὰ ῥήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας.

Ιω. 17,8 Την γνώσιν των και πεποίθησιν αυτήν μαρτυρεί και το γεγονός ότι τους λόγους, που μου έδωκες, τους έδωσα εις αυτούς και αυτοί τους εδέχθησαν και εσχημάτισαν την βεβαίαν γνώσιν και πεποίθησιν, ότι πράγματι εγώ εγεννήθηκα και εβγήκα στον κόσμον από σε και επίστευσαν ότι συ με έστειλες.

Ιω. 17,9 Ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι,

Ιω. 17,9 Εγώ ειδικώς δι’ αυτούς σε παρακαλώ τώρα ως μέγας αρχιερεύς και μεσίτης· δεν σε παρακαλώ δια τον κόσμον τον αμαρτωλόν και άπιστον, αλλά δι’ αυτούς που μου έδωκες, διότι εξακολουθούν να είναι και θα είναι ιδικοί σου.

Ιω. 17,10 καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς.

Ιω. 17,10 Αλλωστε όλα τα ιδικά μου είναι ιδικά σου και τα ιδικά σου είναι ιδικά μου. Και αυτοί οι μαθηταί μου ήσαν ιδικοί σου και έγιναν ιδικοί μου και εξακολουθούν να είναι ιδικοί σου. Και εγώ έχω δοξασθή εν μέσω αυτών, οι οποίοι με εγνώρισαν ως Υιόν σου και Θεόν.

Ιω. 17,11 καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς.

Ιω. 17,11 Και δεν είμαι πλέον στον κόσμον αυτόν αισθητώς μεταξύ των με το σώμα μου, και αυτοί είναι στον κόσμον, δια να εκπληρώσουν την υψηλήν αποστολήν των. Και εγώ έρχομαι προς σε. Πατερ άγιε, φύλαξέ τους με την θείαν σου δύναμιν και αγάπην, αυτούς τους οποίους συ μου έδωκες, ώστε να είναι ενωμένοι μεταξύ των εις ένα πνευματικόν σώμα, όπως είμεθα ημείς.

Ιω. 17,12 ὅτε ἤμην μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ.

Ιω. 17,12 Οταν ήμουν μαζή των στον κόσμον, εγώ τους επροφύλασσα με την ιδικήν σου ακαταγώνιστον δύναμιν και προστασίαν. Εφύλαξα αυτούς που μου έδωκες και κανένας από αυτούς δεν εχάθηκε, παρά μόνον ο υιός της απωλείας, ο προδότης, δια να εκπληρωθούν έτσι και αι προφητείαι της Γραφής.

Ιω. 17,13 νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς.

Ιω. 17,13 Τωρα όμως έρχομαι προς σε και ενώ ευρίσκομαι ακόμη στον κόσμον, λέγω αυτά, δια να τα ακούσουν και οι ίδιοι, ώστε να έχουν την ιδικήν μου τελείαν χαράν ολόκληρον και πλήρη έντος αυτών.

 

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/04.%20Ioan.htm