Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος

Ἡ Ἐμπειρική Δογματική: μιά καινούρια προοπτική στήν θεολογική προσέγγιση

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Συνέντευξη στό ρουμανικό περιοδικό «Familia Orthodoxa» (Μάρτιος 2017)

1. Ἐρώτηση: Εἶναι γιά πρώτη φορά πού κυκλοφορεῖ μιά Δογματική τέτοιου εἴδους, μιά Ἐμπειρική Δογματική. Τί σημαίνει Ἐμπειρική Δογματική καί σέ τί συνίσταται ἡ πρωτοτυπία της σέ σύγκριση μέ τίς ἄλλες Δογματικές;

Ἀπάντηση: Νομίζω ὅτι ἡ διαπίστωσή σας εἶναι ἀληθινή. Μέχρι τώρα ἔχουν δημοσιευθῆ πολλές Δογματικές μέ τίτλο «Ἡ Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» ἤ μέ παρόμοιους τίτλους, καί πρώτη φορά δημοσιεύεται Δογματική μέ τίτλο «Ἐμπειρική Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας» καί ὑπότιτλο «κατά τίς προφορικές παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη». Τόσο ὁ τίτλος ὅσο καί τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου διαφέρει ἀπό ἄλλες Δογματικές.

Ὁ τίτλος μᾶς προετοιμάζει νά διαβάσουμε μιά Δογματική πού συνδέεται μέ τήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων. Ἡ ἐμπειρία εἶναι ἡ βάση τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας. Καί ὅταν κάνουμε λόγο γιά ἐμπειρία, ἐννοοῦμε τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στούς φίλους Του, στούς θεουμένους, ὄχι ἁπλῶς μιά συναισθηματική καί ἠθική ἤ θρησκευτική ἐμπειρία.

Αὐτόν τόν συνδυασμό μεταξύ τῶν Δογμάτων καί τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως ἐπιχειρεῖ αὐτό τό βιβλίο, γι’ αὐτό νομίζω ὅτι εἶναι μοναδικό στό εἶδος του.

Τό περιεχόμενο τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς» εἶναι καί αὐτό πρωτότυπο, γιατί ἑνώνει τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπως κωδικοποιήθηκαν ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό στό πρῶτο Δογματικό ἔργο μέ τίτλο «Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως» μέ τήν ἐμπειρική καί ἡσυχαστική παράδοση τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τῶν Φιλοκαλικῶν Πατέρων. Αὐτόν τόν συνδυασμό μεταξύ τῶν Δογμάτων καί τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως ἐπιχειρεῖ αὐτό τό βιβλίο, γι’ αὐτό νομίζω ὅτι εἶναι μοναδικό στό εἶδος του.


Ἐπίσης, τό σημαντικό εἶναι ὅτι προέρχεται ἀπό τίς προφορικές παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, Καθηγητή τῆς Δογματικῆς στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος γνώριζε ἄριστα τήν δυτική θεολογία, ἀφοῦ ἔζησε καί σπούδασε στά κυριώτερα θεολογικά κέντρα τῆς ἐποχῆς του, ἀλλά καί θέλχθηκε ἀπό τούς ἡσυχαστές Πατέρες.

Στήν πραγματικότητα ἀπέκτησα μαγνητοφωνημένες ὁμιλίες τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, τίς ἀπομαγνητοφώνησα μέ τήν βοήθεια τῶν πνευματικῶν μου παιδιῶν, καί στήν συνέχεια ἐπέλεξα τά πιό δυνατά σημεῖα καί τά συνέθεσα γιά νά ἀπαρτισθῆ αὐτό τό βιλίο. Ἦταν μιά σύνδεση πού ἔκανα μέ μεγάλη ἔμπνευση, γνωρίζοντας τίς βασικές θεολογικές σκέψεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, μέ τόν ὁποῖον μέ συνέδεε μιά δυνατήν ἐπικοινωνία, ἰδίως τά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του.

2. Ἐρώτηση: Ὑπάρχει ἡ προκατάληψη ὅτι μιά Δογματική εἶναι ἕνα σχολαστικό, ἀφηρημένο, πολύπλοκο κείμενο, προσβάσιμο μόνο στούς εἰδικούς ἀπό τούς θεολογικούς κύκλους. Ποιοί εἶναι οἱ ἀναγνῶστες στούς ὁποίους ἀπευθύνεται ἡ Ἐμπειρική Δογματική; Εἶναι προσβάσιμη καί γιά τούς πιστούς πού δέν ἔχουν θεολογική κατάρτιση;

Ἀπάντηση: Πράγματι σήμερα, ὅταν ὁμιλοῦμε γιά Δογματική, ἐννοοῦμε «ἕνα σχολαστικό, ἀφηρημένο, πολύπλοκο κείμενο», ὅπως λέτε. Ἐγώ τοὐλάχιστον στήν Θεολογική Σχολή ἔδωσα ἐξετάσεις σέ ἕνα βιβλίο Δογματικῆς πού ἦταν ἐπηρεασμένο ἀπό τήν σχολαστική θεολογία καί τόν γερμανικό ἰδεαλισμό.

Αὐτό μέ ἔκανε νά ἐκτιμήσω ἀκόμη περισσότερο τήν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, ὁ ὁποῖος μέ γνώση, ὀξύνοια καί ἔμπνευση ἔθεσε τήν Δογματική τῆς Ἐκκλησίας στίς ὀρθές της βάσεις.

Κατάλαβε ὅτι οἱ ἡσυχαστικές Σύνοδοι τοῦ 14ου αἰώνα μέ τήν παρουσία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ εἶναι οἱ βασικές προϋποθέσεις ὅλων τῶν ἄλλων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἄν δῆ κανείς τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἔξω ἀπό τόν ἱερό ἡσυχασμό, ὅπως ἐκφράσθηκε ἀπό τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τούς Φιλοκαλικούς Πατέρας, τότε παρερμηνεύονται, μπορεῖ νά ἐκληφθοῦν ὡς διανοητικά κείμενα.

Ἄν δῆ κανείς τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἔξω ἀπό τόν ἱερό ἡσυχασμό, ὅπως ἐκφράσθηκε ἀπό τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τούς Φιλοκαλικούς Πατέρας, τότε παρερμηνεύονται, μπορεῖ νά ἐκληφθοῦν ὡς διανοητικά κείμενα.

Οἱ Πατέρες ὅμως ἔδειξαν ὅτι ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ πού εἶχαν οἱ ἅγιοι ὁριοθετεῖται ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, προκειμένου νά μή παρερμηνευθῆ. Ἀντίθετα οἱ σχολαστικοί θεολόγοι τοῦ 11ου-13ου αἰῶνα συγκρότησαν  θεολογικά-δογματικά συστήματα, χρησιμοποιώντας τήν ἑλληνική φιλοσοφία, ἄλλοτε τοῦ Πλάτωνος, ἄλλοτε τοῦ Ἀριστοτέλους καί ἄλλοτε μιά ἀνάμειξη τῶν διδασκαλιῶν καί τῶν δύο φιλοσόφων. Αὐτό δυστυχῶς ἐπηρέασε ἀργότερα καί ἄλλες Ὀρθόδοξες Δογματικές.

Ἐπειδή ἡ «Ἐμπειρική Δογματική» βασίζεται στήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, γι’ αὐτό γίνεται ἀντιληπτό ὅτι ἀφορᾶ ὅλους τούς Χριστιανούς, στούς ὁποίους ἀπευθύνονταν οἱ Προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Πατέρες. Ἔτσι ὁ ἀναγνώστης τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς» βρίσκει μιά θεολογική ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Γι’ αὐτό κάποιος μοῦ ἔγραψε ὅτι ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης κατόρθωσε νά ἐπαναφέρη τόν τρόπο διδασκαλίας τῶν Ἀποστόλων καί τῆς ζωῆς τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, ἔχοντας ὅμως ὑπ’ ὄψη τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καί τό ἔκανε μέ ἕναν τρόπο ζωντανό. Εἶναι σάν νά τρώγη κανείς μιά εὔπεπτη τροφή, χωρίς νά ἐξετάζη διανοητικά τά στοχεῖα ἀπό τά ὁποῖα ἀποτελεῖται.

Ἑπομένως, ἡ «Ἐμπειρική Δογματική» δέν εἶναι μόνον γιά τούς θεολόγους, ἀλλά γιά ὅλους τούς πιστούς.

3. Ἐρώτηση: Ποιά εἶναι ἡ σημασία τοῦ δόγματος γιά τήν σωτηρία τοῦ Χριστιανοῦ;

Ἀπάντηση: Συνήθως δόγματα χαρακτηρίζουμε τούς ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Μέ αὐτήν τήν ἔννοια δόγματα εἶναι κάποιοι ὅροι μερικῶν θεωρητικῶν ἀληθειῶν πού δέν ἀποδεικνύονται.

Ὅμως, ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης στηριζόμενος στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἰδίως στόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἰσχυρίζεται ὅτι δόγματα εἶναι οἱ ὑπέρ νοῦν καί ὑπέρ αἴσθησιν ἐμπειρίες τῶν θεουμένων, δηλαδή τό πραγματικό δόγμα εἶναι ὁ Κύριος τῆς δόξης πού ἀποκαλύφθηκε ἀσάρκως στήν Παλαιά Διαθήκη καί ἐν σαρκί στήν Καινή Διαθήκη. Ἔτσι, τά ὀρθόδοξα δόγματα εἶναι ὅραση ὑπέρ τήν ὅραση, ἀκοή ὑπέρ τήν ἀκοή, αἴσθηση ὑπέρ τήν αἴσθηση. Δέν εἶναι κάτι πού δέν ἀποδεικνύεται. Εἶναι πραγματικότητες, στίς ὁποῖες μετέχει ὁ θεόπτης ἅγιος καί εἶναι ἐμπειρική γνώση. Στήν συνέχεια οἱ ἐμπειρικοί θεολόγοι ὅταν παρευρίσκωνται σέ Οἰκουμενικές Συνόδους καταγράφουν τήν ἐμπειρία μέ ὅρους γιά νά τήν προστατεύσουν ἀπό τήν πλάνη.

Πρέπει νά βλέπουμε τήν ἑνότητα μεταξύ προσευχῆς καί ἀσκήσεως, ἀσκήσεως καί Μυστηρίων, θεολογίας καί ἡσυχίας, πράξεως καί θεωρίας, πίστεως καί ζωῆς.

Ἄν θά ἤθελα νά δώσω ἕνα παράδειγμα, θά ἔλεγα ὅτι δόγμα εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στό Ὄρος Θαβώρ στούς Μαθητές καί ὅροι εἶναι ἡ διατύπωση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας στίς ἐπιστολές τους, δηλαδή στίς Καθολικές Ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου.

Χρησιμοποιώντας δέ ἕνα παράδειγμα ἀπό τήν ἐπιστήμη θά ἔλεγα ὅτι δόγμα εἶναι τό νά βλέπη ὁ ἐπιστήμονας ὄχι μέ γυμνό ὀφθαλμό, ἀλλά μέ ἰσχυρό μικροσκόπιο τά κύτταρα καί τόν ὑποκυτταρικό κόσμο, καί ὅροι εἶναι ἡ καταγραφή τους σέ βιβλίο γιά νά διαβάσουν οἱ μαθητές τους. Ὅταν οἱ ἐμπειρικοί ἐπιστήμονες παρευρίσκονται σέ ἕνα Συνέδριο, τότε καθορίζουν ἕναν κοινό καί ταυτόσημο ὅρο πού ὁρίζει τήν ἐπιστημονική τους ἐμπειρία.

Αὐτό ἔγινε καί μέ τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας σέ σχέση μέ τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

Γίνεται κατανοητόν ὅτι τό δόγμα καί οἱ ὅροι εἶναι ἀπαραίτητοι γιά τήν σωτηρία μας, γιατί αὐτοί δείχνουν τί εἶναι ὁ Θεός καί ποιός εἶναι ὁ τρόπος γιά νά φθάσουμε σέ κοινωνία μαζί Του, πράγμα πού εἶναι ἡ σωτηρία μας. Γιατί σωτηρία δέν εἶναι κάτι ἀφηρημένο, ἀλλά ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, πού προέρχεται ἀπό τήν κοινωνία μαζί Του.

4. Ἐρώτηση: Ἰσχυρίζεται ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης κάπου στήν Ἐμπειρική Δογματική ὅτι:

«Δέν ὑπάρχει μιά νεφελώδης ἀντίληψη περί συμμετοχῆς στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας». «Ὅταν λέμε ἔχουμε τό Πνεῦμα μέσα μας, σημαίνει ὅτι προσεύχεται μέσα μας. Διότι ὅλοι ἔχουν τό Πνεῦμα μέσα τους, ἀλλά δέν εἶναι ὅλοι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει τό Πνεῦμα πού προσεύχεται μέσα του. Αὐτή εἶναι ἡ διαφορά. Γι’ αὐτό, αὐτοί πού νομίζουν ὅτι εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπειδή βαπτίσθηκαν ἁπλῶς, εἶναι πολύ μακρυά ἀπό τήν πραγματικότητα» (Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγ. Βλασίου, Ἱεροθέου, Ἐμπειρική Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατά τίς προφορικές παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, Τόμος Β΄, Ἱερά Μονή Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου 20112, σ. 382).

Αὐτή ἡ ἀκρίβεια τῆς διάγνωσης τῆς πνευματικῆς κατάστασης, τῆς παρουσίας ἡ μή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στούς πιστούς καί στίς Χριστιανικές κοινότητες, πού ὑπῆρχε στήν ἀρχαία Ἐκκλησία, χάθηκε σέ μεγάλο βαθμό στήν Ἐκκλησία τῆς ἐποχῆς μας. Πότε καί γιατί χάθηκε αὐτή ἡ ἁρμοδιότητα πνευματικῆς διάγνωσης καί θεραπείας; Γιατί φτάσαμε στό σημεῖο νά «ψαχουλέψουμε», νά ἐνεργήσουμε κάπως κατά τύχη, χωρίς ξεκάθαρα κριτήρια, καί στήν πνευματική θεραπεία, καί στήν δογματική ἀξιολόγηση τῆς σύγχρονης θεολογικῆς διδασκαλίας, ἀλλά καί στήν ἐπίλυση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων;

Ἡ πτώση ὡς σκοτασμός τοῦ νοῦ, τό Μυστήριο τῆς Πεντηκοστῆς καί ἡ ὀρθόδοξη ἔννοια τοῦ Παραδείσου καί τῆς Κολάσεως εἶναι τά πιό κεντρικά σημεῖα τῆς διδασκαλίας τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη. Μέσα σέ αὐτά ἀναλύονται ὅλα τά ἄλλα.

Ἀπάντηση: Ἔχετε ἐντοπίσει ἕνα σημαντικό κείμενο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, γιατί πράγματι συνδέεται ὁ ἱερός ἡσυχασμός-προσευχή μέ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό τό ἔδειξε καταπληκτικά ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ὁποῖος ἔκανε ἕναν παράλληλο ἀγώνα τόσο ἐναντίον τῶν Μασσαλιανῶν, πού μιλοῦσαν μόνον γιά προσευχή, χωρίς Μυστήρια, ὅσο καί ἐναντίον τοῦ Βαρλαάμ καί τῶν ὁμοίων του, πού ὑπερτόνιζαν τά Μυστήρια καί ὑποτιμοῦσαν ἤ πολεμοῦσαν τόν ἱερό ἡσυχασμό.

Ὅταν διαβάζουμε τά κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἰδίως τίς ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, θά διαπιστώνουμε τί σημαίνει νά ἔχη κανείς μέσα του τό Ἅγιον Πνεῦμα καί τί σημασία ἔχει αὐτό γιά τήν ἐκκλησιαστική ζωή. Τό νά ἔχη κανείς τό Ἅγιον Πνεῦμα μέσα του, ἀποδεικνύεται μέ τήν νοερά προσευχή, πού εἶναι ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κάνει λόγο γιά σαρκικό, ψυχικό καί πνευματικό ἄνθρωπο. Σαρκικός ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού δέν ἔχει τό Ἅγιον Πνεῦμα νά ἐνεργῆ μέσα του, καί αὐτός λέγεται καί ψυχικός (Α’ Κορ. β’). Τό ὅτι ἐνεργεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο τό Ἅγιον Πνεῦμα ἀποδεικνύεται μέ τήν νοερά-καρδιακή προσευχή. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἔχει τό χάρισμα τῆς υἱοθεσίας (Β’ Κορ. στ’, 16-18, Ρωμ. η’, 13-17, Γαλ. δ’, 4-7).

Ὅταν διαβάση κανείς τήν Α΄πρός Κορινθίους Ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τότε βλέπει μιά Ἐκκλησία πού ἦταν γεμάτη χαρίσματα προφητείας, θαυματουργίας, προσευχῆς καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προσπαθεῖ νά βάλη μιά τάξη στό πῶς θά ἐκφρασθοῦν τά χαρίσματα στίς λειτουργικές συνάξεις τους. Ἐκεῖ βλέπει κανείς τήν ἀποστολική θεολογική Σχολή, δηλαδή τήν Θεολογική Σχολή τῆς πρώτης Ἐκκλησίας.

Δόγμα εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στό Ὄρος Θαβώρ στούς Μαθητές καί ὅροι εἶναι ἡ διατύπωση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας στίς ἐπιστολές τους, δηλαδή στίς Καθολικές Ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου.

Στήν πορεία τοῦ χρόνου εἰσῆλθε στούς Χριστιανούς τό πνεῦμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως, χάθηκαν αὐτά τά πνευματικά κριτήρια, ἡ Ἐκκλησία θεωρήθηκε ὡς μιά θρησκεία μέ ὡραῖες τελετές, ὡς μιά κοινωνική ὀργάνωση, ὡς ἕνα ἠθικό σύστημα, ὡς ἕνα θεματοφύλακας πολιτισμοῦ καί ξεχάσθηκε αὐτό τό θεραπευτικό σύστημά της. Βέβαια, ἡ Ἐκκλησία παράγει καί πολιτισμό, προωθεῖ καί τήν φιλανθρωπία, ἔχει καί ὡραῖες ἀκολουθίες, ἀλλά τό σημαντικό εἶναι ὅτι θεραπεύει τόν ἄνθρωπο, δηλαδή μετατρέπει τήν φιλαυτία σέ φιλοθεΐα καί φιλανθρωπία.

Δυστυχῶς, σήμερα κυριαρχεῖ μιά ἀπαράδεκτη ἰδέα ὅτι ἡ σχολαστική θεολογία τοῦ 11ου-13ου αἰώνα εἶναι ὑπέρβαση τῆς πατερικῆς θεολογίας, καί στήν συνέχεια ἡ ρωσική θεολογία εἶναι ὑπέρβαση καί τῆς πατερικῆς καί τῆς σχολαστικῆς θεολογίας. Αὐτό εἶναι ἕνα βασικό πρόβλημα στήν σύγχρονη ἐκκλησιαστική ζωή.

Ὅμως, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πού ὑπάρχουν σέ κάθε ἐποχή διασώζουν τήν γνήσια ἐκκλησιαστική ζωή. Γι’ αὐτό πρέπει νά βλέπουμε τήν ἑνότητα μεταξύ προσευχῆς καί ἀσκήσεως, ἀσκήσεως καί Μυστηρίων, θεολογίας καί ἡσυχίας, πράξεως καί θεωρίας, πίστεως καί ζωῆς. Τότε ἐπιλύονται ὅλα τά σύγχρονα ἐκκλησιαστικά ζητήματα καί ἀποκτᾶμε ἐκκλησιαστικό φρόνημα πού σήμερα εἶναι ἀναγκαῖο. Γιατί ἐκεῖ πού ὑπάρχουν ἐμπειρικοί θεολόγοι δέν μπορεῖ νά ἐπικρατήση ἡ αἵρεση.

5. Ἐρώτηση: Πεῖτε μας ἐν συντομίᾳ ποιά εἶναι ἡ πεμπτουσία αὐτῆς τῆς Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς.

Ἀπάντηση: Πρέπει κανείς νά διαβάση καί τούς δύο αὐτούς τόμους γιά νά βγάλη τά δικά του συμπεράσματα. Ἀπό τίς ἀπαντήσεις πού ἔλαβα ἀπό τούς ἀναγνῶστες τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς» στήν ἑλληνική ἔκδοση διαπίστωσα ὅτι μίλησαν τά βιβλία αὐτά διαφορετικά στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θέλω νά ἐνημερώσω ὅτι στήν Ἀμερική γίνονται διατριβές καί ἐρευνητικές ἐργασίες πάνω στήν «Ἐμπειρική Δογματική».

Πάντως, ἐκεῖνο πού ἐγώ ἔχω καταλάβει εἶναι ὅτι οἱ κεντρικές διδασκαλίες  τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη εἶναι τρεῖς.

Ἡ πρώτη ὅτι ἡ προπατορική ἁμαρτία εἶναι ὁ σκοτασμός τοῦ νοῦ καί οἱ συνέπειές του πού εἶναι ἡ εἰσαγωγή στόν ἄνθρωπο τῆς φθαρτότητας καί τῆς παθητότητας καί τῆς θνητότητας, ἀπό τά ὁποῖα ἀναπτύσσεται ὁ φόβος τοῦ θανάτου καί ἀπό αὐτόν ἀναπτύσσονται τά πάθη τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας καί τῆς φιλαργυρίας.

Διαβάζοντας ὅλα τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τίς εὐχές πού διαβάζονται στίς ἀκολουθίες καί τά Μυστήρια, θά διαπιστώνουμε ὅτι ὑπάρχει μιά γλώσσα πού συγγενεύει μέ τήν «Ἐμπειρική Δογματική» καί ὄχι μέ τήν σχολαστική-διανοητική Δογματική.

Ἡ δεύτερη διδασκαλία εἶναι ὅτι ὑπάρχει ἑνότητα μεταξύ Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης. Στήν Παλαιά Διαθήκη ἐμφανίζεται ὁ Ἄσαρκος Λόγος, ἐνῶ στήν Καινή Διαθήκη φανερώνεται ὁ Σεσαρκωμένος Λόγος. Ἔστι, στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ μερίζεται ἀμερίστως ἐν μεριστοῖς, ἐνῶ στήν Καινή Διαθήκη καί τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὡς πηγή τῆς Ἀκτίστου Χάριτος, μερίζεται ἀμερίστως ἐν μεριστοῖς. Ἡ Πεντηκοστή ἔχει μεγάλη σημασία, ἔγινε ἅπαξ στήν ἱστορία καί κάθε ἅγιος ἀνέρχεται στό ὕψος τῆς Πεντηκοστῆς. Αὐτό σημαίνει ὅτι μέσα στήν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται, φωτίζεται και θεοῦται, κατά διαφόρους βαθμούς.

Ἑπομένως, αὐτό πού ὑποσχέθηκε ὁ Χριστός στούς Ἀποστόλους, ὅτι θά στείλη τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο θά ἀποκαλύψη τήν πᾶσα ἀλήθεια, πραγματοποιήθηκε τήν Πεντηκοστή, ἀφοῦ ἡ πᾶσα ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στήν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται, φωτίζεται καί θεοῦται.

Πέρα ἀπό αὐτήν τήν ἀλήθεια δέν ὑπάρχει ἄλλη ἀλήθεια.

Καί ἡ τρίτη διδασκαλία εἶναι ὅτι ὁ Παράδεισος καί ἡ Κόλαση εἶναι ἄκτιστα, ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶναι Παράδεισος καί Κόλαση, ἀφοῦ ἄλλους φωτίζει καί ἄλλους καίει, ἀνάλογα μέ τήν κατάσταση κάθε ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία θεραπεύει τόν ἄνθρωπο, τοῦ δίνει πνευματικό ὀφθαλμό, ὥστε ὅταν θά συναντήση τόν Θεό, νά δῆ τό Φῶς καί νά φωτισθῆ καί νά μήν καῆ.

Ἑπομένως, ἡ πτώση ὡς σκοτασμός τοῦ νοῦ, τό Μυστήριο τῆς Πεντηκοστῆς καί ἡ ὀρθόδοξη ἔννοια τοῦ Παραδείσου καί τῆς Κολάσεως εἶναι τά πιό κεντρικά σημεῖα τῆς διδασκαλίας τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη. Μέσα σέ αὐτά ἀναλύονται ὅλα τά ἄλλα.

6. Ἐρώτηση: Θά προκαλέση αὐτό τό βιβλίο μιά «ἐπανάσταση» στήν προσέγγιση τῆς λεγόμενης Δογματικῆς Θεολογίας;

Ἀπάντηση: Δέν ξέρω ἄν θά προκαλέση μιά «ἐπανάσταση» καί πῶς τήν ἐννοεῖτε. Τό γεγονός εἶναι ὅτι ὁ ἀναγνώστης θά δῆ μιά ἄλλη Δογματική, πού συνδέεται μέ τήν ἐμπειρία, νομίζω θά βρῆ μιά Δογματική πού ἔχει σχέση μέ τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας. Πράγματι διαβάζοντας ὅλα τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τίς εὐχές πού διαβάζονται στίς ἀκολουθίες καί τά Μυστήρια, θά διαπιστώνουμε ὅτι ὑπάρχει μιά γλώσσα πού συγγενεύει μέ τήν «Ἐμπειρική Δογματική» καί ὄχι μέ τήν σχολαστική-διανοητική Δογματική.

Συνηθίζω νά λέγω κάτι πού ἔγραφε ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, πού εἶναι γενική ἀρχή, ὅτι συνδέεται στενά τό lex credendi (νόμος πίστεως-δογμάτων) μέ τό lex orandi (νόμος προσευχῆς). Αὐτό τό βλέπουμε στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καί στά Μυστήρια, αὐτό τό βλέπουμε καί στήν «Ἐμπειρική Δογματική», δηλαδή ὑπάρχει ἑνότητα μεταξύ δόγματος καί προσευχῆς.

Ἡ ἐμπειρία εἶναι ἡ βάση τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας. Καί ὅταν κάνουμε λόγο γιά ἐμπειρία, ἐννοοῦμε τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στούς φίλους Του, στούς θεουμένους, ὄχι ἁπλῶς μιά συναισθηματική καί ἠθική ἤ θρησκευτική ἐμπειρία.

Ἄν αὐτό θεωρηθῆ «ἐπανάσταση», θά εἶναι πράγματι μιά εὐλογία, γιατί θά μᾶς θεραπεύση ἀπό τήν ἐκκοσμικευμένη ζωή. Μακάρι νά θεωρηθῆ ὡς ἐπανάσταση, ὅπως πράγματι ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου ἦταν ἐπαναστατική στήν περίοδο τοῦ σχολαστικισμοῦ καί τῆς ἐκκοσμικεύσεως καί αὐτό ἀπετέλεσε εὐλογία γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ὅταν μερικοί διαμαρτύρονταν γιά ὅσα ἔλεγε ὡς πρός τόν ἡσυχασμό, ἀπαντοῦσε ὅτι ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία ἁγιοκατάταξε τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, πού ὄντως μέ τήν θεολογία του ἔκανε μιά μεγάλη ἐπανάσταση στήν ἐποχή του, τότε ὅλοι μας δικαιολογούμαστε νά ὁμιλοῦμε γιά τήν νοερά προσευχή, γιά τήν ἱερά ἡσυχία, γιά τήν θεολογία περί τοῦ σώματος ὡς ναοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί γιά τήν θεωρία τοῦ Θεοῦ ὡς τήν πραγματική θεολογία, ὡς μέθεξη τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ὡς βίωση τοῦ μυστηρίου τῆς Πεντηκοστῆς.

http://impantokratoros.gr/B037E709.el.aspx